Ολα ξεκίνησαν από έναν γάμο. Οταν δηλαδή ο επιχειρηματίας Εντουάρ Καρμινιάκ βρέθηκε προσκεκλημένος στην επίσημη ένωση της κόρης του αρχιτέκτονα, μηχανικού και εφευρέτη της οπλισμένης γης (terre armée) Ανρί Βιντάλ με τον εκλεκτό της καρδιάς της σε μια προβηγκιανή κατοικία στη μέση του κατάφυτου νησιού Πορκερόλ (ένα από τα τέσσερα νησιά Ιέρ ή αλλιώς Χρυσά Νησιά στην περιφέρεια Προβηγκίας – Αλπεων – Κυανής Ακτής).
H συγκεκριμένη κατοικία έφερε ένα ειδικό βάρος, καθώς βρισκόταν σε ένα αγρόκτημα έκτασης 37 στρεμμάτων που είχε αποτελέσει σκηνικό για την ταινία «Ο τρελός Πιερό» (1965) του Ζαν-Λικ Γκοντάρ. Αμέσως το μυαλό του Καρμινιάκ άρχισε να δουλεύει και να φαντάζεται πώς το επιβλητικό κτίσμα στον γαλλικό Νότο θα μπορούσε να φιλοξενήσει τέχνη. Συγκεκριμένα τη δική του συλλογή, η οποία, μολονότι δεν είναι τεράστια, αριθμεί περί τα 300 έργα και είναι δομημένη με έργα ορισμένων πολύ σημαντικών καλλιτεχνών, όπως για παράδειγμα ο Γκέρχαρντ Ρίχτερ, καθώς ο Καρμινιάκ έχει μια αδυναμία στη μεταπολεμική τέχνη που έρχεται από τη Γερμανία εκτός από εκείνη της Αμερικής. Η προσφορά που έκανε λοιπόν στον Βιντάλ μεταξύ τυρού και αχλαδιού ήταν τέτοια που δεν μπορούσε να την αρνηθεί, οπότε ο Καρμινιάκ έβαλε πλώρη να δημιουργήσει τη villa των ονείρων του.
Το Atelier Barani, στο οποίο απευθύνθηκε, σε συνεργασία με το GMAA Agency, κινήθηκε υπογείως και δημιούργησε 2.000 τ.μ. «underground» εκθεσιακών χώρων, δεδομένου ότι το «αγρόκτημα» είναι κομμάτι του προστατευόμενου Εθνικού Πάρκου Port-Cros και δεν μπορούσε να γίνει κάποια επέκταση ή προσθήκη τόσο στο κτίριο αλλά και στο τοπίο που το περιβάλλει. Προκειμένου να μην προκύψει ένα «μπουντρούμι», ένα μεγάλο μέρος της οροφής είναι πισίνα με πυθμένα από γυαλί, με αποτέλεσμα να αποτελεί έναν τεράστιο φωταγωγό ο οποίος παράλληλα αντανακλά στην επιφάνειά του το κτίριο.
Στο εσωτερικό της Villa Carmignac οι χώροι διαρθρώνονται σε σχήμα σταυρού, ενώ μεγάλα ανοίγματα στους τοίχους προσφέρουν απρόσκοπτη θέα στους αμπελώνες που περιβάλλουν το κτίριο. Ο αρχιτέκτονας Λουί Μπενέκ (αν σας λέει κάτι το όνομά του, είναι εκείνος που είχε σχεδιάσει το πρόγραμμα ανάπλασης για τον Εθνικό Κήπο για τον πολιτιστικό οργανισμό ΝΕΟΝ πριν από δέκα χρόνια) ανέλαβε τον σχεδιασμό και τη διαμόρφωση των εξωτερικών χώρων και δημιούργησε έναν κήπο με στόχο να λειτουργεί ως «μη κήπος» (non garden), ένα μέρος όπου οι παρεμβάσεις είναι πολύ διακριτικές και αποφέρουν μια ισορροπία ανάμεσα στην αισθητική αναβάθμιση και στη διατήρηση της προϋπάρχουσας χλωρίδας.
«Η φιλοσοφία πίσω από τον σχεδιασμό βασίζεται στον σεβασμό στην ιστορία και στην ανάδειξη της μοναδικής τοπικής βιοποικιλότητας που έχει παραμείνει αναλλοίωτη χάρη στο έργο του Εθνικού Πάρκου Port-Cros» σύμφωνα με τον Μπενέκ. Οπότε κοντά στα ενδημικά φυτά όπως ο κίστος ή στις χαρακτηριστικές λεβάντες της περιοχής Ιέρ και στις πανέμορφες σεραπιάδες και ορχιδέες έχουν φυτευθεί ελαιόδεντρα για μια μικρή τόνωση της αγροτικής φύσης της περιοχής. Κοντά στο σπίτι, το οποίο χτίστηκε τη δεκαετία του ’80 από τον Βιντάλ, προστέθηκαν δέντρα του είδους της ιακαράνδης δίπλα στην πληθώρα των εσπεριδοειδών. Ενα πολύχρωμο σκηνικό γεμάτο μυρωδιές όπου κρύβονται 15 υπαίθρια έργα τέχνης τα οποία αποκαλύπτονται αιφνιδίως ή όχι και τόσο. Στο βόρειο τμήμα του πάρκου πλαισιώνονται από τεράστια πτυσσόμενα παραβάν.
«Δημιούργησα αυτόν τον χώρο για να μοιραστώ αυτό που αγαπώ με όσους περισσότερους ανθρώπους μπορώ. Προτιμώ τη λέξη «μοιράζομαι» από το «μεταδίδω». Γι’ αυτό μου αρέσουν τα προσβάσιμα έργα. Η τέχνη πρέπει να μιλάει» δηλώνει στο άτυπο μανιφέστο του ο Εντουάρ Καρμινιάκ. Στον ίδιο η τέχνη μίλησε όταν εκείνος βρέθηκε στη Νέα Υόρκη τη δεκαετία του ’80 και επισκέφθηκε το Factory του Αντι Γουόρχολ. Η συναναστροφή του με τον «Πάπα» της ποπ-αρτ – πάντα από τη θέση του πάτρονα – αλλά και με καλλιτέχνες όπως ο protégée του Ζαν-Μισέλ Μπασκιά τον έκανε να αγαπήσει την τέχνη, που δεν είναι πολύ κρυπτική όσον αφορά στις προθέσεις της. Εκτός από τους πρώην φίλους του στο Μεγάλο Μήλο, στη συλλογή συγκαταλέγονται και ονόματα όπως εκείνα του Κιθ Χάρινγκ, του Αντρέας Γκούρσκι, του Ρίτσαρντ Πρινς ή του Στέρλινγκ Ρούμπι.
Το νησί ως επιμελητική πρόκληση
«Είστε πολύ τυχεροί! O μεσιέ Καρμινιάκ είναι πολύ γενναιόδωρος. Δεν τον γνώριζα, αλλά η βασίλισσα μου είπε εξαιρετικά πράγματα για εκείνον» έλεγε ο Μικ Τζάγκερ στην περιβόητη ιδιωτική συναυλία των Rolling Stones που πραγματοποιήθηκε στο Théâtre Mogador στο Παρίσι το 2012 ειδικά για τους υπαλλήλους και τους συνεργάτες του επιχειρηματία, γεγονός που του απέφερε τον τίτλο του «χρηματοδότη της ροκ» μαζί με τη δριμεία κριτική για τη σπατάλη εν μέσω οικονομικής κρίσης.
Για την ιστορία, ο Εντουάρ Καρμινιάκ είναι πρόεδρος εταιρείας που φέρει το όνομά του και διαδραματίζει κομβικό ρόλο στη διαχείριση κεφαλαίων στην Ευρώπη, με γραφεία σε Παρίσι, Λονδίνο, Μιλάνο, Φρανκφούρτη, Ζυρίχη και Λουξεμβούργο. Το 2000 ίδρυσε το Fondation Carmignac, μέσα από το οποίο γίνεται η διαχείριση της συλλογής του, και το 2009 θέσπισε το βραβείο Carmignac Photojournalism Award για να στηρίξει την τέχνη του ερευνητικού φωτορεπορτάζ, άλλο ένα μεγάλο πάθος του, και προσφέρει το ποσό των 50.000 ευρώ για την υποστήριξη της δημιουργίας μιας ερευνητικής φωτογραφικής «αναφοράς» από περιοχές της Γης όπου απειλούνται θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα.
Διευθυντής του ιδρύματος είναι ο γιος τού Εντουάρ Καρμινιάκ, Σαρλ, ο οποίος ανάμεσα στις άλλες του ιδιότητες έχει και εκείνη του μουσικού και μέλους του συγκροτήματος φολκ ροκ μουσικής Μoriarty. Το 2018 εγκαινιάστηκε σε όλη της τη σύγχρονη μεγαλοπρέπεια η Villa Carmignac όπου πραγματοποιούνται εκθέσεις σύγχρονης τέχνης και εκδηλώσεις πολιτιστικού χαρακτήρα. Αυτή την περίοδο, για παράδειγμα, διοργανώνεται η έκθεση με τίτλο «L’ île Intérieure» (To εσωτερικό νησί, έως τις 5 Νοεμβρίου), στην οποία παρουσιάζονται περισσότερα από 80 έργα από 50 καλλιτέχνες – από τον Πίτερ Ντόιγκ, την Ετέλ Αντνάν και την Αννα-Εύα Μπέργκμαν ως τον Αλί Σερί (καλύτερος νέος υποσχόμενος καλλιτέχνης στην 59η Μπιενάλε Βενετίας), τον Αλεξάντερ Κάλντερ, τον Ζίγκμαρ Πόλκε, τον Ρόι Λίχτενσταϊν και τον Ογκίστ Ροντέν – που διερευνούν ή αποκαλύπτουν τρόπους με τους οποίους η απομάκρυνση ή αποστασιοποίηση από την πραγματικότητα μπορούν να φέρουν στην επιφάνεια εσωτερικές «νησίδες» ταυτότητας και ζωής.
Τα έργα προέρχονται από δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές (της συλλογής Carmignac συμπεριλαμβανομένης) και η έκθεση είναι σχεδιασμένη από τον ιστορικό τέχνης και επιμελητή Ζαν-Μαρί Γκαλέ, που είναι και επιμελητής της Συλλογής Πινό από το 2022. Οσο για τις επιμελητικές προθέσεις του: «Η αφετηρία ήταν το νησί και το ερώτημα ποια έκθεση θα μπορούσαμε να φιλοξενήσουμε στη Villa Carmignac που δεν θα μπορούσαμε να φιλοξενήσουμε αλλού. Η ελευθερία του θέματος πηγάζει από την ιδέα του νησιού ως αυτόνομου γεωγραφικού χώρου που επιτρέπει τη δημιουργία άλλων κόσμων και διευρύνει τη φαντασία. Είναι μια αφετηρία την οποία υπό μια έννοια επιβάλλει το νησί Πορκερόλ, το οποίο δέχεται μεγάλο αριθμό τουριστών κάθε χρόνο, με αποτέλεσμα να απειλείται η φυσική του ισορροπία. Δεδομένου ότι η Villa Carmignac προσελκύει πολλούς από αυτούς, η ιδέα ήταν να δημιουργήσουμε μια πολύ ανοιχτή έκθεση σύγχρονης τέχνης που θα βάλει τους επισκέπτες στην τροχιά μιας περιπέτειας στην οποία θα είναι οι ίδιοι οι ήρωες, καθώς θα αναμετριούνται με τη δύναμη των έργων τέχνης, με την επίκληση της φαντασίας, του προβληματισμού και των συναισθημάτων».