Ελληνες λογοτέχνες συναντούν ήρωες μυθιστορημάτων ή άλλους ομοτέχνους μέσα από ένα παιχνίδι φαντασίας και στοχασμού


«Ονομάζομαι Φερνάντο Βιδάλ Ολμος, γεννήθηκα στις 24 Ιουνίου 1911 στο Καπιτάν Ολμος, χωριό της επαρχίας του Μπουένος Αϊρες που φέρει το όνομα του προπάππου μου. Είμαι ένα εβδομήντα οχτώ, ζυγίζω γύρω στα εβδομήντα κιλά, έχω μάτια γκριζοπράσινα, μαλλιά ίσια και ψαρά. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά: κανένα». Με αυτά τα λόγια αυτοπαρουσιάζεται (σελ. 309) ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος του Αργεντινού Ερνέστο Σάμπατο (γενν. 1911) Περί ηρώων και τάφων (1961, στα ελληνικά από τις εκδόσεις Εξάντας, 1986). Ο Φερνάντο Ολμος, αυτόνομος ήρωας αλλά και εκπληρωτής της σκέψης του Σάμπατο (η σύμπτωση στη χρονολογία γεννήσεώς τους είναι ενδεικτική), θέτει έναν μεγαλειώδη στόχο: να ανακαλύψει τους αρχηγούς και τα κρησφύγετα της Σέκτας των Τυφλών, που κατά τη γνώμη του και βάσει πολλαπλών λογικών συνειρμών διοικεί τον κόσμο. H Σέκτα όμως επισκοπεί τα πάντα και είναι τόσο μοχθηρή και εκδικητική που μεταβάλλει σε υποχείριο την κόρη του Ολμος Αλεξάνδρα, η οποία σκοτώνει με τέσσερις σφαίρες τον πατέρα της και στη συνέχεια αυτοπυρπολείται, καίγοντας και το λείψανο του Ολμος. H δολοφονία συμβαίνει την ημέρα που ο Ολμος ολοκλήρωσε τη συγκλονιστική του Εκθεση για τους Τυφλούς, η οποία είναι η ιστορία της ζωής, των σκέψεων και των ενεργειών του που τον οδήγησαν στα ίχνη αυτής της αόρατης και άτρωτης παγκόσμιας εξουσίας.


Ο Σάμπατο παραθέτει ένθετη στο μυθιστόρημα την αφήγηση του Ολμος, ο οποίος είναι επίμονος, ευφυής, σκληρός, μαχητικός, αποφασισμένος να φθάσει στο τέλος αναλαμβάνοντας κάθε κίνδυνο. Οι σκέψεις του είναι παράλογες, οι ενέργειές του παράτολμες: η τυχαία σύγκρουσή του στον δρόμο με μια τυφλή αφυπνίζει τις πιο παρακινδυνευμένες ιδέες του και αποφασίζει να φθάσει στην ιεραρχία της Σέκτας των Τυφλών. Παρακολουθεί τυφλούς, που τον αντιλαμβάνονται και βάζουν άλλους να τον παρακολουθούν, πλησιάζει έναν παλιό τυφλό φίλο του, τον Ιγλέσιας, και με καθημερινές επισκέψεις προσπαθεί να ανιχνεύσει τον τρόπο που ενεργούν όσοι ζουν στο σκοτάδι. Πεποίθηση του Ολμος είναι ότι η Σέκτα (η ιεραρχία της αποτελείται από εκ γενετής τυφλούς) προσεγγίζει κάθε νέο, από ατύχημα, τυφλό, τον προσηλυτίζει και του αναθέτει διάφορους ρόλους, όπως ρόλους αναθέτει σε δεκάδες ανύποπτους «φυσιολογικούς» ανθρώπους. Παρακολουθώντας τον Ιγλέσιας κατορθώνει να ανακαλύψει την είσοδο του άντρου της Σέκτας. Μπαίνει μέσα. Χάνεται σε λαβυρίνθους και δυσώδεις υπονόμους. Περπατάει ανάμεσα σε ακαθαρσίες και λύματα, συναντά παγωμένα όντα, γλοιώδη, ανατριχιαστικά, μοχθηρά, σαρκαστικά, με λέπια στο δέρμα, πάνω του πέφτουν βατράχια και σαύρες. Οταν μετά από περιπλανήσεις σε υπονόμους χιλιομέτρων είναι έτοιμος να ανοίξει μια πόρτα και να μπει στο αρχηγείο της Σέκτας, εμφανίζεται εκείνη και ο Ολμος χάνει τις αισθήσεις του. Οταν ξυπνάει είναι στο δωμάτιό του. Ολοκληρώνει τη συγγραφή της Εκθεσης και βαδίζει εκεί όπου τον περιμένει το τέλος. Αυτή είναι φυσικά η μοίρα των τραγικών ηρώων: ξέρουν ότι οι πράξεις τους τούς οδηγούν στον χαμό και το αποδέχονται. Οπως λοιπόν προέβλεπε ο Φερνάντο βρίσκει τον θάνατο από την Αλεξάνδρα, που ίσως ήταν εκείνη η ηγερία των τυφλών και αυτοκτόνησε για να ξαναγεννηθεί. Ισως επίσης ο Ολμος να τα γνώριζε όλα αυτά.


Είναι προφανές ότι έχουμε να κάνουμε με έναν ασυνήθιστα μεγάλο ήρωα, ένα ασυνήθιστα μεγάλο και «σκοτεινό» μυθιστόρημα, που αν ήταν γραμμένο από βορειοαμερικανό ή εγγλέζο συγγραφέα θα εθεωρείτο το αριστούργημα των αριστουργημάτων. Το βιβλίο ξεκινά με την τριτοπρόσωπη αφήγηση της ζωής ενός 20χρονου, του Μάρτιν, ο οποίος συναντά και ερωτεύεται την εξαιρετικής ομορφιάς και με εξαιρετικά παράξενη και απρόβλεπτη συμπεριφορά Αλεξάνδρα, η οποία βασανίζεται από το ότι πρέπει να σκοτώσει τον πατέρα της (όπως αντιλαμβανόμαστε εκ των υστέρων), τον οποίο και αποφεύγει να συναντήσει, δίνοντας παράταση στη ζωή και των δύο. Αρωγός του Μάρτιν είναι ο Μπρούνο, ένας ενήλικος που δρα εξισορροπιστικά ως ήρωας αλλά και ως μέρος της δομής.


Αυτή είναι εν ολίγοις η ιστορία. Θεωρώ τιμή μου που γράφω για τον Σάμπατο, ο οποίος είναι ένας εκπληκτικός συγγραφέας, λογοτεχνικός, βαθύς, ποιητικός, διεισδυτικός, γι’ αυτό και με έχει απασχολήσει πολλές φορές το πώς συνέλαβε την ιδέα του αυτή. Δίνω την εξής εξήγηση: ο Σάμπατο πιστεύει, το δηλώνει σε συνεντεύξεις, ότι στον κόσμο επικρατεί το Κακό, το σκοτάδι, δηλαδή ασπάζεται την εβραιοχριστιανική αντίληψη περί κόσμου. Ο χριστιανισμός, όμως, όπως και ο μουσουλμανισμός, είναι αιρέσεις του εβραϊσμού, ο πιο μυστικός κλάδος-αίρεση του οποίου είναι οι καβαλιστές. Καβάλα είναι η μυστικιστική διδασκαλία και τα απόκρυφα βιβλία του ιουδαϊσμού, άρα, ακολουθώντας μια λογική κλίμακα, πίσω από αυτό που φαίνεται, τον ιουδαιοχριστιανισμό – η είσοδος της Σέκτας είναι δίπλα από την Εκκλησία της Αμώμου Συλλήψεως -, είναι αυτό που κρύβεται: η ερμητική, απόκρυφη, μυστικιστική Καβάλα και οι ερμηνευτές της, οι οποίοι ξέρουν τα πάντα για τον κόσμο αφού η επίσημη κοσμοθεωρία τους επικρατεί στον κόσμο. Στη σελ. 321 του επόμενου μυθιστορήματος Αββαδών ο εξολοθρευτής (Αββαδών στην Αποκάλυψη είναι ο άγγελος της Αβύσσου) ο Σάμπατο επαναφέρει ήρωες από το Περί ηρώων και τάφων, αναλύει κάποια σκοτεινά σημεία που απασχόλησαν πολλούς μελετητές του και γράφει ύστερα από μια σύντομη αναφορά στους τυφλούς: Δεδομένα που πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν. Ο Ισαάκ ο Τυφλός είναι ο πατέρας της μοντέρνας Καβάλα. Κατοικούσε κάπου στη Νοτιοανατολική Γαλλία τον 13ο αιώνα. Ο Ισαάκ, ο «Τυφλός».



Τι κυβερνά λοιπόν τον κόσμο; Το Κακό, χώρος δράσεως του οποίου είναι το σκοτάδι. Στο σκοτάδι ζουν μόνο οι τυφλοί. Ο Ισαάκ, που ήξερε, ήταν τυφλός. Ποιοι συνεπώς είναι οι κυβερνήτες του κόσμου; H Σέκτα των Τυφλών. Πρόκειται για ιλιγγιώδη σύλληψη που χτίζει μια τρέλα πάνω σε μια άλλη τρέλα, ένα παράλογο ανύπαρκτο, τον Ολμος, πάνω σ’ ένα παράλογο υπαρκτό, τη δήθεν ύπαρξη του Κακού και του σκοταδιού, αλλά είναι, πιστεύω, μια σύλληψη παντελώς εσφαλμένη που συντηρεί τον φόβο, γενικώς και ειδικώς. Γιατί, αν κάτι κυβερνά τον κόσμο και δεν είναι αυτεξούσιος και «αυτοκρατής», αυτό είναι ο Φόβος, η Αμαρτία, η Κόλαση, η Ενοχή που έχει επιβάλει το εβραιοχριστιανικό δόγμα, που επενδύει και θεσμοποιεί το «σκοτάδι» και τον αφύσικο φόβο για το σκοτάδι. H πολλαπλή συνθετικότητα που χαρακτηρίζει το Σύμπαν χαρακτηρίζει και το απειροελάχιστο μέρος του, τον άνθρωπο, ο οποίος για να ισορροπήσει σε σχέση με τον εαυτό του, τον θάνατο και το Σύμπαν επινοεί διάφορες θεωρίες. Αυτό είναι όλο περί Κακού και σκοταδιού, μια τρομοκρατική και αγενής θεωρία, και αυτό θα έλεγα στον Ολμος αν τον συναντούσα και αφού του έσφιγγα το χέρι. Και θα πρόσθετα ότι ο κόσμος είναι κόσμος, δηλαδή ομορφιά, και εμπεριέχει ένα απλό φυσικό φαινόμενο χωρίς καμία μεταφυσική προέκταση, το σκοτάδι, που δεν είναι καθόλου επικίνδυνο· εμείς είμαστε που, λόγω της επίσημης αγωγής μας, θεωρούμε ότι είναι επικίνδυνο. Ούτε Κακό υπάρχει στον κόσμο ούτε, πολύ περισσότερο, είναι αντίπαλος του Καλού, γιατί ούτε Καλό ούτε Κακό υπάρχουν: «Για τον Θεό όλα είναι καλά, αγαθά και δίκαια, οι άνθρωποι όμως άλλα τα εκλαμβάνουν ως δίκαια και άλλα ως άδικα» (Ηράκλειτος, απ. 102). «Οι θεοί δίδουν στους ανθρώπους πάντα τα αγαθά και από παλιά και τώρα. Οσα είναι κακά και βλαβερά και ανώφελα, αυτά ούτε παλιά ούτε τώρα τα δωρίζουν οι θεοί στους ανθρώπους αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι τα ενστερνίζονται λόγω αγνωμοσύνης και της τυφλότητας του νου τους» (Δημόκριτος, απ. 175). Με αυτή τη θεώρηση ο τραγικός Ολμος δεν θα μπορούσε να υπάρχει ή θα τον απασχολούσε η τυφλότητα, όχι οι τυφλοί: οι ήρωες στις τραγωδίες αναρωτώνται για τη ζωή και το νόημά της, δεν καταφεύγουν ποτέ όμως στη νηπιώδη μεταφυσική Καλού – Κακού, Σατανά – Θεού. Αποδέχονται, αν και αντιδρούν στη μοίρα τους, κυρίως όμως αντιδρούν στους άδικους νόμους που θεσπίζει η ανθρώπινη εξουσία. Λόγω «σκοτεινής» κοσμοθεώρησης πολλοί σύγχρονοι τραγικοί ήρωες απευθύνονται στο επίπλαστα σκοτεινό τμήμα της ανθρώπινης ψυχής («… αόρατα όντα σάλευαν στα σκοτάδια… ορδές μεγάλων ερπετών, κουβάρια από φίδια στη λάσπη, σαν σκουλήκια πάνω στο ψοφίμι ενός γιγάντιου νεκρού ζώου… τεράστιες νυχτερίδες… πτεροδάκτυλα… άνθρωποι που είχαν πάψει να είναι άνθρωποι», Περί ηρώων, σελ. 464) και όχι στο ευδαίμον, φωτεινό, αυθύπαρκτο τμήμα της. Επειδή όμως υπάρχει εγγενής ευδαιμονία στον κόσμο και στον άνθρωπο, ο ήρωάς μου Ευσθένος στο Λάλον ύδωρ είναι ευδαιμονικά τραγικός.


Ο Σάμπατο μου προσέφερε και μια ανεκτίμητη βοήθεια: στη Συνείδηση της αιωνιότητας έχω δύο αφηγήσεις, ενός δολοφόνου που σκότωσε τη γυναίκα του και τα δύο παιδιά του και του υπερασπιστή δικηγόρου. Αρχικά είχα «πλεκτές» τις αφηγήσεις αλλά χάλαγε ο ρυθμός. Σκέφτηκα να κάνω ένθετη την αφήγηση του δολοφόνου, δίσταζα όμως γιατί δεν το είχα ξαναδεί. Το έκανα αφού διάβασα το Περί ηρώων και τάφων, ένα από τα λίγα μυθιστορήματα που θα ήθελα να είχα γράψει, αν και η γνωριμία μου με τον Σάμπατο έγινε με το Αββαδών, όταν δούλευα στη Μύκονο. Δεν μου άρεσε καθόλου, μέχρι που μετά από καιρό έπεσα τυχαία στην αφήγηση για τον Τσε. Διαβάζοντας μετά για τη Σέκτα των Τυφλών πήγα αμέσως στην Αθήνα να πάρω το Περί ηρώων. Κατευθυνόμενος στη Σόλωνος διέσχισα την Πατησίων στο ύψος του Μινιόν. Εκεί οι πολυκατοικίες έχουν υπόστεγα. Στρίβοντας λοιπόν από μια κολόνα, για πρώτη και μοναδική φορά στη ζωή μου, έπεσα πάνω σε έναν τυφλό που χτύπαγε την κολόνα με την άσπρη μαγκουρίτσα του.