Γιώργος Χουλιάρας
Λεξικό αναμνήσεων
Εκδόσεις Μελάνι,
σελ. 215, τιμή 13 ευρώ

Τι ακριβώς μπορεί να σημαίνει ένα Λεξικό αναμνήσεων σαν κι αυτό που έχει γράψει ο Γιώργος Χουλιάρας, ο οποίος έπειτα από μιαν ευδόκιμη θητεία στην ποίηση (ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970) περνά τώρα σε μια παιγνιώδη και ευφάνταστη πρόζα, χωρίς να νερώνει ούτε κατ’ ελάχιστον την ποιητική φλέβα του; Λεξικό είναι ένα βιβλίο με λέξεις και γνώσεις, συγκεντρωμένες και ταξινομημένες κατά αλφαβητική ή άλλη σειρά. Για τις λέξεις παρέχονται η ορθογραφία, η ερμηνεία και η ετυμολογία τους, ενώ οι γνώσεις αφορούν την επιστήμη, την τεχνική και την τέχνη. Με ποιον τρόπο μπορούν να χωρέσουν οι αναμνήσεις σε ένα τέτοιο βιβλίο; Από ποια θέση είναι δυνατόν ένας λεξικογράφος να αποδελτιώσει και να καταγράψει τη μνήμη; Και όταν πάλι μιλάμε για μνήμη, τι ακριβώς έχουμε κατά νου; Μια συλλογική (ιστορική και αντικειμενική) μνήμη ή ένα σύνολο διάσπαρτων μνημονικών ιχνών που θέλουν πάση θυσία να προβάλουν και να υπερασπιστούν την υποκειμενικότητά τους; Θα έλεγα και τα δύο, αλλά τότε απομακρυνόμαστε από την έννοια του λεξικού, τείνοντας να βαδίσουμε σε ένα εξαιρετικά επισφαλές, αν όχι και ευθύς εξαρχής ναρκοθετημένο έδαφος.

Τίποτε το περίεργο για τον Χουλιάρα. Γαλουχημένος με το πνεύμα του Μάη του ’68, αλλά και έχοντας πιάσει από πολύ νωρίς επαφή με την υπερρεαλιστική παράδοση, ήταν σαν έτοιμος από καιρό για ένα ψευδοεγκυκλοπαιδικό βιβλίο το οποίο θα έσπευδε να θέσει εν αμφιβόλω την οποιαδήποτε εγκυκλοπαιδική αρχή. Ενα λεξικό διαθέτει, ως γνωστόν, τόσες εισόδους όσες και τα λήμματά του. Διατρέχω λοιπόν μπρος-πίσω τα λήμματα του Λεξικού αναμνήσεων δοκιμάζοντας να παρακολουθήσω με ποια μέθοδο αρθρώνεται το υλικό του. Το μόνο που ισχύει εδώ είναι η τάξη του διαρκούς συνειρμού και του σκόπιμου χάους: ονόματα φιλοσόφων, συγγραφέων, επιστημόνων, καλλιτεχνών και πολιτικών που έρχονται να συναντήσουν ονόματα τόπων, αντικειμένων, εργαλείων και μηχανών, ιστορικές αφηγήσεις που συμπλέκονται με βιογραφίες και με προσωπικές εξιστορήσεις, αλλά και ταινίες ή εικαστικά έργα που τείνουν αίφνης το χέρι σε απομνημονεύματα και μυθιστορήματα. Παράλληλα, μια υφολογική και ειδολογική πανσπερμία: από τη στοχαστική ρώμη του λογοτεχνικού δοκιμίου και την αναλυτική ακρίβεια της επιστημονικής πραγματείας ως τις υπόγειες ποιητικές λάμψεις, τις λογικές υπερβάσεις του υπερλεξισμού και τους οπτικούς, ακουστικούς ή εννοιολογικούς αιφνιδιασμούς του λογοπαιγνίου και του παραδοξολογήματος.
Αν με το Λεξικό των Χαζάρων (1984) ο Μίλοραντ Πάβιτς έστησε ένα παιχνίδι με τους αντιθετικούς δεσμούς που ενώνουν το όνειρο, τη φαντασίωση και την πραγματικότητα, μετατρέποντας την αλληγορία και το σύμβολο σε Ιστορία, αλλά και την Ιστορία σε μυθοπλαστική αφήγηση, ο Χουλιάρας κατευθύνεται με το δικό του λεξικό σε μια λογοτεχνία η οποία έχει ξεριζώσει από τη ραχοκοκαλιά της όλους τους ιστορικούς μύθους της. Λογοτεχνία εν προκειμένω δεν είναι ούτε ο καντιανός συγκλονισμός απέναντι στο υψηλό ούτε η αφειδώλευτη έκφραση του ωραίου. Λογοτεχνία όμως στις προοπτικές που διαγράφει το Λεξικό αναμνήσεων δεν είναι ούτε ο έγκλειστος, προσηλωμένος στη δύναμη της μορφής κόσμος των φορμαλιστών ούτε, από την άλλη μεριά, και η εγκόσμια οπτική του ρεαλισμού. Παρ’ όλα αυτά, μήπως λογοτεχνία είναι η ικανότητα της εξομολόγησης ή έστω η μεταπλασμένη αποτύπωση κάποιων εσώτερων αισθημάτων; Μα ο Χουλιάρας δεν εξομολογείται και δεν μυθοποιεί αισθήματα, προσωπικά ή τρίτων. Η λογοτεχνία στο βιβλίο του εξισώνεται με έναν μεγάλο αριθμό περιγραφών που μπορεί να βασίζονται σε εξοντωτικές λεπτομέρειες αλλά δεν καταλήγουν ποτέ σε ένα περιεκτικό νόημα. Η λογοτεχνία αποτελεί σε ένα τέτοιο πλαίσιο έναν στόχο υπό συνεχή μετάθεση: μια σημασία που διολισθαίνει κάθε τόσο σε άλλες σημασίες, παραμένοντας ως το τέλος χωρίς κέντρο και χωρίς άξονα αναφοράς, σε ένα τοπίο το οποίο δεν γίνεται πια να περιχαρακωθεί σε κανένα κάδρο.
Ο θρίαμβος του μεταμοντέρνου; Προφανώς. Πρόκειται ωστόσο για την ίδια ώρα και για έναν θρίαμβο της γραφής που, μολονότι επανακάμπτει ακούραστα στον εαυτό της, δεν χάνει την εξωτερική της ματιά. Σε τι όμως καλείται να εστιάσει μια τέτοια ματιά; Αν κοιτάξουμε προσεκτικότερα τα λήμματα του Λεξικού αναμνήσεων, προσπαθώντας να προσδώσουμε μια νοητή συνέχεια στη διαδοχή τους, θα ανακαλύψουμε στον πυρήνα τους ένα σταθερά αυτοβιογραφικό στοιχείο. Ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής είναι ένα πρόσωπο που ταυτίζεται με το πρόσωπο του συγγραφέα: γεννημένος στη Θεσσαλονίκη, με πανεπιστημιακή καριέρα στις ΗΠΑ, με πολυετή παραμονή στο Ορεγκον, στη Νέα Υόρκη και στην Οτάβα, με συμμετοχή σε επιτροπές διεθνών λογοτεχνικών θεσμών, όπως και με μια διφυή γλωσσική υπόσταση, που θα τον υποχρεώσει σε μιαν αδιάκοπη μετακίνηση ανάμεσα στα ελληνικά και στα αγγλικά.
Η αυτοβιογράφηση του Χουλιαρά δεν θα είχε το βάρος που έχει στο βιβλίο του αν μέσα απ’ αυτήν δεν ξεδιπλώνονταν οι περιπέτειες και τα πάθη της εποχής της, που δεν είναι άλλες από τις περιπέτειες και τα πάθη του 20ού αιώνα. Και στο σημείο αυτό δεν μπορώ παρά να επανέλθω σε όσα παρατηρούσα προεισαγωγικά για το σύμμεικτο βλέμμα του Λεξικού αναμνήσεων, όπου η ειρωνική θέαση της αντικειμενικής πραγματικότητας από ένα εγώ το οποίο δεν θα πάψει να λατρεύει τη γραφή του επιτρέπει εν τέλει στη λογοτεχνία να επιστρέψει κριτικά στην κοινωνία και την Ιστορία: σε ό,τι δηλαδή μετά βδελυγμίας αγωνίστηκε να απορρίψει ο μεταμοντερνισμός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ