Η Eleftheria Tseliou Gallery υπάρχει πλέον εδώ και δέκα χρόνια στο Κολωνάκι. Τον προσεχή Σεπτέμβριο θα συμπληρωθεί και επισήμως αυτή η γεμάτη δεκαετία στη διάρκεια της οποίας σχηματοποιήθηκε ένα ευρύ εκθεσιακό πρόγραμμα σε αυτόν τον μικρό χώρο ενός αστικού διαμερίσματος πρώτου ορόφου επί της οδού Hρακλείτου 3. Δεν αφορά μόνο το έργο των 15 καλλιτεχνών που εκπροσωπεί πλέον η γκαλερί μέσα από τις ατομικές εκθέσεις τους (καλλιτέχνες όπως οι Ρένα Παπασπύρου, Αντωνάκης, Μαρία Ευσταθίου, Ηλίας Κοέν, Βασίλης Γεροδήμος κ.ά.), αλλά και μια σειρά θεματικών παρουσιάσεων εστιασμένων στο έργο ενός ή μιας καλλιτέχνιδας που έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ιστορία της νεοελληνικής τέχνης (όπως ένα αφιέρωμα για την Ιωάννα Σπητέρη-Βεροπούλου ή για τον Κοσμά Ξενάκη). Επιπλέον, η Ελευθερία Τσέλιου, η ψυχή της γκαλερί που φέρει το όνομά της, διοργανώνει μια σειρά εκθέσεων που επικεντρώνονται στα διαφορετικά εικαστικά μέσα και στη σχέση τους με τη σύγχρονη παραγωγή αλλά και θεματικές εκθέσεις που τοποθετούνται απέναντι στην ιστορία της τέχνης (όπως μια έκθεση για τη Νεκρή Φύση ή για την Τοπιογραφία). Συχνά δε, προγραμματίζει εκθέσεις όπου δύο καλλιτέχνες συνεργάζονται πάνω σε ένα κοινό θέμα (για παράδειγμα, μια σύμπραξη του Γιώργου Χατζημιχάλη με τη Μαργαρίτα Μυρογιάννη με αφορμή ένα κεφάλαιο στο βιβλίο «Τομ Σόγιερ»).Γεννημένη και μεγαλωμένη στην Αθήνα, με σπουδές Οικονομικών και Ιστορίας της Τέχνης στο NYU (New York University) στη Νέα Υόρκη, έκανε την προϋπηρεσία της στην Αμερική, συγκεκριμένα στη Moeller Fine Art όταν λειτουργούσε ως γκαλερί, και είχε ως αντικείμενο την ιμπρεσιονιστική και μοντέρνα τέχνη, προτού επιστρέψει στην Ελλάδα το 2010 και εργαστεί ως επιμελήτρια εκθέσεων.

Πώς αποφασίσατε να ανοίξετε την γκαλερί;

«Η γκαλερί προέκυψε ως απάντηση στην επιθυμία μου να δημιουργήσω έναν χώρο στον οποίο θα μπορούσα εγώ και οι καλλιτέχνες που θα συνεργαζόμαστε να κινούμαστε με τη μέγιστη δυνατή ελευθερία, να κάνουμε τις επιλογές που μας εκφράζουν και να δημιουργούμε ιδέες που να εξερευνούν θέματα της τέχνης πέρα από τις ατομικές εκθέσεις. Υστερα από τις σπουδές μου στην Ιστορία της Τέχνης στο NYU, τα τρία χρόνια στην γκαλερί Moeller Fine Art και μετά και τις εκθέσεις που επιμελήθηκα αργότερα στην Αθήνα, το να ξεκινήσω την γκαλερί ήταν για εμένα το φυσικό επακόλουθο».

Ποια ήταν η µεγαλύτερη δυσκολία που αντιµετωπίσατε καθότι ζήσατε όλη την κρίση;

«Το να στήσεις κάτι από την αρχή έχει πάντα τις δυσκολίες του, πόσω μάλλον μέσα σε μια τόσο προβληματική συνθήκη. Αυτό που μπορώ να σκεφτώ σήμερα για τότε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο ως τη μεγαλύτερη δυσκολία που ένιωθα να αντιμετωπίζω είναι εκείνη η αίσθηση που είχα ορισμένες φορές πως οτιδήποτε και να γινόταν στον χώρο μας δεν αφορούσε κανέναν. Ισως το αίσθημα αυτό να ήταν από μέρους μου υπερβολικό, όμως η περιρρέουσα ατμόσφαιρα ήταν συχνά τέτοια που σε έκανε να αμφισβητείς τον εαυτό σου. Ευτυχώς όλα αυτά είναι πίσω μας».

Σε τι κατάσταση βρίσκεται η αγορά της τέχνης σήµερα;

«Αν αναφερόμαστε στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια υπάρχει σίγουρα μια ζωντάνια που παρά το φαινόμενο της πανδημίας διατηρήθηκε και συνεχίζεται. Επιπρόσθετα, μια νέα γενιά φιλότεχνων και συλλεκτών έχει αλλάξει την εικόνα, ενώ σημαντικές πρωτοβουλίες από ιδρύματα και θεσμούς φτιάχνουν έναν καινούργιο χάρτη. Γίνονται πολλά πράγματα που δίνουν στον καθένα και την καθεμία από εμάς ένα κίνητρο για να κάνουμε ακόμα περισσότερα. Ετσι, μπορεί να πει κανείς πως η αγορά της τέχνης στην Ελλάδα αναπτύσσεται και αυτό έχει ως αποτέλεσμα το να μπορεί η ελληνική τέχνη να κάνει βήματα προς τα έξω».

Υπάρχει κάποιο κοµβικό γεγονός που έχει συµβάλει προς αυτή την κατεύθυνση;

«Σίγουρα μεμονωμένα γεγονότα και συμβάντα συμβάλλουν περισσότερο από άλλα, όμως για εμένα το σημαντικότερο είναι ότι υπάρχουν και γίνονται πολλά πράγματα ταυτόχρονα, κάτι που δημιουργεί έναν χώρο μέσα στον οποίο βρισκόμαστε όλοι και τον οποίο προσπαθούμε να διαμορφώσουμε για το καλύτερο. Θέλω να πιστεύω πως και η λειτουργία του ΕΜΣΤ θα είναι ένας καταλύτης για αυτή την προσπάθεια».

Ποιος πιστεύετε ότι πρέπει να είναι ο ρόλος µιας γκαλερί στην Αθήνα τού 2023;

«Ο ρόλος μιας καλής γκαλερί είναι να υποστηρίζει το έργο των καλλιτεχνών που εκπροσωπεί, να δημιουργεί τον χώρο όπου εκείνοι μπορούν να εκφραστούν, να δίνει το πλαίσιο μέσα στο οποίο το έργο μπορεί να διαβαστεί και να του διασφαλίσει μια τέτοια θέση που να διαρκεί στον χρόνο. Αλλωστε γκαλερί είναι αυτές που ανέδειξαν τις πρωτοπορίες τον προηγούμενο αιώνα. Σήμερα που το φάσμα είναι ευρύτερο, οι γκαλερί μέσω του διαλόγου παραμένουν ένας κεντρικός πυλώνας για την τέχνη».

Γιατί δεν εκπροσωπείτε ξένους καλλιτέχνες;

«Αρχικά έχω επικεντρωθεί στο τι συμβαίνει στην Ελλάδα. Για εμένα είναι σημαντικό ότι ξεκίνησα τις συνεργασίες πριν από δέκα έτη και έγιναν οι απαραίτητες προσθήκες μέσα στα χρόνια με τρόπο μεθοδικό και στοχευμένο. Σιγά-σιγά, όμως, όλα θα γίνουν, θα κάνω, πιστεύω, τα απαραίτητα ανοίγματα που ωστόσο θα αντιστοιχούν στη δομή που προσπαθώ να χτίσω με την γκαλερί. Τα σχέδια είναι πολλά, όπως και οι ιδέες, αλλά δεν θα ήθελα να πω περισσότερα αυτή τη στιγμή».

Ποια είναι η ικανοποίηση που αντλείτε από τη δουλειά σας;

«Είναι μια δουλειά πολύ δημιουργική, γεμάτη ιδέες και τολμηρές αποφάσεις. Στα δέκα αυτά χρόνια έχουν εδραιωθεί σχέσεις, έχουν βρεθεί τρόποι να ξεπεραστούν πολλά προβλήματα, έχουν γίνει πολλά καινούργια πράγματα και όλα αυτά μας κάνουν να συνεχίζουμε».