Ενα από τα πιο εμβληματικά κτίρια στην πόλη των Καννών, εκεί όπου κάθε χρόνο πραγματοποιείται το μεγαλύτερο κινηματογραφικό φεστιβάλ του κόσμου, είναι το ξενοδοχείο «Carlton» στην παραλιακή λεωφόρο Κρουαζέτ, το οποίο από το 1913 που εγκαινιάστηκε μέχρι τους καιρούς μας έχει φιλοξενήσει τεράστιες προσωπικότητες όχι μόνο του σινεμά αλλά όλων των τεχνών. Κατά τη διάρκεια του ετήσιου κινηματογραφικού φεστιβάλ το «Carlton» είναι το σημείο όπου κλείνονται συμφωνίες εκατομμυρίων και το γεγονός ότι στην εφετινή διοργάνωση, τον περασμένο Μάιο, παρέμεινε κλειστό λόγω ανακαίνισης (θα ανοίξει το 2023) σήμανε μια μεγάλη απώλεια για το κλίμα του φεστιβάλ. Ο εξωτερικός χώρος του ήταν περιφραγμένος από ειδικά ξύλινα πάνελ στα οποία απεικονίζονταν καλλιτέχνες που έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους στις Κάννες. To «Carlton», όμως, όπως θα το περίμενε κανείς, έχει φιλοξενήσει και γυρίσματα ταινιών, κορωνίδα των οποίων παραμένει «Το κυνήγι του κλέφτη» («To Catch a Thief», 1955) του Αλφρεντ Χίτσκοκ: το 1954 ο κορυφαίος σκηνοθέτης χρησιμοποίησε το «Carlton» για τα γυρίσματα της ρομαντικής του περιπέτειας, της απόλυτης, ίσως, «καλοκαιρινής» ταινίας του, στην οποία παρακολουθούμε τα κατορθώματα ενός πρώην διαρρήκτη (Κάρι Γκραντ) που θα βρεθεί και πάλι στην κορυφή της λίστας των υπόπτων όταν μια σειρά κλοπών θα πλήξει τη Γαλλική Ριβιέρα. Ο μετρ δίνει αυτή τη φορά μεγαλύτερη σημασία στο κοσμικό χιούμορ και ο Κάρι Γκραντ με την αεράτη παρουσία του καταφέρνει να κρατήσει τη ματιά μας συνεχώς πάνω του δίπλα στην εκθαμβωτική Γκρέις Κέλι. Αυτή μάλιστα ήταν η τελευταία συνεργασία του Χιτς με τη μούσα του, η οποία λίγο αργότερα επρόκειτο να στεφθεί πριγκίπισσα του Μονακό και να εγκαταλείψει τη μεγάλη οθόνη και τον σκηνοθέτη που τόσο πολύ την είχε λατρέψει. Οπως, εξάλλου, μας θυμίζει και η αρχή της ταινίας του Ολιβιέ Νταάν «Γκρέις του Μονακό» («Grace of Monaco», 2014), ο Αλφρεντ Χίτσκοκ (τον υποδύεται ο Ρότζερ Αστον-Γκρίφιθς) θα πήγαινε προσωπικά στο πριγκιπάτο (Νικόλ Κίντμαν) προκειμένου να την παρακαλέσει να επιστρέψει για μια νέα συνεργασία τους, κάτι που δεν έγινε ποτέ. Η ταινία του Νταάν, γυρισμένη στο Μονακό, εστιάζει στην κρίση του γάμου της Κέλι με τον πρίγκιπα Ρενιέ Γ’ του Μονακό (Τιμ Ροθ) κατά τη διάρκεια της πολιτικής διαμάχης ανάμεσα στον τελευταίο και στον Σαρλ ντε Γκωλ, αλλά και στη σκιά μιας επαπειλούμενης γαλλικής εισβολής στην πατρίδα των Μονεγάσκων στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Κάννες, Μονακό, Νίκαια, Αντίμπ, Σεν Τροπέ. Η αλήθεια είναι ότι εικόνες από όλες οι περιοχές της Κυανής Ακτής διαδέχονται η μία την άλλη στις δεκάδες ταινίες που τις έχουν ως φόντο και εν τέλει η αίσθηση που σου αφήνουν – ανεξαρτήτως μάλιστα του κινηματογραφικού είδους στο οποίο ανήκουν – είναι πάνω-κάτω η ίδια: καυτός ήλιος, χρυσές αμμουδιές, γαλάζια θάλασσα, καθαρός ουρανός, χαλάρωση, χρήμα, όμορφες γυναίκες και playboys.
Ερωτας και έγκλημα
Ανάµεσα στις χαρακτηριστικές ταινίες του γαλλικού σινεµά που έχουν συνδέσει την ιστορία τους με σκηνές γυρισμένες σε περιοχές της Κυανής Ακτής είναι το «Και ο Θεός… έπλασε τη γυναίκα» («Et Dieu… créa la femme», 1956) του Ροζέ Βαντίμ με την Μπριζίτ Μπαρντό να ανάβει φωτιές στο Σεν Τροπέ κολάζοντας τον Ζαν-Λουί Τρεντινιάν και τον Κουρντ Γιούργκενς ενώ χόρευε ξυπόλυτη. Ο Τρεντινιάν ήταν ο σταρ και στο «Ενας άνδρας και μια γυναίκα» («Un homme et une femme», 1966), το αλησμόνητο και βραβευμένο με Οσκαρ love story του Κλοντ Λελούς με συμπρωταγωνίστρια την Ανούκ Εμέ. Σκηνές εκείνης της ταινίας είχαν γυριστεί στο Μόντε Κάρλο, καθώς ο ήρωας του Τρεντινιάν είναι οδηγός αγώνων ταχύτητας.
Το Σεν Τροπέ στα τέλη των 60s, με την κοσμοπολίτικη ησυχία και τον υπνωτικό ήλιο του, είναι το φόντο του ατμοσφαιρικού ερωτικού θρίλερ «Η πισίνα» («La piscine», 1969) που γύρισε ο Ζακ Ντερέ. Στην ταινία, ο Αλέν Ντελόν και ο Μορίς Ρονέ είναι η γάτα και ο ποντικός που έχουν ως λάφυρο τη Ρόμι Σνάιντερ, ερωτική σύντροφο του πρώτου η οποία πολιορκείται από τον δεύτερο. Οι ερωτικές σκηνές των Ντελόν – Σνάιντερ γύρω από την (και μέσα στην) πισίνα απηχούσαν το αληθινό και θρυλικό ειδύλλιό τους, το οποίο έληξε άδοξα, ενώ μια νεότατη Τζέιν Μπίρκιν αφήνει στην ταινία το σέξι αποτύπωμά της.
Μερικά χρόνια αργότερα, το 1975, η Σνάιντερ θα λάμβανε μέρος σε μια ακόμα ερωτική ιστορία εγκλήματος με φόντο τον Σεν Τροπέ: στο «Αθώοι με βρώμικα χέρια» («Les innocents aux mains sales»), ένα σκληρό νουάρ του Κλοντ Σαμπρόλ, στόχος είναι ο Ροντ Στάιγκερ στον ρόλο του συζύγου της Σνάιντερ, η οποία σχεδιάζει να τον δολοφονήσει με συνεργό τον εραστή της (Πάολο Τζιούστι). Αυτή η ταινία μάλιστα έχει μια αύρα από την «Πισίνα», η οποία τελικά έχει εμπνεύσει αρκετούς κινηματογραφιστές. Το 2003 ένας άλλος γάλλος σκηνοθέτης, ο Φρανσουά Οζόν, θα ονόμαζε το δικό του ερωτικο-ψυχολογικό θρίλερ «Swimming Pool», προφανώς ως homage στην ταινία του Ντερέ. Αυτή τη φορά, όμως, παρότι «τερέν» θα είναι και πάλι μια πισίνα βίλας, όχι ακριβώς στη Γαλλική Ριβιέρα αλλά στη Λουμπερόν, επίσης στον γαλλικό Nότο, η «μονομαχία» θα είναι γένους θηλυκού: στη μία πλευρά η «στεγνή» βρετανίδα συγγραφέας (Σαρλότ Ράμπλινγκ) και στην άλλη η πανέμορφη κόρη του εκδότη της, η δροσερή, χυμώδης και ατίθαση Λουντιβίν Σανιέ. Ποια θα νικήσει;
Χαμόγελα στην άμμο
Η κωμωδία είναι ένα είδος που ταιριάζει στις ταινίες που εκτυλίσσονται με φόντο τη Γαλλική Ριβιέρα και μια από τις πιο επιτυχημένες κωμωδίες του γαλλικού κινηματογράφου, το «Κλουβί με τις τρελές» («La cage aux folles», 1978) του Εντουάρ Μολιναρό, γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στο Σεν Τροπέ, όπου βρισκόταν το γκέι κλαμπ των Ούγκο Τονιάτσι και Μισέλ Σερό που πρωταγωνιστούν. Ποιος φαν της γαλλικής κωμωδίας δεν θυμάται τη σειρά ταινιών του τεράστιου (και δυστυχώς υποτιμημένου) κωμικού Λουί ντε Φινές, στις οποίες υποδύεται το αστέρι της ομάδας χωροφυλάκων του Σεν Τροπέ, τον Λουντοβίκ Κρουσό; Η πρώτη φορά που ο Ντε Φινές φόρεσε την μπεζ στολή του Κρουσό ήταν το 1964 στον «Χωροφύλακα του Σεν Τροπέ» («Le gendarme de Saint-Tropez») και η τελευταία το 1982 στο «Ο χωροφύλακας και οι χωροφυλακίνες» («Le gendarme et les gendarmettes») που ήταν και το κύκνειο άσµα του. Σε αυτήν ο βραχύσωμος φαλακρός και αεικίνητος Κρουσό κλήθηκε να εγγυηθεί την ασφάλεια τεσσάρων νεαρών όμορφων γυναικών χωροφυλάκων, επομένως δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε τις καταστάσεις που προκύπτουν στην ξεκαρδιστική συνέχεια. H Kυανή Ακτή δεν θα μπορούσε να απουσιάζει και από τον κόσμο του «Ροζ Πάνθηρα» και του επιθεωρητή Κλουζό (Πίτερ Σέλερς), οπότε σκηνές από τη Νίκαια και την Αντίμπ θα βρούμε στις ταινίες του Μπλέικ Εντουαρντς «Η επιστροφή του Ροζ Πάνθηρα» («The Return of the Pink Panther», 1975) και «Η εκδίκηση του Ροζ Πάνθηρα» («Revenge of the Pink Panther», 1978), ενώ ακόμα και ο περίφημος Herbie, το «συμπαθέστατο» Volkswagen μοντέλο του 1963 που έγινε γνωστό στη χώρα μας ως «Κατσαριδάκι», έκανε στάση στην Κυανή Ακτή: ήταν το 1977 όταν αποφάσισε να λάβει μέρος στο Γκραν Πρι του Μονακό και να διαλύσει το σύμπαν. Ο «Χέρμπι πάει στο Μόντε Κάρλο» («Herbie Goes to Monte Carlo») κατατάσσεται στις πιο αγαπημένες ταινίες αυτού του κινηματογραφικού franchise της Disney. Ισως επειδή ο Χέρμπι… ερωτεύθηκε τη Ζιζέλ, μια Lancia Scorpion…
Μια από τις λιγότερο γνωστές ταινίες του Μάρλον Μπράντο ήταν κωμωδία και γυρίστηκε στη Γαλλική Ριβιέρα: οι «Ιστορίες του κρεβατιού» («Bedtime Story», 1964). Εκεί ο Μπράντο είναι ο αμερικανός ζιγκολό που προσπαθεί να ανταγωνιστεί τον Ντέιβιντ Νίβεν, ο οποίος έχει κάνει καριέρα στο ίδιο επάγγελμα και αντιλαμβάνεται ότι ο θρόνος του «τρίζει». Η «μονομαχία» των δύο ζιγκολό, του άξεστου Αμερικανού και του φλεγματικού Βρετανού, κρύβει απολαυστικές στιγμές, αν και ο περισσότερος κόσμος ξέρει το ριμέικ αυτής της ταινίας, γυρισμένο το 1988 ως «Απατεώνες και τζέντλεμεν» («Dirty Rotten Scoundrels») από τον Φρανκ Οζ. Θαυμάσιο και σε αυτήν το καστ, με τον Στιβ Μάρτιν στον ρόλο του Αμερικανού και τον Μάικλ Κέιν σε εκείνον του βρετανού αντίζηλου.
Φυσικά, οι κωμωδίες με φόντο τη Γαλλική Ριβιέρα συνεχίζονται ως τις μέρες μας με πιο πρόσφατο παράδειγμα το περυσινό «Κάτι τρέχει στο Σαν Τροπέ» («Mystère à Saint-Tropez») του Νικολά Μποναμού, του οποίου η ιστορία εκτυλίσσεται στο Σεν Τροπέ του 1970. Ο πάντα χαριτωµένος Κριστιάν Κλαβιέ παίζει έναν αθεράπευτα γκαφατζή αστυνομικό (προφανώς μια αναφορά στον Κλουζό του Πίτερ Σέλερς), ο οποίος έρχεται από το Παρίσι για να εξιχνιάσει την υπόθεση ενός εγκλήματος προκαλώντας αναστάτωση στη βίλα όπου τον φιλοξενούν.
Από τον Τζέιμς Μποντ ως τον Τζέισον Στέιθαμ
Με το εξαίσιο τοπίο της, που προσφέρει έναν αρμονικό συνδυασμό θάλασσας και βουνού, η Γαλλική Ριβιέρα είναι το ιδανικό σημείο εκκίνησης για ένα οδικό ταξίδι, αρκεί να θυμηθεί κανείς εκείνο το υπέροχο road movie «Δύο για τον δρόμο» («Two for the Road», 1968) του Στάνλεϊ Ντόνεν, στο οποίο παρακολουθούμε όλα τα στάδια της γαμήλιας σχέσης ανάμεσα στην Οντρεϊ Χέπμπορν και τον Αλμπερτ Φίνεϊ ενώ ταξιδεύουν (και) στον Γαλλικό Νότο.
Oμως το ίδιο τοπίο ανέκαθεν ήταν ο ιδανικός χώρος και για έργα που ανεβάζουν την αδρεναλίνη στα ύψη. Τηλεοπτικές σειρές «κοσμοπολίτικου» χαρακτήρα όπως οι «Αντίζηλοι» και ο «Αγιος» με τον Ρότζερ Μουρ έχουν κάνει γυρίσματα στη Γαλλική Ριβιέρα, ενώ θα ήταν αδιανόητο ένας Τζέιμς Μποντ να μην έχει κάνει και αυτός τις στάσεις του εκεί. Οι περισσότερες από τις σκηνές-κλειδί τού «Ποτέ μην ξαναπείς ποτέ» («Never Say Never Again», 1983), της τελευταίας ταινίας του Σον Κόνερι ως Τζέιμς Μποντ (και εκτός επίσημης σειράς), γυρίστηκαν στη Βιλφράνς-Σιρ-Μερ, με το χαρακτηριστικό λιμάνι της Quai de l’ Amiral Courbet, εκεί όπου η Ντόμινο (Κιμ Μπέισινγκερ) κατεβαίνει από το σκάφος στην αρχή της ταινίας. Λίγο αργότερα, στο εξίσου θρυλικό καζίνο του Μόντε Κάρλο, το οποίο χρειάστηκε πέντε χρόνια για να χτιστεί (1858-1863), ο Κόνερι θα χορέψει με την Μπέισινγκερ, ενώ 12 χρόνια αργότερα, στο «Goldeneye» (1995), ο Πιρς Μπρόσναν θα παίξει μπακαρά με τη Φάμκε Γιάνσεν. Στην εισαγωγή εκείνης της ταινίας, ο Μποντ θα χρησιμοποιήσει τον δρόμο που ενώνει τη Βιλφράνς-Σιρ-Μερ με την πόλη Εζέ. Είναι μια απαιτητική διαδρομή, με το αυτοκίνητο να «κρέμεται» από το βουνό, αλλά προσφέρει μαγευτική θέα.
Στην ταινία «The Transporter» (2002), παραγωγή του χρυσοδάκτυλου Λικ Μπεσόν, ο Τζέισον Στέιθαμ αλωνίζει με το αυτοκίνητό του κάθε γωνιά της Κυανής Ακτής παίζοντας τον «μεταφορέα» του τίτλου που έρχεται σε κατά μέτωπο σύγκρουση με την τοπική μαφία. Η τεράστια επιτυχία που συνάντησε η ταινία είχε ως αποτέλεσμα συνέχειές της, εξίσου επιτυχημένες. Μια άλλη σειρά ταινιών που έκανε στάση στην Κυανή Ακτή είναι η δεύτερη της «Συμμορίας των έντεκα», δηλαδή η «Συμμορία των δώδεκα» («Ocean’s Twelve», 2004), στην οποία ο Τζορτζ Κλούνεϊ και η σπείρα του είχαν ευρωπαϊκούς… στόχους, από τους οποίους φυσικά δεν έλειπε το Μόντε Κάρλο.
Γυρίσματα μέσα στην πόλη της Νίκαιας είχαν γίνει και για τις ανάγκες του «Ronin» (1998) του Τζον Φρανκενχάιμερ, στο οποίο παρακολουθούμε τα κατορθώματα μιας ομάδας πρώην κατασκόπων με ηγέτη τον Ρόμπερτ ντε Νίρο που για να ξεφύγουν από την ανεργία το έχουν ρίξει στην παρανομία. Το δυσκολότερο κομμάτι της ταινίας ήταν οι σκηνές καταδίωξης αυτοκινήτων μέσα στα στενά της γαλλικής πόλης και σε συνθήκες πραγματικής κυκλοφοριακής σύγχυσης, που μετέτρεψαν τα γυρίσματα σε επίγεια κόλαση!