Τιμ Ματιάκης
Ο καλλιτεχνικός διευθυντής της πειραματικής ομάδας «Corpus» του Βασιλικού Μπαλέτου της Δανίας αναρωτιέται ακόμη τι τον γοητεύει στον χορό.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Θυμάστε την πρώτη φορά που χορέψατε;
«Πρέπει να ήμουν πέντε ετών. Ηταν η εποχή της τρέλας με τον Μάικλ Τζάκσον. Εστηνα χορογραφίες με τις αδελφές μου. Μάλιστα νευρίαζα υπερβολικά αν έκαναν λάθος κάποιο βήμα».
Πώς βρεθήκατε σε μια τάξη μπαλέτου;
«Οι αδελφές μου ήθελαν να ξεκινήσουν. Οταν οι γονείς μου πήγαν να τις γράψουν στη Δημοτική Σχολή στη Λάρισα, ρώτησαν αν υπήρχε κάτι και για αγόρια και οι υπεύθυνοι έκαναν λόγο για ένα τμήμα γυμναστικής. Επρόκειτο τελικά για καθαρό μπαλέτο. Με θυμάμαι να κλαίω όταν μου ανακοίνωσαν ότι με έγραψαν σε σχολή χορού. Καράτε ήθελα να κάνω».
Και έπειτα;
«Μαγεία, ήδη από το δεύτερο μάθημα. Και ακόμη μέχρι σήμερα ψάχνω να βρω τι είναι αυτό που με μαγνητίζει στον χορό, τι «ανοίγεται» μέσα μου».
Ενα αγόρι που ξεκινά μπαλέτο στη Λάρισα. Μπούλινγκ δεχθήκατε;
«Oχι κάτι ιδιαίτερο. Θυμάμαι πάντως για μια περίοδο να το κρύβω από τους φίλους μου. Οταν μετακομίσαμε στη Στοκχόλμη οικογενειακώς και από μια μικρή σχολή βρέθηκα σε μια μεγάλη ακαδημία, ένιωσα απελευθέρωση. Πάντως αυτή η προκατάληψη θα συνεχίσει να υπάρχει. Αυτό που ξεφεύγει από τα συνηθισμένα ενοχλεί. Αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα της ανθρωπότητας. Και πάνω εκεί πρέπει να παλέψουμε και μέσω της τέχνης για την αποδοχή του άλλου».
Αν μένατε στη χώρα μας, θα γινόσασταν ο χορευτής που γίνατε;
«Δεν μπορώ να απαντήσω. Γενικά δεν μου αρέσει να «στήνω» την Ελλάδα στον τοίχο. Εφυγα στο εξωτερικό και συνέβησαν κάποια πράγματα. Αν έμενα, δεν μπορώ να γνωρίζω τι θα είχε γίνει».
Ο κλασικός χορός πάντως δεν είναι μέρος της ελληνικής κουλτούρας.
«Ναι, γιατί όταν ο Τσαϊκόφσκι έγραφε τον «Καρυοθραύστη» η Ελλάδα πάσχιζε να γίνει κράτος. Oι λόγοι που ο χορός δεν αποτελεί μέρος της ελληνικής κουλτούρας είναι ιστορικοί: Τουρκοκρατία, Μικρασιατική Καταστροφή, Εμφύλιος, χούντα».
Επιθέσεις με βιτριόλι, ίντριγκες. Ο χώρος σας είναι τόσο ανταγωνιστικός όσο λέγεται;
«Στο θέατρο γίνονται όλα πιο δραματικά. Πιστεύω όμως ότι ο χειρότερος ανταγωνισμός που αντιμετωπίζεις είναι ο εσωτερικός. Στον κλασικό χορό κυνηγάς πάντα αυτό που δεν μπορείς να φτάσεις, αυτό που πάντα απομακρύνεται. Αυτή είναι και η διαφορά της τέχνης από τον αθλητισμό. Σε έναν αγώνα δρόμου κερδίζει πάντα αυτός που θα έρθει πρώτος. Στην τέχνη δεν υπάρχουν ξεκάθαροι κανόνες…».
Σκεφτήκατε ποτέ να τα παρατήσετε;
«Πολλές φορές. Δεν ξέρω πόσους τραυματισμούς έχω περάσει. Καθημερινά ψάχνεσαι. Μερικές φορές βρίσκεις αυτό που θέλεις. Αλλες απελπίζεσαι. Καταλαβαίνεις ότι ίσως η θέλησή σου είναι ισχυρότερη από αυτά που μπορείς να δώσεις στην τέχνη σου».
Και η ματαιοδοξία, το κυνήγι των ρόλων, δεν υπάρχουν;
«Ο χορός είναι χτισμένος με ρόλους και οι χορευτές πολλές φορές ψάχνουν τον ρόλο, χάνοντας την ουσία. Το να είσαι πρωταγωνιστής φέρνει κάποια ευτυχία, αλλά έχοντας χορέψει πρώτους ρόλους δεν μπορώ να πω ότι έγινα πιο ευτυχισμένος».
Αρα περάσατε από αυτό το στάδιο.
«Ναι, και ήταν πέντε μαύρα χρόνια. Βγήκα από αυτή την κατάσταση στα 30 μου. Αναρωτήθηκα ξανά γιατί κάνω χορό. Και συνεχίζω να αναρωτιέμαι και να ψάχνω απαντήσεις. Ετσι μου δόθηκε μια καινούργια άνοιξη. Γιατί αν βρίσκεσαι στη σκηνή κυνηγώντας τον επόμενο ρόλο, δεν χορεύεις. Κάνεις απλά καριέρα».
Είστε ίσως ο μοναδικός Ελληνας που μπήκε στην ομάδα του Βασιλικού Μπαλέτου του Λονδίνου. Πώς ήταν;
«Ανήκα στην ομάδα των χορευτών που είχε προσλάβει ο νέος τότε διευθυντής. Επειτα εκείνος έφυγε και επικράτησε αναστάτωση. Από αστεράκι στη Σουηδία βρέθηκα να στέκομαι πίσω. Επειτα από έξι μήνες τα πράγματα αποκαταστάθηκαν. Ξεκίνησα να χορεύω και πήρα σπουδαία μαθήματα».
Οπως;
«Ηταν η εποχή που εκεί ήταν συγκεντρωμένα όλα τα μεγάλα αστέρια, όπως η Σιλβί Γκιγέμ, για παράδειγμα. Τους έβλεπες στη σκηνή να προσπαθούν να πλάσουν κάτι ζωντανό, όχι να παρουσιάζουν αυτό που είχαν μάθει».
Το 2016 αποσυρθήκατε από τη σκηνή. Ηταν δύσκολο;
«Ημουν 37 ετών. Κουβαλούσα τραυματισμούς. Το σώμα μου είχε φτάσει στα όριά του σε σχέση με το επίπεδο που ήθελα να κρατήσω. Την ίδια στιγμή, από το 2012 συνδιηύθυνα την πειραματική ομάδα Corpus στο Βασιλικό Μπαλέτο της Δανίας. Ηθελα να αφοσιωθώ σε αυτήν. Είναι συγκινητικό που ένας τέτοιος κλασικός οργανισμός όπως το Βασιλικό Μπαλέτο στηρίζει το Corpus, μια αυτόνομη μοντέρνα «κομπανία» χορού. Μοιάζει να επιστρέφουμε στην αρχή, γιατί στα μεγάλα αυτά θέατρα άνθησε το μπαλέτο. Και το δικό μου ερώτημα είναι: Μπορούμε να αρχίσουμε ξανά, διατηρώντας την παράδοση και την ίδια στιγμή να εξελισσόμαστε;».
Ως χορευτής στην Ελλάδα εμφανιστήκατε μόνο μία φορά. Ως χορογράφος θα θέλατε να παρουσιάσετε κάτι;
«Πολύ. Αλλά καταλαβαίνω ότι η χώρα πρέπει να στηρίξει πρώτα από όλα τις ελληνικές ομάδες. Εγώ επέλεξα να κάνω την καριέρα μου στο εξωτερικό. Δεν θεωρώ ότι δεν μου δόθηκε κάποια ευκαιρία ή ότι θα έπρεπε να μου δοθεί. Πάντως ο σύγχρονος χορός ανθεί. Υπάρχουν εξαιρετικοί καλλιτέχνες. Με το Corpus συνεργαστήκαμε με τον Γιάννη Μανταφούνη, για παράδειγμα».
Ελληνικούς χορούς χορεύετε;
«Αν πας σε ελληνικό γάμο, μπορείς να μη χορέψεις;».

