Περικλής Σφυρίδης
Ζωοφιλικά.
Μια μαρτυρία και δώδεκα διηγήματα
Εκδόσεις Εστία,
σελ. 326, τιμή 14 ευρώ

Δεν ξέρω γιατί ο Περικλής Σφυρίδης ονομάζει «μαρτυρία» το εκτεταμένο αφηγηματικό κείμενο που καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του ανά χείρας τόμου, φέροντας τον τίτλο «Πώς μέσα από τα ζώα γνώρισα τους ανθρώπους». Το κείμενο προλογίζει ένα μικρό (μετά βίας ξεπερνά τις εκατό σελίδες) ανθολόγιο παλαιότερων ζωοφιλικών διηγημάτων του συγγραφέα και σκοπός του είναι, όπως παρατηρεί στην εισαγωγή της η Σωτηρία Σταυρακοπούλου, να υποδείξει τις βιωματικές τους αφορμές. Σε μια πεζογραφία όμως όπως η πεζογραφία του Σφυρίδη, η γραμμή που χωρίζει την πραγματικότητα από την καλλιτεχνική της αναπαράσταση είναι ούτως ή άλλως πολύ λεπτή, με το αυτοβιογραφικό στοιχείο να αποτελεί το κυρίαρχο στοιχείο της. Βέβαια, κάθε αυτοβιογραφία επεξεργάζεται, είτε το συνειδητοποιεί είτε όχι, το εμπειρικό της υλικό, αλλά κάτι τέτοιο συνεπάγεται ότι ο ρόλος της ως μαρτυρίας είναι εξαρχής περιορισμένος. Από αυτή την άποψη εκείνο που έχει τη μεγαλύτερη σημασία στο προλογικό κείμενο του Σφυρίδη δεν είναι το τι μαρτυρεί για τη σχέση των ανθολογημένων διηγημάτων με την πραγματικότητα, αλλά το πώς μετατρέπεται το ίδιο σε ένα οιονεί ζωοφιλικό μυθιστόρημα ενταγμένο σε μια παράδοση η οποία ξεκινάει από τον Αίσωπο και φτάνει μέχρι τον Ερμαν Εσε.

Εγκατεστημένη από πολύ νωρίς στα βιβλία του Σφυρίδη, η ζωοφιλία θα δώσει το παρών στις σελίδες τους ακόμα κι όταν το βάρος της πλοκής δεν την τραβήξει επάνω του και θα τείνει να πέσει αλλού. Γράφοντας παρ’ όλα αυτά σήμερα για τα ζώα (το κείμενο για το οποίο συζητάμε παραδόθηκε στην επιμελήτρια κατά τη διάρκεια της περσινής χρονιάς), ο Σφυρίδης θα τα αναγάγει σε κεντρικό ορίζοντα όλων των θεματικών τόπων του έργου του, που αναδεικνύουν τον μικρόκοσμο της καθημερινότητας σε ένα πλαίσιο αμιγώς ρεαλιστικών προδιαγραφών. Να διευκρινίσω ότι πρόκειται για έναν μικρόκοσμο ο οποίος δεν έχει το μουντό χρώμα της μελαγχολίας ή τον ζοφερό τόνο της απόγνωσης που διακρίνουμε σε παρόμοιους ρεαλιστές: οι πρωταγωνιστές του αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες και τα προβλήματα ή τις χαρές τους με την ψυχραιμία ή τη συγκατάβαση που επιβάλλουν η πείρα και η σχετική τριβή, καθώς και με ένα βαθύτερο αίσθημα ανθρωπιάς, το οποίο εκ φύσεως αποστρέφεται τη ρητορεία και τον συναισθηματισμό.
Αυτή ακριβώς θα είναι η στάση την οποία θα τηρήσει και ο αφηγητής της μακράς εισαγωγής των Ζωοφιλικών. Ανακαλώντας ποικίλα επεισόδια από τον καθημερινό του βίο στη Θεσσαλονίκη και τη Σκύρο (ένα αστικό και ένα υπαίθριο τοπίο σε συνεχή εναλλαγή), ο Σφυρίδης θα αποκαλύψει τη λατρεία του για τα ζώα (γάτες, σκύλους, καναρίνια, άλογα, ακόμα και κατσίκες) χωρίς να παρασυρθεί ποτέ στον ανθρωπομορφισμό και τον μελοδραματισμό. Τα κατοικίδια δεν μοιάζουν με τους ανθρώπους, ούτε μπορούν να τους υποκαταστήσουν, αλλά βρίσκονται σε αδιάκοπο συγχρωτισμό μαζί τους, βοηθώντας τους να κατανοήσουν όχι μόνο τον πόνο και την αρρώστια, αλλά και τη δύναμη ή (πολύ περισσότερο) την ορμή της ζωής, που ξεπηδά από κάθε σημείο του κορμιού τους και αποτυπώνεται σε κάθε τους κίνηση. Παράλληλα τα ζώα είναι ένας τρόπος για να εντρυφήσουμε, όπως εύστοχα έχει παρατηρήσει ο Παναγιώτης Μουλλάς, γράφοντας για τη ζωοφιλία του Σφυρίδη, σε μια παρατεταμένη μελέτη θανάτου. Προλαβαίνοντας και ξεπερνώντας ξανά και ξανά την εκάστοτε ηλικία μας, τα ζώα θα μας μάθουν πως ο θάνατος είναι το ύστατο, τελειωτικό δράμα σ’ έναν κύκλο ύπαρξης ο οποίος μπορεί μολοντούτο να δοκιμάσει ανά πάσα στιγμή μια καινούργια αρχή. Με μοναδική διαφορά την οριστική απώλεια των ατομικών χαρακτηριστικών: τα σουσούμια εκείνα τα οποία θα κρατήσουν για πάντα στη μνήμη μας τον αγαπημένο νεκρό. Γι’ αυτήν ωστόσο ακριβώς την ατομική απώλεια ανθρώπων και ζώων, σ’ έναν αδιάκοπο χορό χαμού, θα μιλήσει με τον χαμηλόφωνο και παντελώς αδιακόσμητο τόνο του το κείμενο του Σφυρίδη, κερδίζοντας χωρίς την παραμικρή έξαρση τη συγκίνησή μας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ