Καλώς το κι ας άργησε

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Το Κίνημα Αλλαγής μετά και την αρνητική εξέλιξη της διαγραφής Θεοχαρόπουλου, στον βαθμό που τα πολιτικά ζητήματα δεν λύνονται με διοικητικές κινήσεις, πολλώ μάλλον όταν το ΚΙΝΑΛ είχε παραμείνει πολυκομματικός οργανισμός, προχωρεί σε συνέδριο ενοποίησής του. Ετσι κι αλλιώς η ανάγκη αναπροσαρμογής της κεντρικής πολιτικής αφήγησης του Κινήματος Αλλαγής ήταν δεδομένη εδώ και πολύ καιρό. Πολλοί υποστήριζαν πως αν δεν γίνει μια μεγάλη κίνηση, τότε ο μικρός δικομματισμός θα ξαναγινόταν μεγάλος. Η σύγκληση του Συνεδρίου ενοποίησης μπορεί – υπό προϋποθέσεις – να αποβεί ένα θετικό γεγονός. Καλώς το και ας άργησε. Αλλά…
Μέχρι σήμερα το κόμμα τραμπαλιζόταν από την «κυβέρνηση εθνικής συνεννόησης» στη σκέτη «εθνική συνεννόηση», από το εκλογές «εδώ και τώρα» στο η Δεξιά «στρατηγικός αντίπαλος» και όχι ιδεολογικός που είναι και το σωστό, από την «τρίτη εντολή» ως εθελούσια παραδοχή ήττας και άντε πίσω στην αρχή, ανάλογα με τα αποτελέσματα της κάθε τελευταίας δημοσκόπησης. Ετσι αποξενωνόταν απ’ όσους έχουν ως κεντρική απαίτηση το να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ και ταυτοχρόνως έστελνε κατευθείαν στον ΣΥΡΙΖΑ όσους φοβούνται τον «όλεθρο» της ΝΔ. Αυτά ήταν και τα συμπτώματα που εμφάνιζε η ΔΗΜΑΡ μετά την αποχώρησή της από την τρικομματική. Γνωστή η κατάληξη.
Επίσης η στάση του κόμματος στο Μακεδονικό το έφερε σε πλήρη ρήξη με τον φιλοευρωπαϊκό αντιεθνικισμό, μη επιτρέποντάς του να αποφύγει την εργαλειοποίηση που επιδίωξε ο κ. Τσίπρας και δεν το βοήθησε να κερδίσει τίποτα στο εσωτερικό. Στη δημοσκόπηση της Metron Analysis που δημοσιεύθηκε στο «Βήμα» (3.2.2019) μόνο το 11% θεωρεί σημαντικότερο πρόβλημα το Μακεδονικό, σε αυτήν δε της RASS μόνο το 21,4% δηλώνει ότι θα καθορίσει την ψήφο του από τη Συμφωνία των Πρεσπών. Αυτοί είτε παραμένουν στη ΝΔ ή πηγαίνουν στην Ακροδεξιά. Η ενδυνάμωση της Χρυσής Αυγής και του κόμματος Βελόπουλου το επιβεβαιώνει. Ενώ αντιθέτως στον κεντροαριστερό χώρο, μετά αυτόν της Αριστεράς, συγκεντρώνεται η μεγαλύτερη συναίνεση, 20%, απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών. Φαίνεται πως η στάση υπέρ ενός φοβικού «πατριωτισμού» που δεν συνάδει με τις αρχές της σοσιαλδημοκρατίας δεν έχει εκλογικά οφέλη. Την ίδια στιγμή στη δημοσκόπηση της Metron Analysis το 40% και το 18% θεωρούν την οικονομία και την ανεργία αντίστοιχα ως τα δύο μείζονα προβλήματα, ενώ σε αυτήν της RASS το 47,5% θεωρεί ότι η ψήφος του θα καθοριστεί από τις προτάσεις για βελτίωση της καθημερινότητάς του.
Τι να κάνει επομένως το ΚΙΝΑΛ; Μήπως να κάνει στροφή προς τα «αριστερά» (λέγε με και ΣΥΡΙΖΑ), όπως κάποιοι τού ζητούν από καιρό, ενώ κάποιοι άλλοι οψίμως με επιστολές τους το κατηγορούν για συνεργασία με τη ΝΔ, έχοντας και οι δύο ανακαλύψει τη γοητεία του κ. Τσίπρα και των αντοχών του ΣΥΡΙΖΑ. Στην προαναφερθείσα δημοσκόπηση της Metron Analysis στους αριστερούς το ΚΙΝΑΛ προτιμούν το 3,2%, στους κεντρώους το 8,6% και στους κεντροαριστερούς το 15,1%. Την ίδια στιγμή σε ερώτηση της RASS για το «ποιος εκφράζει καλύτερα τον χώρο της Κεντροαριστεράς;», το 37,2% απαντά πως αυτός είναι το Κίνημα Αλλαγής και η Φώφη Γεννηματά, το 28,15% ότι είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλ. Τσίπρας, το 29,8% κανείς. Ας προσεχθεί αυτό το «κανείς». Το ενιαίο κόμμα πρέπει να εμπνεύσει αυτό το 30%. Πώς όμως;
Κατ’ αρχάς το Κίνημα Αλλαγής αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να εφευρεθεί τώρα. Ποτέ δεν είχε μεγαλύτερη ανάγκη η χώρα από ένα σοβαρό, συγκροτημένο και ανανεωμένο σε πρόσωπα και ιδέες σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Μόνο η δική του ενίσχυση θα σημάνει τη στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ. Η ενίσχυσή του όμως βρίσκεται σε όσα ανέφερε στη συνέντευξή του στο «Βήμα» στους Δήμητρα Κρουστάλλη και Σήφη Πολυμίλη ο Κώστας Σημίτης. «Θα πρέπει να αποφευχθούν οι συνεχείς εκλογικές αναμετρήσεις, οι εναλλαγές κυβερνήσεων και η συνέχεια της αβεβαιότητας που κυριαρχεί σήμερα. Το ΚΙΝΑΛ οφείλει να συμβάλει στην πολιτική σταθερότητα προωθώντας ταυτόχρονα το δικό του πρόγραμμα». Αυτό πρέπει να εγγυηθεί τη μετεκλογική κυβερνητική σταθερότητα της χώρας. Διλήμματα όπως «πρόοδος ή συντήρηση» διευκολύνουν τη γραμμή ΣΥΡΙΖΑ, ενώ η γραμμή των ίσων αποστάσεων δεν επιτρέπει στο κόμμα να συναντηθεί με το κυρίαρχο αίτημα που είναι η απομάκρυνση του ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία. Πολιτική σημαίνει σύγκρουση και σύνθεση και όχι «ίσες αποστάσεις», όπως ανέφερε ο Νίκος Ανδρουλάκης στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το ότι το ΚΙΝΑΛ απέφυγε να ενοποιηθεί πολιτικά, παραμένοντας μια ομοσπονδία κομμάτων και προσωπικοτήτων, με διορισμένα όργανα, το οδήγησε ώστε εντός της παράταξης να παίζουν παιχνίδι προσωπικές τακτικές «στρατηγών» χωρίς στρατούς. Επίσης, λόγω της μη ενοποίησης, από τη μια οι προερχόμενοι από το ΠαΣοΚ, βλέποντας να μη μεγαλώνουν τα ποσοστά, ζητούν την «περιχαράκωση» στο παλιό καλό ΠαΣοΚ και από την άλλη οι προερχόμενοι από τα μικρότερα κόμματα και τις κινήσεις πελαγοδρομούν ανάμεσα σε ένα αντι-ΣΥΡΙΖΑ πνεύμα και σε μια έντονη καχυποψία έναντι των προερχομένων από το ΠαΣοΚ. Η μη ενοποίηση δεν διευκόλυνε την ώσμωση των χώρων. Ωσμωση που είναι προϋπόθεση για να προσελκύσει και άλλους που ποτέ δεν είχαν ψηφίσει τα κόμματα που απαρτίζουν το Κίνημα Αλλαγής. Το 30% που ήδη αναφέρθηκε εδώ.
Αν το Συνέδριο γίνει στη βάση πραγματικών ιδεολογικών αφηγήσεων για το πώς φαντάζεται το κάθε ρεύμα εντός του χώρου τη συγκρότηση της ενιαίας σοσιαλδημοκρατίας, τότε ίσως αποτελέσει την αφετηρία για την αναγέννηση του χώρου. Κυρίως οι νέοι άνθρωποι στο κόμμα δεν μπορούν να προχωρήσουν χωρίς μια σύγχρονη ιδεολογική αφήγηση.
Βεβαίως, πρώτον, δεν νοείται καμία ενοποίηση χωρίς αυτοδιάλυση και όχι απλώς αναστολή της λειτουργίας των υπαρχόντων κομμάτων και κινήσεων και, δεύτερον, δεν νοείται σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα όπου να μην αναγνωρίζεται η πολυτασικότητα με πλειοψηφίες και μειοψηφίες.
Ο κ. Γιώργος Σιακαντάρης είναι δρ Κοινωνιολογίας.

