Τρεις άνθρωποι σε ένα σπίτι κοντά στη θάλασσα. Δύο άνδρες και μία γυναίκα απαρτίζουν ένα ερωτικό «ισοσκελές ορθογώνιο τρίγωνο» που καταφέρνει ωστόσο να είναι «ζευγάρι», πάντοτε μέσα από την απουσία κάποιας πλευράς. «Εξαναγκάστηκα σε μια μυθοπλασία της ζωής μου και της δικής σας ζωής» λέει ο Α απευθυνόμενος στον Β και στη Γ σε μια αφοπλιστική αποστροφή της εξομολόγησής του στο νέο βιβλίο του Γιώργου Βέλτσου.

Η φωνή (εκδ. Διάττων), το εξώφυλλο της οποίας κοσμείται από ένα σχέδιο που χάρισε ο Γιάννης Τσαρούχης στον συγγραφέα ένα μεσημέρι του 1969 στο Παρίσι, είναι ένα θεατρικό μονόπρακτο για την απώλεια, ένα παιχνίδισμα αντικατοπτρισμών μέσα στο σκοτάδι, «εγγύτητας και απόστασης μαζί» τόσο για τον φόβο που δύναται να εξιστορήσει τα συμβαίνοντα όσο και για την αγάπη που δεν δύναται να περισώσει το αφοριστικό τέλος: «είμαστε μαζί για να μείνουμε μόνοι».

Η ελλειπτική γραφή που μετέρχεται εδώ ο Βέλτσος (τροφοδοτείται από και) παραπέμπει στον νορβηγό δραματουργό Γιον Φόσε, τον οποίο η εφημερίδα «Le Monde» έχει χαρακτηρίσει «Μπέκετ του 21ου αιώνα». Στα έργα του τελευταίου η κινητήριος δύναμη, ο ρυθμιστής της έντασης, είναι η σιωπή. Σε αυτό το μονόπρακτο όμως κάποιος ή (καλύτερα) κάτι δίνει ταυτοχρόνως έναν σχεδόν βουβό αγώνα να εισακουστεί, κάτι θέλει να σκαρφαλώσει επιδεικτικά στα αφτιά μας. Θα λέγαμε ότι είναι «η φωνή της γραφής».

Μήπως η προαναφερθείσα «μυθοπλασία» που αφορά τον εαυτό και τους άλλους αποκαλύπτει κάτι ακόμη γι’ αυτή την κινούμενη αντίφαση που ενσαρκώνει ο Βέλτσος; Τι σημασία έχει; Εχουμε έναν επαρκέστατο ορισμό για την καλλιτεχνική δημιουργία, ένα απόσταγμα θεωρητικής πυκνότητας και γλωσσικής καθαρότητας που κατασκευάζει μια συνθήκη. Εξω από αυτή δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε το συγγραφικό πρόγραμμα του Βέλτσου, ο οποίος σε ανύποπτο χρόνο προειδοποίησε ότι «δεν γράφω, γράφομαι».

Η φωνή εντάσσεται σε ένα έργο εν προόδω, σε ό,τι ο ίδιος έχει ονομάσει εσχάτως «αυτοβιοθανατογραφία» του. Σε αυτό λοιπόν το «μεγάλο συμβάν», όπως εν γένει χαρακτήρισε κάποτε ο Ζακ Ντεριντά το θέατρο εν θεάτρω του Βέλτσου –αυτό το θέατρο της ίδιας της γραφής όπου οι λέξεις γίνονται το θέαμα -, αναμειγνύονται και ενορχηστρώνονται για πολλοστή φορά όλες οι γραφές (από τη θεωρία ως την ποίηση) με τις οποίες έχει καταπιαστεί ο συγγραφέας με έναν «πραξικοπηματικό» για τα ήθη της ημεδαπής τρόπο, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970.

Η υποψία για την ευθεία αναφορά στον φωνοκεντρισμό της ντεριντιανής φιλοσοφίας καλλιεργείται εντονότερα από τη σκηνική οδηγία που δίνει στους ήρωες ο Ρολάν Μπαρτ, ο οποίος ευθύνεται εκτός των άλλων και για τον «θάνατο του συγγραφέα»: «Η φωνή είναι πάντα ήδη νεκρή και την αποκαλούμε ζωντανή επειδή αρνιόμαστε απεγνωσμένα να το παραδεχτούμε∙ σε τούτη την ανεπανόρθωτη απώλεια δίνουμε το όνομα μετατονισμός: ο μετατονισμός είναι η φωνή που έχει πια περάσει και σιωπήσει». Ο Βίκτωρ Αρδίτης θα αναμετρηθεί με αυτό το κείμενο καθώς ετοιμάζεται να το ανεβάσει στη σκηνή.

Στις 24 Οκτωβρίου ο Γιώργος Βέλτσος παρασημοφορήθηκε από τον γάλλο πρέσβη με το μετάλλιο του Ιππότη της Τάξεως των Τεχνών και των Γραμμάτων, τέσσερα χρόνια αφότου έγινε Ιππότης του Τάγματος του Ακαδημαϊκού Φοίνικα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ