Συντονισμός: Άγγελος Σκορδάς
Γράφουν: Ανδρέας Αγγελόπουλος, Βελίκα Καραβάλτσιου, Μαρία Κρουστάλη, Πέτρος Κωνσταντινίδης, Παναγιώτης Σωτήρης, Γιώργος Φωκιανός

Ανατιμήσεις, πληθωρισμός, «Καλάθι του νοικοκυριού», market pass

Τα σουπερμάρκετ έχουν βρεθεί ουκ ολίγες φορές στην κορυφή της επικαιρότητας τους τελευταίους μήνες. «Το Βήμα» μίλησε με εκπροσώπους αλυσίδων για να ερευνήσει ένα φαινόμενο που συχνά παραγνωρίζεται: τις κλοπές.

Το μέγεθος των απωλειών των σουπερμάρκετ λόγω κλοπών υπολογίζεται μεταξύ 0,5% και 2,5% του ετήσιου τζίρου και εξαρτάται εν πολλοίς από την τοποθεσία και τον χαρακτήρα των καταστημάτων. «Στη δική μου επιχείρηση είναι γύρω στο 1% ετησίως» λέει ο Κώστας Καραγιώργος, ιδιοκτήτης συνοικιακού σουπερμάρκετ, ενώ ο Περικλής Θανόπουλος, διευθύνων σύμβουλος της Δ. Θανόπουλος ΑΕ, αλυσίδας με τρία καταστήματα στα βόρεια προάστια της Αθήνας, υπολογίζει τη «χασούρα» λόγω κλοπών κοντά στο 1,5% του ετήσιου τζίρου. «Σε μια φυσιολογική χρονιά η κερδοφορία μας είναι γύρω στο 3%-4%. Οταν οι κλοπές αναλογούν σε 1%-1,5% του τζίρου, σημαίνει ότι χάνεται ένα ποσό κοντά στο 50% των κερδών» εξηγεί και προσθέτει: «Μπορεί να μας κλέβουν γύρω στα 800 ευρώ από κάθε κατάστημα ημερησίως».

Τα προϊόντα που προτιμούν

Το πλήγμα που δημιουργείται στα έσοδα των σουπερμάρκετ από τις κλοπές, όμως, δεν επηρεάζει μόνο τους καταστηματάρχες. «Αν μπορούσαν οι κλοπές να μειωθούν στο μισό, το κράτος θα εισέπραττε περισσότερα έσοδα από τη φορολογία και τα σουπερμάρκετ θα ήταν πιο κερδοφόρα. Ετσι, θα μπορούσαν ενδεχομένως να ρίξουν τις τιμές» επισημαίνει ο Περικλής Θανόπουλος.

Στην κορυφή της λίστας των προϊόντων που γίνονται αντικείμενα κλοπής βρίσκονται συνήθως τα καλλυντικά και τα προϊόντα περιποίησης: Κρέμες, ξυραφάκια, ξυριστικές μηχανές, ακόμα και οδοντόκρεμες. Ψηλά βρίσκονται επίσης τα προϊόντα καφέ, οι κονσέρβες, τα λάδια και τα απορρυπαντικά. Ξεχωριστή κατηγορία, που καταφέρνει και το μεγαλύτερο πλήγμα στους τζίρους των καταστημάτων, αποτελούν τα αλκοολούχα ποτά.

«Οι πολίτες κλέβουν προϊόντα τα οποία είναι πιο ακριβά και μπορούν να κρυφτούν εύκολα. Σπάνια θα κλέψει κανείς μια σοκοφρέτα. Κάποιοι προτιμούν να κλέψουν λεπίδες ξυρίσματος, καθώς έχουν υψηλή τιμή και είναι μικρές σε μέγεθος, μπαίνουν εύκολα στην τσέπη» σχολιάζει ο Γιάννης Πηλίδης, πρόεδρος της Ενωσης Μικρομεσαίων Μάρκετ.

Σε μεγάλη αλυσίδα σουπερμάρκετ με καταστήματα σε όλη τη χώρα, τα προϊόντα περιποίησης, τα αλκοολούχα ποτά και οι καφέδες αποτελούν τους συνηθέστερους «στόχους», τόσο σε αριθμό-ποσότητα όσο όμως και στην επίπτωση που έχουν στον τζίρο των καταστημάτων. «Οι υπόλοιπες κατηγορίες απέχουν κατά πολύ» σημειώνει στέλεχος της αλυσίδας. «Πολύ σπάνια παρατηρούμε κλοπές ειδών πρώτης ανάγκης, είναι συχνότερα είδη που έχουν μεταπωλητική αξία».

Στα μικρότερα καταστήματα, ωστόσο, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο της κλοπής τροφίμων μικρής αξίας. «Αριθμητικά, περισσότερες είναι οι κλοπές σε τρόφιμα όπως είναι τα ζυμαρικά και η ζάχαρη, αλλά και σε προϊόντα κατανάλωσης on the go, όπως μπισκότα και κρουασάν» σημειώνει ο Παναγιώτης Τσαγκάρης, εμπορικός διευθυντής της αλυσίδας καταστημάτων Bazaar, με δυναμική παρουσία σε συνοικίες του κέντρου της Αθήνας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι κλοπές γίνονται συχνά λόγω οικονομικής δυσχέρειας. «Είναι πολύ συνηθισμένο να κλέβουν μητέρες παιδικές τροφές ή και βρεφικό γάλα λόγω κακής οικονομικής κατάστασης» λέει ο Κώστας Καραγιώργος.

Η αντιμετώπιση του φαινομένου

Σε ό,τι αφορά τους τρόπους αντιμετώπισης των κλοπών, οι άνθρωποι των επιχειρήσεων παραδέχονται ότι δεν μπορούν να γίνουν και πολλές κινήσεις για την αποτροπή τους. «Οι κλοπές είναι κοινωνικό φαινόμενο, δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι πέραν του να βάλουμε αντικλεπτικά, το οποίο κάνουμε κατά κύριο λόγο στα αλκοολούχα. Υπάρχουν όμως και επαγγελματίες που έχουν τρόπους για να απενεργοποιούν το αντικλεπτικό σύστημα» επισημαίνει το στέλεχος αλυσίδας καταστημάτων.

Ο Περικλής Θανόπουλος, από την πλευρά του, προτείνει την εφαρμογή ποινών παρόμοιων με αυτούς που ισχύουν για τους λαθρεπιβάτες στα ΜΜΜ: «Θα μπορούσε να πληρώνει ο παραβάτης ένα ποσό πολλαπλάσιο (π.χ. 30-40 φορές) της τιμής του προϊόντος που έκλεψε. Αυτό θα μπορούσε να αποθαρρύνει την κλοπή και εμείς θα μπορούμε να καλύψουμε σε έναν βαθμό τη ζημιά».

Το προφίλ των πολιτών που κλέβουν

Οι πολίτες που κλέβουν τα σουπερμάρκετ μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις κατηγορίες. Η πρώτη είναι οι σπείρες και τα μεμονωμένα άτομα που δρουν συνήθως επαγγελματικά και κλέβουν με σκοπό τη μεταπώληση. Μια δεύτερη κατηγορία αποτελούν όσοι καταφεύγουν στην κλοπή λόγω οικονομικών προβλημάτων, οι οποίοι συχνά συνδέονται και με εξαρτήσεις. Τέλος, υπάρχουν οι κλεπτομανείς, οι οποίοι προβαίνουν σε κλοπές για την προσωπική τους ικανοποίηση, ενώ ξεχωριστή κατηγορία αποτελούν οι υπάλληλοι και συνεργάτες των σουπερμάρκετ.
Αλυσίδα με καταστήματα ανά την Ελλάδα μοιράστηκε με «Το Βήμα» στοιχεία σχετικά με το προφίλ των δραστών: «Το 84% των περιπτώσεων αντιστοιχεί σε επαγγελματικές ομάδες που μεταπωλούν κλεμμένα αγαθά με υψηλή χρηματική αξία, το 7% αποτελείται από ερασιτέχνες που το κάνουν για να ενισχύσουν το εισόδημά τους, 5% άνθρωποι που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα, 3% ανήλικοι και 1% κλεπτομανείς».

Στην αλυσίδα Θανόπουλος, από την άλλη, οι περισσότερες κλοπές γίνονται από κατά συρροήν παραβάτες. Πρόκειται συνήθως για ηλικιωμένους πελάτες που επισκέπτονται το σουπερμάρκετ σε καθημερινή βάση, αγοράζουν κάποια προϊόντα μικρής αξίας και κλέβουν άλλα, ακριβότερα.

Στα περισσότερα σουπερμάρκετ, πάντως, υπάρχει σχετική ανοχή στο φαινόμενο, ειδικά όταν αυτές γίνονται λόγω οικονομικής δυσχέρειας. «Τις περισσότερες φορές, τις μικροκλοπές που κάνει ένας άνθρωπος που έχει ανάγκη ή ένας τοξικοεξαρτημένος τις αφήνουμε» λέει στο «Βήμα» το στέλεχος μεγάλης αλυσίδας.

Αυτός ο «κώδικας αλληλεγγύης» είναι ακόμα εντονότερος στα μικρά, συνοικιακά σουπερμάρκετ. «Δίνουμε μεγάλη έμφαση στη διαχείριση τέτοιων περιστατικών και εκπαιδεύουμε τους εργαζομένους στην προσέγγιση των ανθρώπων που κλέβουν. Συνήθως, όταν τους πιάνουμε να κλέβουν τρόφιμα, τους λέμε ότι τους κάνει δώρο το προϊόν η εταιρεία και ζητούμε να μην επαναληφθεί» σημειώνει ο Παναγιώτης Τσαγκάρης από την αλυσίδα Bazaar.