‘ Το πρόβλημα που επιδιώκω να εντοπίσω και να αναδείξω σήμερα είναι η τεράστια ευκολία με την οποία χρησιμοποιούνται λέξεις ανύπαρκτες, «αυθαιρέτως και κατά το δοκούν πεποιημένες», μόνο και μόνο γιατί έτσι βολεύει τον/τους χρήστη/ες τους. Μάλιστα, με βάση και τη γνωστή θεωρία «για να το λέει αυτός, κάτι θα ξέρει», όταν κάποιο δημόσιο πρόσωπο χρησιμοποιεί μια τέτοιου είδους λέξη στον γραπτό ή τον προφορικό του λόγο, δεν αργούν και άλλοι να την επαναλάβουν, συμβάλλοντας έτσι στη βαθμιαία καθιέρωσή της.


Δύο είναι κυρίως οι μορφές με τις οποίες εκδηλώνεται το φαινόμενο αυτό – χωρίς να είναι απαραιτήτως και οι μόνες. Η πρώτη θα μπορούσε να αποκληθεί «ουσιαστικοποιημένα επίθετα» και η δεύτερη «επιθετοποιημένα ουσιαστικά».


Εχουμε, λοιπόν, και λέμε: η μοιραιότητα, η ραγδαιότητα, η ακραιότητα, η συμπαραστατικότητα, η εφικτότητα, η συμπλεγματικότητα, η ανισχυρία. Εννοείται ότι αυτές οι λέξεις δεν είναι επινοημένες από εμένα, με σκοπό να χαριτολογήσω ή να ενισχύσω την επιχειρηματολογία μου. Προέρχονται όλες από κείμενα ή ακροάματα που έπεσαν στην αντίληψή μου σχετικά πρόσφατα, με αποκορύφωμα ίσως την είδηση που άκουσα προ ημερών σε κανάλι μεγάλης θεαματικότητας, ότι «στην οδό Πανεπιστημίου είχαμε μια παράσυρση» (εννοώντας, όπως διαπίστωσα έκπληκτος, ότι αυτοκίνητο χτύπησε και τραυμάτισε πεζό).


Υπάρχει, όμως, και η αντίστροφη -ας την πούμε έτσι- τάση, και συγκεκριμένα η αυθαίρετη κατασκευή επιθέτων από ουσιαστικά, χάριν και πάλι μιας κακώς εννοούμενης ευκολίας. Εχουμε, έτσι, τα (ανύπαρκτα) επίθετα επιδραστικός, συγκροτησιακός, κατανοητικός, αλλά και ενοχικός, ατμοσφαιρικός, αποφασιστικός, εκφραστικός, τα οποία όμως χρησιμοποιούνται συχνότατα με λανθασμένη έννοια.


Αυτός, λοιπόν, που συνήθως λέγεται αποφασιστικός παράγοντας είναι αποφασιστικής σημασίας παράγοντας («αποφασιστικός» δεν σημαίνει καθοριστικός, κρίσιμος, αλλά αυτός που είναι αποφασισμένος, που χαρακτηρίζεται από αποφασιστικότητα), όπως ακριβώς δεν υπάρχει και ατμοσφαιρικό μπαρ, μια και το επίθετο αναφέρεται μόνο στην ατμόσφαιρα με την πρώτη της και όχι με τη μεταφορική της έννοια (ατμοσφαιρικός αέρας, ατμοσφαιρική πίεση, κ.ο.κ.). Ούτε βέβαια ο «Ριζοσπάστης» μπορεί ποτέ να είναι το εκφραστικό όργανο του ΚΚΕ. Κι αυτό, όχι μόνο γιατί η συγκεκριμένη εφημερίδα αποκλείεται εξ ορισμού να είναι «εκφραστική» με οποιαδήποτε έννοια, αλλά και γιατί αυτό που θέλει να πει το πεποιημένο επίθετο λέγεται κατ’ ανάγκην -αν λέγεται- «όργανο έκφρασης» του ΚΚΕ.


Αφήστε πια εκείνο το ατυχέστατο «εγώ είμαι ενοχικό άτομο» (με την έννοια εκείνου που ενοχοποιείται με το παραμικρό), το οποίο ακούω και βλέπω γραμμένο όλο και πιο συχνά. Ωστόσο, άλλο σημαίνει το συγκεκριμένο επίθετο, όπως καλά γνωρίζουν όσοι έχουν ακούσει να γίνεται λόγος για Ενοχικό Δίκαιο – το οποίο, παρεμπιπτόντως, δεν έχει καμιά σχέση με ενόχους, αθώους και ποινικές δίκες, αλλά αποτελεί απλώς το τμήμα εκείνο του Αστικού Δικαίου που ασχολείται με τις ενοχές (δηλαδή, τις σχέσεις μεταξύ δανειστών και οφειλετών με την ευρύτατη έννοια των όρων, με τις συναλλαγές).


Και για να ελαφρύνω κάπως την ατμόσφαιρα μετά από τόσες ενοχές αλλά και τόσους ενόχους γλωσσικής αυθαιρεσίας, φαίνεται πως το φαινόμενο επεκτείνεται βαθμιαία σε όλο και πιο comme il faut επαγγελματικούς χώρους. Μετά το νταμπλούχος, που καθιέρωσαν εδώ και χρόνια ορισμένοι αθλητικογράφοι για τον σύλλογο που παίρνει το νταμπλ (Πρωτάθλημα και Κύπελλο), προ ημερών άκουσα υψηλόβαθμο τραπεζικό στέλεχος να αναπτύσσει τα πλεονεκτήματα της νέας πιστωτικής κάρτας που διαθέτει η τράπεζά του, λέγοντας ότι έτσι «ο καρτούχος θα μπορεί να επωφελείται…». Για να δούμε τι άλλο θα ακούσουμε.’


Ο κ. Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής. Διδάσκει στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης και Λογοτεχνίας.