Ο 27χρονος γιος της, εθελοντής οδηγός ασθενοφόρου στην Παλαιστινιακή Ερυθρά Ημισέληνο, διαμελίστηκε την περασμένη εβδομάδα από βομβαρδισμό των Ισραηλινών στη Γάζα, την ώρα που οδηγούσε. Οταν την ειδοποίησαν, «ήθελα να τρέξω να ξαναδώ το πρόσωπό του». Οταν κατάφερε, εν μέσω νέων βομβαρδισμών, να φτάσει τελικά στο νοσοκομείο Σίφα, δεν μπόρεσε να δει το πρόσωπο του παιδιού της. «Δεν είχε μείνει κεφάλι στο σώμα» εξηγεί στο «Βήμα» κλαίγοντας, από το σπίτι της μάνας της στη Λωρίδα της Γάζας, η Ναουάζ Αμπού Λιμπντέχ, υπεύθυνη για τα οικονομικά και τη διοίκηση στη βρετανική ΜΚΟ Medical Aid for Palestinians (MAP).

«Είμαι 53 χρονών» μας συστήνεται, εν μέσω αναφιλητών. «Εχω ζήσει πέντε μεγάλους πολέμους στη Γάζα. Στους προηγούμενους, βίωσα απώλειες συγγενών και φίλων. Το 2021 υπέστη ζημιές το σπίτι που είχα αγοράσει μόλις δύο μήνες νωρίτερα. Ημουν φοβερά στενοχωρημένη. Δεν φανταζόμουν ότι θα ερχόταν η μαύρη μέρα που θα έχανα τον πρωτότοκο γιο μου και το σπίτι μου σχεδόν ταυτόχρονα» λέει με στόμα αφυδατωμένο από την έλλειψη νερού και το κλάμα.

Η Λιμπντέχ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σπίτι της στην περιοχή Aλ Ριμάλ, την «ωραιότερη γειτονιά της Γάζας, που σήμερα είναι συντρίμμια», ήδη από την πρώτη ημέρα των βομβαρδισμών γιατί «ήμασταν στο πεδίο βολής των ισραηλινών δυνάμεων».

Η τρίτη ημέρα του πολέμου ήταν η «μαύρη Δευτέρα» της ζωής της: «Ο γιος μου Mαζντ, που από το 2018 έσπευδε πάντα να βοηθήσει ανιδιοτελώς τους συνανθρώπους του, το χρυσό παιδί μου που δούλευε εθελοντικά σε ασθενοφόρο και οι συνάδελφοί του αποκαλούσαν «καθαρή καρδιά», έγινε στόχος. Και έγινε κομμάτια. Χωρίς να ανήκει σε κανένα πολιτικό κόμμα ή οργάνωση. Χωρίς να έχει πειράξει ποτέ κανέναν» αφηγείται απαρηγόρητη, βγάζοντας πνιχτούς λυγμούς, η παλαιστίνια μάνα.

Τον εκτοπισμό της ίδιας και των τεσσάρων επιζησάντων παιδιών της από το κατεστραμμένο σπίτι τους στην πόλη της Γάζας προς τον Νότο τον διακρίνει σε πέντε φάσεις. Ξεκίνησε πέντε ημέρες, μας διευκρινίζει, προτού ανακοινώσει το Ισραήλ ότι οι κάτοικοι στη Βόρεια Κοιλάδα της Λωρίδας της Γάζας πρέπει να μετακινηθούν στη Νότια Κοιλάδα. Αρχικά, εγκατέλειψαν το διαμέρισμά τους οικογενειακώς με αμάξι.  Οταν άδειασε το ντεπόζιτο, «πήραμε ταξί, που πληρώσαμε τριπλάσια τιμή. Κινηθήκαμε απευθείας προς Νότο» αφηγείται. Κάθε φορά που οι Ισραηλινοί στόχευαν πολυκατοικίες στη νέα γειτονιά, όπου η οικογένεια της Λιμπντέχ είχε βρει προσωρινά ένα κατάλυμα, «μετακινούμασταν ξανά. Ετσι γλιτώσαμε ως τώρα».

Μαζί με τη δική της οικογένεια εκτοπίστηκαν, υπολογίζει, περί τα 650.000 άτομα. Ολοι προς Νότο. «Και όλοι μέσα σε μία ημέρα. Οι περισσότεροι δεν βρήκαν μεταφορικό μέσο. Τους βλέπαμε να διανύουν τη διαδρομή με τα πόδια». Μία ημέρα πριν από την επικοινωνία μας αυτή την εβδομάδα, η Λιμπντέχ είχε φτάσει στο σπίτι της μητέρας της, στο Χαν Γιουνίς, 35 χιλιόμετρα μακριά από το κατεστραμμένο διαμέρισμά της, όπου φιλοξενείται μαζί με τους τρεις αδελφούς της, την αδελφή της και τα 15 παιδιά τους.

Βασικό πρόβλημα η έλλειψη νερού

Η απόφαση που πήρε, για την ώρα, είναι «να μη φύγουμε από εδώ. Δεν υπάρχουν ασφαλή μέρη στη Γάζα. Χθες βράδυ έγινε ο σφοδρότερος βομβαρδισμός έως σήμερα. Βλέπαμε τα αεροπλάνα, τους καπνούς, κρατούσαμε την αναπνοή μας. Δεν ξέρεις πότε θα γίνεις εσύ ο επόμενος στόχος. Ζούμε μόνο με τα σώματα, χωρίς αναπνοή». Ασφαλή, συνεχίζει, είναι πλέον μόνο τα σχολεία του Οργανισμού Περίθαλψης και Αποκατάστασης των Ηνωμένων Εθνών (UNRWA), που όμως «είναι γεμάτα εκτοπισμένους, περισσότερους από 15.000 το καθένα. Κοιμούνται στο πάτωμα, χωρίς νερό, χωρίς είδη υγιεινής». Υπό τους βομβαρδισμούς, το βασικό πρόβλημα στη Λωρίδα παραμένει η έλλειψη νερού, τονίζει η Λιμπντέχ. «Ερχεται κάθε τρεις ημέρες, και δεν είναι πόσιμο. Προσπαθούμε να αντλήσουμε από τις δεξαμενές, αλλά έχουν κόψει το ρεύμα. Οσοι μπορούν, δανείζονται γεννήτριες. Εμείς το κουβαλάμε με κουβά και το βράζουμε στην ταράτσα, ανάβοντας φωτιά».Παρατηρεί πως έχει ξεκινήσει έλλειψη «σχεδόν σε όλα τα είδη διατροφής, συμπεριλαμβανομένου του βρεφικού γάλακτος και βασικών φαρμάκων». Καθημερινά, εκατοντάδες άτομα περιμένουν μπροστά στους φούρνους, διακινδυνεύοντας, «έξι-οκτώ ώρες και τις περισσότερες φορές τελειώνει το ψωμί πριν φτάσει η σειρά τους. Ζούμε με κονσέρβες. Ως πότε;».

Υπάρχει φόβος και για τα καύσιμα, προσθέτει. «Το υπουργείο Υγείας ανακοίνωσε ότι το σύστημα υγείας είναι πριν από την κατάρρευση, λόγω της έλλειψής τους. Οι ΜΕΘ για βρέφη είναι χωρίς ρεύμα από την έναρξη του πολέμου». Τα αποθέματα καυσίμων του UNRWA επίσης οδεύουν προς εξάνλτηση και, όπως ανακοίνωσε ο Οργανισμός, «εάν δεν γίνει άμεση αναπλήρωσή τους, θα σταματήσει να παράσχει τις υπηρεσίες του. Τα πάντα κρέμονται στη Γάζα από μια κλωστή» λέει η Λιμπντέχ.

Πώς καταφέρνει τόση ώρα και μας μιλάει, μέσω WhatsApp, ενώ το 90% του πληθυσμού στη Λωρίδα δεν έχει σύνδεση αφού, όπως λέει, «βομβαρδίστηκαν και οι πύργοι τηλεπικοινωνίας»; «Οσοι μπορούμε και έχουμε σύνδεση, επειδή συνεργαζόμαστε με ξένους φορείς, στέλνουμε να φορτίσουν τα κινητά μας στο πλησιέστερο τζαμί, νοσοκομείο ή παράρτημα του UNRWA, εφόσον έχουν ρεύμα». Επειδή εργάζεται σε βρετανική ΜΚΟ, «εγώ ενδέχεται να βρω μια διέξοδο» διαπιστώνει αμφίθυμη. «Οι υπόλοιποι άνθρωποι της Λωρίδας όμως πού θα πάνε;» αναρωτιέται. «Ακόμα και τα σύνορα με την Αίγυπτο δεν ανοίγουν. Στη Γάζα είμαστε παγιδευμένοι. Και ακόμη ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει».