Γιατί έχουν βαλτώσει οι μεταρρυθμίσεις με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα στην Ελλάδα, μια χώρα η οποία τα τελευταία 15 χρόνια έχει κυβερνηθεί από διαδοχικές φιλοευρωπαϊκές κυβερνήσεις; Ειδικότερα γιατί σε μια χώρα στην οποία η κοινή γνώμη συστηματικά δηλώνει – σε ποσοστό ανώτερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου- ότι είναι ικανοποιημένη από την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση δεν προχωρεί ο εξευρωπαϊσμός των δημόσιων πολιτικών στους τομείς των συντάξεων, της αγοράς εργασίας και της αναδιάρθρωσης του ευρύτερου δημόσιου τομέα; Γιατί, ενώ μένει τόσο λίγος χρόνος ως το 2010, η Ελλάδα έχει μείνει τόσο πίσω στην εκπλήρωση των στόχων της «Ατζέντας της Λισαβόνας»;

Ο Κevin Featherstone και ο Δημήτρης Παπαδημητρίου ερευνούν αυτά τα παράδοξα αποφεύγοντας τις τετριμμένες απαντήσεις. Ισχυρίζονται, δηλαδή, ότι δεν φταίνε τα κόμματα ούτε η προσωπικότητα του εκάστοτε πολιτικού ηγέτη. Εντάσσουν την ελληνική περίπτωση σε συγκριτική προοπτική συζητώντας το είδος του καπιταλισμού στην Ελλάδα. Αυτή η προσέγγιση φαίνεται μαρξιστική αλλά δεν είναι, καθώς προέρχεται από τη γνωστή θεωρία των Ρeter Ηall και David Soskice για τις «ποικιλίες του καπιταλισμού». Στον ελληνικό καπιταλισμό, όπως και σε εκείνον άλλων νοτιοευρωπαϊκών χωρών, οι εκπρόσωποι εργοδοτών και εργαζομένων έχουν μεν πολύ μεγαλύτερο ρόλο από ό,τι στον φιλελεύθερο καπιταλισμό, αλλά δεν υπάρχει συντονισμός κράτους και κοινωνίας, όπως στο γερμανικό μοντέλο. Στην Ελλάδα οι συλλογικοί φορείς είναι πολυδιασπασμένοι και ορισμένοι από αυτούς είναι τόσο ισχυροί ώστε να προβάλλουν «βέτο» σε επί μέρους μεταρρυθμίσεις που θίγουν τον κλάδο τους.

Και πάλι οι Featherstone και Παπαδημητρίου δεν καταφεύγουν στην εύκολη λύση, που θα ήταν να ρίξουν όλο το βάρος της ευθύνης στα συνδικάτα. Ο ρόλος των τελευταίων υπήρξε βέβαια κρίσιμος στην απουσία οποιασδήποτε ουσιαστικής μεταρρύθμισης της Ολυμπιακής Αεροπορίας και του συστήματος συντάξεων, θέματα στα οποία οι συγγραφείς αφιερώνουν από ένα εκτενές κεφάλαιο. Οι ίδιοι ωστόσο μας θυμίζουν και την αντίσταση των λίγων μεγάλων ιδιωτικών και ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων στο «άνοιγμα» της αγοράς.

Το βιβλίο αναλύει τις μεταρρυθμίσεις (που δεν έγιναν) στο πλαίσιο της σύγχρονης πολιτικής επιστήμης χωρίς να γίνεται ακαδημαϊκό και δίνει μια ρεαλιστική εικόνα της πραγματικότητας. Επίσης προσφέρει στους υπόλοιπους ερευνητές την εξής μεθοδολογική υπηρεσία: ας μην ψάχνουμε τον εξευρωπαϊσμό εκεί που δεν υπάρχει και ας μην αποδίδουμε οποιαδήποτε μεταβολή των εθνικών δημόσιων πολιτικών στις πιέσεις προσαρμογής στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ωστόσο υπάρχουν μερικά αναπάντητα ερωτήματα. Πρώτον, θα προχωρούσε ο εξευρωπαϊσμός αν, υποθετικά μιλώντας, εργοδότες και εργαζόμενοι συναινούσαν σε αυτόν; Μάλλον όχι, χωρίς την κατάλληλη πολιτική ηγεσία. Δεύτερον, ας υποθέσουμε ότι υπάρχει ικανή και αποφασισμένη πολιτική ηγεσία που, αγνοώντας το λεγόμενο πολιτικό κόστος, προχωρεί σε μεταρρυθμίσεις. Είναι δυνατόν με τη σημερινή στελέχωση και οργάνωση της διοίκησης να προχωρήσει οποιαδήποτε αλλαγή; Η εύκολη απάντηση είναι ότι όχι, δεν γίνεται. Από την άλλη μεριά, η εντελώς απαξιωτική αυτή απάντηση ξεχνά ότι οι ίδιοι διοικητικοί μηχανισμοί εργάστηκαν αποτελεσματικά για την ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη και για την επιτυχημένη διοργάνωση του Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Τέλος, θα πρέπει να συζητηθεί και ο ρόλος των διαμορφωτών της κοινής γνώμης, όπως ορισμένα δημοφιλή μέσα μαζικής ενημέρωσης ή η Εκκλησία. Ποιος αμφιβάλλει ότι λίγοι από αυτούς τους «ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους», όπως τους λέγαμε παλιά, γνωρίζουν ή ενδιαφέρονται, πολλώ μάλλον υποστηρίζουν την περαιτέρω σύγκλιση της Ελλάδας με την Ευρώπη;

Ο κ.Δημήτρης Α.Σωτηρόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.