«Πρώτα κάνουμε ένα κουλουράκι και μετά στα δεξιά ένα ανάποδο μπαστουνάκι». Αυτός είναι ο ανόητος τρόπος με τον οποίο προσπαθούσε η δασκάλα στο δημοτικό να μας μάθει να γράφουμε το άλφα. Λες και επρόκειτο για ιδεόγραμμα. Κινέζικα κανονικά. Στην ερώτησή μου «και γιατί το μπαστούνι είναι ανάποδο», δεν είχε απάντηση. Έτσι επαναστάτησα.Δεν δεχόμουν το γεγονός ότι μπορούσε κι άλλος να είναι ανάποδος εκτός από εμένα, γι’ αυτό λοιπόν κι εγώ έγραφα το άλφα σαν ψαράκι. Σε νησί ήμουν, άρα ήταν απολύτως λογικό. Ύστερα το βαρέθηκα κι αυτό και υιοθέτησα την λατινική γραφή του (a). Έξαλλη η δασκάλα. Όταν με πλησίασε ευγενικά προσπαθώντας να με μεταπείσει, την αποστόμωσα. «Κυρία είναι ένα μήλο που έχει πέσει από το κλαδί. Νάτο εκεί στα δεξιά». Τα παράτησε. Εγώ πάλι όχι. Συνέχισα να αλλάζω τα γράμματα αναλόγως τις ορέξεις μου. Δεν μου άρεσε η ιδέα του κουλουριού με την ουρίτσα για το σίγμα, έτσι το έγραφα σαν κοντό 6. Δεν μπορώ να σας περιγράψω την απογοήτευσή μου όταν διαπίστωσα πως δεν υπάρχουν λέξεις που να γράφονται με τρία σίγμα. Το χειρότερό μου όμως ήταν τα γράμματα που δεν επιδέχονταν προσωπική πινελιά. Όπως το όμικρον, το ωμέγα, το γιώτα, το ύψιλον. Βαρετά φωνήεντα. Χωρίς ίχνος καλλιτεχνικής αξίας.

Υποθέτω πως τώρα θα με έχετε παρέξηγήσει. Πως είμαι από αυτούς τους τύπους που αναπολούν τα μαθητικά τους χρόνια με μια γλύκα σαν παστέλι που λιώνει στο στόμα. Από αυτούς που θα έδιναν τα πάντα -ή όσα τους έχουν απομείνει μετά και τα τελευταία οικονομικά μέτρα- για να γυρίσουν πίσω τον χρόνο. Εν μέρει δεν έχετε άδικο. Θέλω όντως να επιστρέψω στο δημοτικό. Μόνο που δεν με σπρώχνει η νοσταλγία, αλλά η ανάγκη. Έχω ξεχάσει να γράφω. Το συνειδητοποίησα πρόσφατα όταν έπρεπε να κρατήσω σημειώσεις για τη δουλειά μου. Θορυβήθηκα δεν σας κρύβω. Μα είναι δυνατόν; Έτσι έπιασα ένα τετράδιο και το βιβλιαράκι με τα αναγνώσματα της Μεγάλης Εβδομάδας κι άρχισα να αντιγράφω το “Αι γενεαί πάσαι”. Μετά από τριάντα λεπτά γραψίματος και πέντε δάχτυλα στα πρόθυρα της αγκύλωσης, είχα μία σελίδα γεμάτη μπρος-πίσω με 4-5 διαφορετικούς γραφικούς χαρακτήρες. Γράμματα πλάγια, καλλιγραφικά, στρογγυλεμένα, ίσια, τετραγωνισμένα. Ναι λοιπόν, έχω ξεχάσει να γράφω. Είναι γεγονός. Και είναι απολύτως λογικό. Όταν τα δάχτυλα έχουν συνηθίσει την άπλα του πληκτρολογίου, πώς να περιοριστούν γύρω από ένα στυλό; Το χέρι δεν μπορεί να υπολογίσει το κενό ανάμεσα στις λέξεις και ψάχνει αυτομάτως να βρει το space. Έσκισα την σελίδα και την πέταξα. Σκεπτόμενη με θλίψη πως μπορεί η κρίση να ανάστησε το επάγγελμα του τσαγκάρη, αλλά η τεχνολογία θα σκοτώσει αυτό των γραφολόγων. Δεν γράφουμε στο χέρι. Δεν υπάρχουν γραφικοί χαρακτήρες. Υπάρχουν χαρακτήρες που γίνονται γραφικοί.