Ο Σεμπαστιάν Ροσέ, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Γκρενόμπλ, ειδικός στο ζήτημα της αστυνομικής βίας απέναντι στους νέους, μίλησε στο «Βήμα» για την κοινωνική έκρηξη στη Γαλλία.

Γιατί βλέπουμε τόσο μεγάλη έκρηξη βίας;

«Το γιατί δεν μπορούμε να το πούμε, διότι η κατάσταση είναι ακόμη ρευστή. Οι διακρίσεις και η βία εις βάρος των νέων τούς ωθούν να απορρίπτουν την αστυνομία. Το ζήτημα όμως είναι βαθύτερο, η βία ωθεί τους νέους να απορρίπτουν συνολικά τους θεσμούς. Ενας έφηβος που στα 13 υφίσταται αστυνομική βία, το θυμάται και μετά τα 30. Οι γαλλικές πολιτικές ελίτ δεν αντιλαμβάνονται την έλλειψη εμπιστοσύνης των νέων στους θεσμούς. Δεν είναι αποκλειστικά γαλλικό φαινόμενο, παρατηρούμε το ίδιο και στις ΗΠΑ».

Σε τι διαφέρουν οι πρόσφατες ταραχές στη Γαλλία με εκείνες στο Λος Αντζελες το 1992 και στα γαλλικά προάστια το 2005;

«Δεν διαφέρουν πολύ, το σχήμα είναι το ίδιο: ο ρόλος της αστυνομίας είναι να προστατεύει τους πολίτες. Οταν η αστυνομία, αντί να προστατεύει, σκοτώνει, τότε το σοκ των πολιτών και το αίσθημα αδικίας είναι τεράστια».

Ολοι οι νεαροί που συμμετείχαν στις ταραχές μοιράζονται το ίδιο αίσθημα αδικίας;

«Σε μια εξέγερση υπάρχουν ομάδες με διαφορετική «ατζέντα». Υπάρχουν οι απεγνωσμένοι που εκδικούνται την αστυνομία βανδαλίζοντας, οι εγκληματίες που βρίσκουν ευκαιρία για πλιάτσικο, έφηβοι που απλώς ακολουθούν, υπάρχουν επίσης οι ειρηνικοί διαδηλωτές».

Υποστηρίζετε ότι όταν οι πολιτικοί δεν θέλουν να αλλάξει τίποτε, μιλούν για δεοντολογία και για αλλαγή της εκπαίδευσης των αστυνομικών. Τι εννοείτε;

«Εργάστηκα επί δεκαετία ως ειδικός σύμβουλος του ΟΗΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης, σε χώρες της Μεσογείου, στο Μαρόκο, την Τυνησία, την Τουρκία, την Αίγυπτο, τον Λίβανο, και είδα τι έκαναν οι κυβερνώντες: έφτιαχναν έναν κώδικα δεοντολογίας, τον υπέβαλλαν στις διεθνείς οργανώσεις για να δείξουν τις καλές τους προθέσεις και υπόσχονταν ότι θα αλλάξουν τον τρόπο εκπαίδευσης των αστυνομικών. Αυτό δεν χρησιμεύει σε τίποτε γιατί οι αστυνομικοί δρουν με βάση τις εντολές της πολιτικής εξουσίας και την παράδοση της αστυνομίας κάθε χώρας».

Τι πρέπει, συνεπώς, να γίνει;

«Τα όπλα είναι αυτά που σκοτώνουν. Αν δεν ενδιαφερθεί το κράτος για το είδος των όπλων που δίνει στους αστυνομικούς, δεν θα αλλάξει ο τρόπος που οι αστυνομικοί τα χρησιμοποιούν».

Η κατάργηση του νόμου του 2017, του σοσιαλιστή Μπερνάρ Καζνέβ, τότε πρωθυπουργού της Γαλλίας (νόμος που διεύρυνε τη δυνατότητα χρήσης των πυροβόλων όπλων από τη γαλλική αστυνομία) θα συνέβαλλε στον περιορισμό της αστυνομικής βίας;

«Ασφαλώς, διότι οι αστυνομικοί είναι επαγγελματίες που δρουν σε μια οργάνωση με κανόνες. Πρέπει να αλλάξουμε τους κανόνες βάσει των οποίων λειτουργεί η αστυνομία και να φροντίσουμε οι νέοι κανόνες να τηρηθούν. Και να αναγνωρίσουμε το πρόβλημα ότι στη Γαλλία οι αστυνομικοί ασκούν διακρίσεις εις βάρος πολιτών εξαιτίας της καταγωγής τους».

Πολιτικά ποιος ωφελείται από την έκρηξη της βίας;

«Λόγω της αταξίας που έχει δημιουργηθεί, προφανώς ωφελείται η Ακροδεξιά της Λεπέν, κατ’ εξοχήν κόμμα του νόμου και της τάξης. Επειδή όμως υπάρχει διάχυτο το αίσθημα της αδικίας, από αυτό ωφελείται συνήθως η Αριστερά, που μάχεται κατά της αδικίας. Ο Μακρόν ωστόσο δεν τα πήγε άσχημα ως προς τη διαχείριση της κρίσης».

«Ταραξίες του 2005 σήμερα είναι απολύτως ενταγμένοι»

O Φαμπιέν Τρουόνγκ, καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Paris VIII, εξηγεί στο «Βήμα» γιατί η έκρηξη της βίας στη Γαλλία είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένης πολιτικής για την ασφάλεια, η οποία εφαρμόζεται τα τελευταία 30 χρόνια.

Υποστηρίζετε ότι η βία των τελευταίων ημερών στη Γαλλία είναι πολιτική. Γιατί;

«Διότι οι έφηβοι που εξεγείρονται, το κάνουν αυθόρμητα γιατί ταυτίζονται απολύτως με τον 17χρονο Ναέλ που σκοτώθηκε από πυρά αστυνομικού. Σκέφτονται ότι θα μπορούσαν να είναι στη θέση του. Η οργή αυτή καταδεικνύει ένα δομικό πρόβλημα, ότι ο θάνατος του Ναέλ δεν ήταν ατύχημα, είναι αποτέλεσμα της κατασταλτικής πολιτικής της τελευταίας τριακονταετίας. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής, εξέλιπε ο θεσμός «του αστυνομικού της γειτονιάς», ο οποίος μιλούσε με τους εφήβους της γειτονιάς, τους γνώριζε (σ.σ.: τον θεσμό κατήργησε ο Νικολά Σαρκοζί το 2004, ως υπουργός Εσωτερικών). Πρόκειται για μια σιωπηρή οργή που εκφράζει όλους τους εφήβους που νιώθουν φτωχοί και αποκλεισμένοι. Αυτό το αίσθημα ενισχύεται και από τις θέσεις της Ακροδεξιάς, η οποία αντιμετωπίζει στα ΜΜΕ και στα social media τους νέους ως δυνάμει ταραξίες».

Ποιες θα είναι οι πολιτικές συνέπειες αυτής της κρίσης;

«Αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα. Τα πρώτα θύματα της κρίσης είναι δυστυχώς οι ίδιοι οι κάτοικοι των λαϊκών περιοχών που πλήττονται από τις καταστροφές στις υποδομές (μέσα μαζικής μεταφοράς) και τις λεηλασίες των καταστημάτων. Η Ακροδεξιά προφανώς ωφελείται και ζητεί μεγαλύτερη καταστολή χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι τα γεγονότα είναι απόρροια της διακοπής του διαλόγου ανάμεσα στο κράτος και τους νέους. Απόδειξη της ενίσχυσης των θέσεων της Ακροδεξιάς είναι ότι συλλέχθηκε ένα εκατομμύριο ευρώ υπέρ του αστυνομικού που σκότωσε τον Ναέλ. Τα επιχειρήματα της Ακροδεξιάς όμως αποδυναμώνονται από το γεγονός ότι σε αυτή την υπόθεση έχουμε ένα νέο στοιχείο, το βίντεο του φόνου, το οποίο όχι μόνον διαψεύδει την εκδοχή της αστυνομίας αλλά αναγκάζει όλη τη Γαλλία να παραδεχθεί ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα αστυνομικής βίας».

Αρα το βίντεο, και κατ’ επέκτασιν τα social media, τα οποία τόσο κατηγορούνται, συνέβαλαν στο να αποκαλυφθεί η αλήθεια;

«Η αλήθεια και το ψέμα, αφού η εκδοχή της αστυνομίας απεδείχθη ψευδής. Αυτή τη φορά, εξαιτίας των εικόνων, η διερεύνηση της υπόθεσης θα προχωρήσει πολύ πιο γρήγορα, όχι όπως συνέβη με τα γεγονότα του 2005, όπου χρειάστηκαν δέκα χρόνια για να αποφανθεί η Δικαιοσύνη για το τι ακριβώς συνέβη».

Εχοντας εργαστεί ως καθηγητής σε σχολεία στα προάστια, αντιλαμβάνεστε τον ρόλο της εκπαίδευσης στην αντιμετώπιση των φαινομένων βίας. Τι έχει αλλάξει στη γαλλική εκπαίδευση την τελευταία δεκαετία; Γνωρίζουμε ότι οι μισθοί των εκπαιδευτικών παραμένουν χαμηλοί.

«Αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα. Χρειάζονται περισσότεροι πόροι για την εκπαίδευση, περισσότεροι καθηγητές, περισσότερα χρήματα. Να επισημάνω επίσης ότι η φτώχεια στα γαλλικά προάστια αυξάνεται, όσο και αν μοιάζει παράδοξο, επειδή έχουμε και success stories: όταν οι έφηβοι των προαστίων έχουν καλύτερες επιδόσεις στο σχολείο και συνεχίζουν τις σπουδές τους, τότε και οι οικογένειές τους μετακομίζουν σε καλύτερες γειτονιές, γιατί επενδύουν στο μέλλον των παιδιών τους, και στη θέση τους εγκαθίστανται άνθρωποι φτωχότεροι. Γνωρίζω πολλούς νέους που συμμετείχαν στις ταραχές του 2005, οι οποίοι σπούδασαν και σήμερα εργάζονται και είναι απολύτως ενταγμένοι».