Στο βάθος του Μεσσηνιακού Κόλπου και στα πόδια του εντυπωσιακού Ταϋγέτου, προστατευμένη από το ύψος και τον όγκο του, «ακουμπά» η Καλαμάτα τής οποίας η ιστορία ξεκινά πριν από την εποχή του ομηρικού άρχοντα των Φηρών Διοκλή. Πόλη του νότου, κτισμένη τον 8ο αιώνα μ.Χ., με περίπου πενήντα χιλιάδες κατοίκους και με έντονη πολιτιστική δραστηριότητα. Μέσα από μικρούς καλλιτεχνικούς πυρήνες επιβεβαιώνεται η άποψη ότι η περιφέρεια της χώρας «παράγει» πλούσιο πολιτιστικό έργο.


Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η Δημοτική Πινακοθήκη της Καλαμάτας. Η συλλογή της αποτελείται από έργα που εκφράζουν την αντανάκλαση διαφορετικών τάσεων και τεχνοτροπιών της εικαστικής παραγωγής από το 1975 ως το 1985.


Χώρος συναισθηματικά φορτισμένος, η Δημοτική Πινακοθήκη λειτουργεί έξι χρόνια και διεκδικεί όχι μόνο ξεχωριστή θέση στην πολιτιστική δραστηριότητα της Καλαμάτας αλλά και στην καρδιά των κατοίκων που έχουν αγκαλιάσει και τις παράλληλες δραστηριότητες του ιδρύματος, κυρίως μετά τις εκθέσεις που έχουν διοργανωθεί την τελευταία χρονιά.


Δίκαια, ένας Καλαματιανός σήμερα καμαρώνει για την Πινακοθήκη της πόλης του και πιστεύει ότι αποτελεί «ένα δώρο του σεισμού» και «μια ένδειξη της ευαισθησίας του εικαστικού κόσμου».


Το 1986, μετά το οδυνηρό χτύπημα του Εγκέλαδου, έλληνες ζωγράφοι δώρισαν στη μεσσηνιακή πόλη έργα που αποτέλεσαν τον πυρήνα της νέας Πινακοθήκης.


Εύστοχα, την ημέρα των εγκαινίων, ο πρόεδρος της ΔΕΠΑΚ (Δημοτική Επιχείρηση Πολιτιστικής Ανάπτυξης Καλαμάτας) τονίζει στην ομιλία του ότι «η Πινακοθήκη είναι αποτέλεσμα βαθιάς εσωτερικής ανάγκης για πολιτιστική άνθηση, μετά το καταστροφικό χτύπημα του Εγκέλαδου» και η ευχή του έπιασε τόπο: «Να συναντηθούν οι επισκέπτες, μέσα από την αισθητική απόλαυση, με την ευαισθησία των σύγχρονων ελλήνων εικαστικών δημιουργών και τη διάθεσή τους για προσφορά στην πόλη, η οποία κατόρθωσε να μετατρέψει μια φυσική καταστροφή σε σημείο εκκίνησης».


Το τριώροφο ανακαινισμένο νεοκλασικό κτίριο, συνολικού εμβαδού 230 τ.μ., άλλοτε οικία επιφανούς δημότη στο ιστορικό κέντρο στην οδό Παπάζογλου, φιλοξενεί τριακόσια πενήντα έργα σύγχρονων Ελλήνων ζωγράφων.


Το σημαντικό είναι ότι στην υπάρχουσα μεγάλη συλλογή εξακολουθούν να προστίθενται έργα, όπως τα 24 χαρακτικά του Τάσσου (πρόσφατη δωρεά από το Ιδρυμα Τάσσου), ένα έργο του Βαγγέλη Δημητρέα και ένα του Βρασίδα Βλαχόπουλου.


Ο επισκέπτης της Πινακοθήκης μπορεί να απολαύσει έργα των σημαντικότερων σύγχρονων δημιουργών. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους Π. Τέτση, Γ. Ψυχοπαίδη, Γ. Μαυροΐδη, Κατράκη, Μπότσογλου, Ο. Ζούνη, Γ. Αδαμάκο, Α. Απέργη, Κ. Βαρώτσο, Β. Δημητρέα, Ν. Καναγκίνη, Μ. Κατζουράκη, Δ. Σακελλίωνα, Γ. Παρμακέλη, Χ. Μυταρά, Ερ. Φλώρου, Γ. Μπουτέα, Θ. Μακρή, Τρ. Πατρασκίδη, Αγγ. Αντωνόπουλου, Γ. Λάππα και πενήντα πέντε ακόμη καλλιτεχνών.


Η επισκεψιμότητα αυξάνεται όταν γίνονται περιοδικές εκθέσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς ενώ η μόνιμη συλλογή προσελκύει μαθητές τόσο από την Καλαμάτα όσο και από την ευρύτερη περιοχή.


Στόχος της διοίκησης είναι «η Πινακοθήκη να συνεχίσει να αποτελεί πόλο έλξης όχι μόνο για τους κατοίκους αλλά και για τους επισκέπτες, να λειτουργεί ως Εκπαιδευτικό Κέντρο» και «να συνδέει εικαστικά την περιφέρεια με το κέντρο» μέσα από εκθέσεις που «θα ταξιδεύουν ως την Καλαμάτα» για αυτό τον σκοπό.


Ο γλύπτης Παναγιώτης Λαμπρινίδης – πριν από λίγα χρόνια επιστημονικός συνεργάτης της Σχολής Καλών Τεχνών – είναι σήμερα ο διευθυντής του Εικαστικού Τομέα της ΔΕΠΑΚ.


Χαρακτηριστικό παράδειγμα των δραστηριοτήτων, μας εξηγεί, αποτελεί ο προγραμματισμός για το 2007 που περιλαμβάνει τρεις εκθέσεις:


* αποφοίτων του 2005 της ΑΣΚΤ


* έκθεση που διερευνά τις «εγκαταστάσεις» (installations) στον ελληνικό χώρο με καθηγητές από την ΑΣΚΤ


* «Η ιστορία του video art» σε συνεργασία με το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης (έκθεση που έχει παρουσιαστεί ήδη στην Αθήνα).


Παράλληλα με τις εκθέσεις και πάντα κάτω από την ομπρέλα της ΔΕΠΑΚ διοργανώνονται διαλέξεις και εκπαιδευτικά προγράμματα.


Η ΔΕΠΑΚ στόχο έχει την ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου προγράμματος πολιτιστικής ανάπτυξης. Η χρηματοδότηση γίνεται εξ αρχής από τον Δήμο Καλαμάτας και το υπουργείο Πολιτισμού.


Η άλλη σημαντική δραστηριότητα είναι το Εικαστικό Εργαστήρι και όπως τονίζει ο διευθυντής του: «Από την ημέρα λειτουργίας του Εικαστικού Εργαστηρίου 40 νέοι άνθρωποι αποφάσισαν να σπουδάσουν ζωγραφική στην Αθήνα, και σε μεγάλες πόλεις της Ευρώπης» και τώρα «ετοιμάζονται να επιστρέψουν και να προσφέρουν στον τόπο τους τις γνώσεις και την εμπειρία τους».


Σε ένα άλλο νεοκλασικό κτίριο στην οδό Ναυαρίνου δεκατρείς δάσκαλοι – στην πλειοψηφία τους πτυχιούχοι της ΑΣΚΤ, κάποιοι και με μεταπτυχιακές σπουδές – μαθαίνουν σε 340 παιδιά να ζωγραφίζουν «αλλά κυρίως τα μαθαίνουμε να αγαπούν τη ζωγραφική, να γνωρίζουν την εικαστική τέχνη». Ο δάσκαλός τους τονίζει ότι «όλοι μαζί σπουδαστές και δάσκαλοι συμμετέχουν στο σοβαρό παιχνίδι της εικαστικής τέχνης. Ενα παιχνίδι που θέλει τόλμη, επιδεξιότητα, ειλικρίνεια, συγκέντρωση, αγάπη, ευαισθησία, επιμονή, υπομονή που διαμορφώνει και εξελίσσει τον εσωτερικό κόσμο». Η σοβαρή δουλειά που γίνεται στο εικαστικό εργαστήρι αποτυπώνεται στον πρόσφατο κατάλογο με έργα των μαθητών του.


Δεν λείπουν τα όνειρα για το μέλλον, αρκεί βέβαια να εξασφαλίζονται σταθερά και οι πόροι. «Θα θέλαμε τα επόμενα χρόνια να έχουμε τη δυνατότητα να προγραμματίσουμε σειρά εκθέσεων με σκοπό τη σύγχρονη εικαστική ενημέρωση και να εξετάσουμε τη δυνατότητα δημιουργίας ενός νέου μεταβιομηχανικού πολυχώρου κατάλληλου να φιλοξενεί μεγάλες εκθέσεις» σημειώνει ο διευθυντής του Εργαστηρίου του Εικαστικού Τομέα, εκφράζοντας την ευχή: «Να συνεχιστεί η χρηματοδότηση από το υπουργείο Πολιτισμού και τον Δήμο Καλαμάτας για να δώσει νέες προοπτικές στη λειτουργία της Πινακοθήκης». Ας ελπίσουμε ότι η πετυχημένη αυτή προσπάθεια δεν θα διακοπεί ελλείψει πόρων.


Ο κ. Ιωάννης Μ. Βαρβιτσιώτης είναι επικεφαλής της ομάδας των ευρωβουλευτών της ΝΔ και πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοκρατίας «Κωνσταντίνος Καραμανλής».