Τις τελευταίες εβδομάδες η Charlotte Behrendt, κορυφαία συντάκτρια των «Times», υπεύθυνη για τη διερεύνηση εργασιακών ζητημάτων στην αίθουσα σύνταξης, κάλεσε 20 εργαζομένους σε συνέντευξη για να διαπιστώσει αν οι υπάλληλοι της εφημερίδας είχαν διοχετεύσει σε κάποιο άλλο μέσο ενημέρωσης εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο κάλυψης του πολέμου στη Γάζα.

Πρόκειται για την πιο πρόσφατη εσωτερική κρίση στους «Times», όπου η διοίκηση βρίσκεται σε αντιπαράθεση με ομάδες δημοσιογράφων με αντικείμενο συνδικαλιστικές διαπραγματεύσεις και την κάλυψη ευαίσθητων θεμάτων, όπως η κοινότητα των διεμφυλικών ατόμων και η κοινωνική δικαιοσύνη.

Το ρεπορτάζ για τον πόλεμο στη Γάζα αποτέλεσε ιδιαίτερο σημείο τριβής, ειδικά με αφορμή ένα διεξοδικό άρθρο που διαπίστωνε ότι η Χαμάς είχε χρησιμοποιήσει σεξουαλική βία στις επιθέσεις κατά του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου. Ορισμένοι εργαζόμενοι αμφισβήτησαν τα στοιχεία στα οποία είχε βασιστεί το άρθρο και ισχυρίστηκαν ότι τα δεινά των κατοίκων της Γάζας δεν προβάλλονται εξίσου. Οι επικεφαλής των «Times» τον Μάρτιο δήλωσαν ότι υποστηρίζουν το ρεπορτάζ.

Η ένταση και το εύρος της έρευνας δείχνουν ότι η ηγεσία των «Times», ύστερα από χρόνια συγκρούσεων με το προσωπικό της για ποικίλα ζητήματα, στέλνει ένα μήνυμα: Αρκετά

Η εσωτερική έρευνα είχε σκοπό να ανακαλύψει ποιος ήταν υπεύθυνος για τη διαρροή πληροφοριών σχετικά με ένα προγραμματισμένο επεισόδιο podcast για το εν λόγω άρθρο. Ομως η ένταση και το εύρος της έρευνας δείχνουν ότι η ηγεσία των «Times», ύστερα από χρόνια συγκρούσεων με το προσωπικό της για ποικίλα ζητήματα που άπτονται της δημοσιογραφικής ακεραιότητας, στέλνει ένα μήνυμα: Αρκετά.

«Η ιδέα ότι κάποιος υπεισέρχεται σε αυτή τη διαδικασία στο ενδιάμεσο και βρίσκει κάτι που θεωρεί ότι μπορεί να είναι ενδιαφέρον ή επιζήμιο για το άρθρο που ετοιμάζεται και στη συνέχεια το κοινοποιεί σε ανθρώπους εκτός φάνηκε σε εμένα και στους συναδέλφους μου σαν μια ρήξη στην εμπιστοσύνη και στη συνεργασία» δήλωσε ο διευθυντής σύνταξης Joe Kahn.

Ο Kahn είπε ότι οι φυσιολογικές αντιπαραθέσεις σε κάθε αίθουσα σύνταξης είναι ευπρόσδεκτες. Σχολίασε, ωστόσο, ότι η αντίδραση στο άρθρο για τη σεξουαλική βία της Χαμάς, που γράφτηκε στα τέλη Δεκεμβρίου από τον βετεράνο ανταποκριτή Jeffrey Gettleman και δύο εξωτερικούς συνεργάτες, ξεπέρασε τα όρια όταν ένα εμπιστευτικό προϊόν εργασίας των «Times» φέρεται να διακινήθηκε εκτός της αίθουσας σύνταξης.

Εντονα πάθη

Η κάλυψη του πολέμου Ισραήλ – Χαμάς έχει αναχθεί σε ιδιαίτερα ακανθώδες ζήτημα στους «Times», με ορισμένους δημοσιογράφους να υποστηρίζουν ότι τα άρθρα των «Times» κλίνουν υπέρ του Ισραήλ και άλλους να αντιδρούν έντονα. Αυτό έχει οδηγήσει σε ανταλλαγή κατηγοριών μεταξύ ρεπόρτερ και συντακτών για μεροληψία και αντιδεοντολογική συμπεριφορά, αναγκάζοντας τη διοίκηση να αναλάβει ρόλο διαιτητή στις διαμάχες.

«Ακριβώς όπως συμβαίνει και με τους αναγνώστες μας αυτή τη στιγμή, το θέμα αυτό εγείρει πραγματικά πολύ έντονα πάθη, ενώ παράλληλα δεν υπάρχει ιδιαίτερη προθυμία να διερευνηθεί πραγματικά η οπτική των ανθρώπων που βρίσκονται στην άλλη πλευρά αυτής της διένεξης» δήλωσε ο Kahn.

Το περασμένο φθινόπωρο, οι εργαζόμενοι των «Times» που κάλυπταν τον πόλεμο διαφώνησαν έντονα σε μια ομαδική συνομιλία στο WhatsApp σχετικά με το ρεπορτάζ της εφημερίδας για το νοσοκομείο Αλ Σίφα στη Γάζα, το οποίο το Ισραήλ ισχυριζόταν ότι λειτουργούσε ως κέντρο διοίκησης και ελέγχου της Χαμάς.

Την ώρα που το Ισραήλ εισέβαλλε στο νοσοκομείο, οι γιατροί του διέψευδαν τους ισχυρισμούς του Ισραήλ ότι συντόνιζε την απομάκρυνση των πρόωρων βρεφών. Οταν ένας δημοσιογράφος των «Times» στη συνομιλία του WhatsApp αμφισβήτησε κατά πόσο οι πληροφορίες που προέρχονταν από τους γιατρούς μπορούσαν να θεωρηθούν αξιόπιστες, ένας άλλος αντεπιτέθηκε: «Ταυτίζετε κάθε γιατρό του Σίφα με τη Χαμάς;».

Παρά την πολιτισμική αναταραχή, οι επιχειρηματικές επιδόσεις των «Times» συνεχίζουν να βελτιώνονται. Η εταιρεία ενέγραψε 300.000 συνδρομητές το τελευταίο τρίμηνο. Ο εκδότης των «Times», ο 43χρονος A.G. Sulzberger, λέει ότι η εμπιστοσύνη των αναγνωστών διακυβεύεται ωστόσο. Ορισμένοι δημοσιογράφοι υιοθετούν «ένα διαφορετικό μοντέλο δημοσιογραφίας, που καθοδηγείται από την προσωπική οπτική και εμπνέεται από προσωπικές πεποιθήσεις» έγραψε ο Sulzberger.

Ο Sulzberger έδωσε το πράσινο φως για τη συγκρότηση μιας «ομάδας εμπιστοσύνης» που θα εστιάσει στις προσπάθειες για ενίσχυση της εμπιστοσύνης των αναγνωστών στα ρεπορτάζ της.

Παρά τις κινήσεις αυτές, η NewsGuard, ένας οργανισμός που αξιολογεί την αξιοπιστία των ειδησεογραφικών ιστοτόπων, μείωσε τον Φεβρουάριο τη βαθμολογία των «Times» από το μέγιστο 100 σε 87,5.

Σπόρος ακτιβισμού

Η σημερινή τάση στους «Times» χρονολογείται από το 2020, όταν ένας σπόρος ακτιβισμού μεταξύ των εργαζομένων ρίζωσε μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ. Τον Ιούνιο εκείνης της χρονιάς το προσωπικό εξεγέρθηκε μετά τη δημοσίευση ενός άρθρου γνώμης του Ρεπουμπλικανού γερουσιαστή Τομ Κότον, με τίτλο «Στείλτε τον στρατό», στο οποίο πρότεινε να εμπλακεί ο αμερικανικός στρατός στην καταστολή των ταραχών.

Το 2019, ο Donald G. McNeil Jr., αστέρας του επιστημονικού ρεπορτάζ και του ρεπορτάζ υγείας, κλήθηκε σε εσωτερική έρευνα ως κατηγορούμενος για χρήση ρατσιστικών εκφράσεων κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού για μαθητές λυκείου στο Περού, το οποίο είχε χρηματοδοτηθεί από τους «Times». Δύο χρόνια αργότερα, σε μια ανάρτηση στο Medium που αναφερόταν στα γεγονότα, ο McNeil δήλωσε ότι είχε χρησιμοποιήσει επανειλημμένως τη λέξη «nigger» ενώ μιλούσε με έναν μαθητή για τη χρήση του χαρακτηρισμού από έναν συμμαθητή του. Ο τότε εκδότης Dean Baquet είπε στο προσωπικό ότι ενώ ο McNeil «επέδειξε εξαιρετικά κακή κρίση», του δόθηκε μια δεύτερη ευκαιρία επειδή «δεν μου έδωσε την εντύπωση ότι είχε πρόθεση να εκφράσει μίσος ή κακοήθεια». Υστερα από διαμαρτυρία 150 υπαλλήλων, ο McNeil αποχώρησε τελικά από τους «Times».

Οι εργαζόμενοι είχαν καταφέρει να επηρεάζουν τα πράγματα στους «Times». Ταυτόχρονα, κάποιοι συντάκτες και ρεπόρτερ ανησυχούσαν όλο και πιο πολύ για το γεγονός ότι ορισμένοι δημοσιογράφοι των «Times» άφηναν τις προσωπικές τους απόψεις να τους υπαγορεύουν με ποιες ιστορίες θα ασχολούνταν – ή δεν θα ασχολούνταν.

Θέτοντας όρια

Οι ανησυχίες της διοίκησης αναφορικά με το ζήτημα της ανεξαρτησίας εντάθηκαν τον Φεβρουάριο του περασμένου έτους, όταν ορισμένοι εξωτερικοί συνεργάτες και μέλη του προσωπικού των «Times» υπέγραψαν μια ανοιχτή επιστολή προς τον υπεύθυνο προδιαγραφών των «Times», στην οποία εξέθεταν τα παράπονά τους σχετικά με την κάλυψη των θεμάτων που αφορούν τα τρανς άτομα. Η επιστολή, που υπογράφηκε από περισσότερους από 1.000 συνεργάτες των «Times», επέκρινε τον χαρακτηρισμό των τρανς ατόμων στο άρθρο «Η μάχη για τη θεραπεία διερεύνησης φύλου» και την οπτική του άρθρου «Οταν οι μαθητές αλλάζουν ταυτότητα φύλου και οι γονείς δεν το γνωρίζουν».

Την ίδια ημέρα, η Glaad, μια μη κερδοσκοπική οργάνωση υπεράσπισης των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, έστειλε μια ανάλογη επιστολή διαμαρτυρίας για το ίδιο θέμα. Η Jazmine Hughes, συντάκτρια του «New York Times Magazine», η οποία είχε υπογράψει την επιστολή για το θέμα των τρανς ατόμων και είχε προειδοποιηθεί να μην το επαναλάβει, έφυγε ύστερα από κάποιους μήνες, αφού συνυπέγραψε μια άλλη επιστολή διαμαρτυρίας της ακτιβιστικής οργάνωσης Writers Against the War on Gaza.

Political project

Οσον αφορά την κάλυψη των πολιτικών θεμάτων στις ΗΠΑ, οι «Times» προσπάθησαν να αμβλύνουν την εντύπωση ότι έχουν φιλελεύθερο προσανατολισμό. Μετά την επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές, δημοσιογράφοι από το τμήμα εθνικών θεμάτων στάλθηκαν σε μέρη όπου ο Τραμπ αποδείχθηκε δημοφιλής, όπως το Πίτσμπουργκ, το Φορτ Σμιθ του Αρκανσο και η ανατολική Αϊοβα. Οι «Times» διοργάνωσαν επίσης ανοιχτές συζητήσεις με κατοίκους σε ορισμένες από αυτές τις περιοχές.

Το ζητούμενο ήταν να ερευνηθούν σε βάθος οι απόψεις του κοινού σε όλη τη χώρα για θέματα όπως η μετανάστευση και το εμπόριο, εξηγεί ο Trip Gabriel, δημοσιογράφος του τμήματος εθνικών θεμάτων την εποχή εκείνη.