Ανησυχητικές διαστάσεις τείνουν να λάβουν και στη χώρα μας τα φαινόμενα κακοποίησης ηλικιωμένων (ατόμων ηλικίας άνω των 60 ετών), που μετά τα παιδιά – σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας – αποτελούν την πλέον ευάλωτη ηλικιακή ομάδα.

Κατά τον Οργανισμό, ένα στα έξι άτομα άνω των 60 ετών υποφέρει από κάποια μορφή κακοποίησης, ωστόσο μόλις το 4% των περιστατικών σε βάρος τους αναφέρεται και καταγράφεται από τις Αρχές. Πρόκειται ουσιαστικά για μία αόρατη μορφή βίας, ικανή να πλήξει ανεπανόρθωτα την ποιότητα ζωής των θυμάτων. Αναγνωρίζοντας το μέγεθος του προβλήματος ήδη από το 2011, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ όρισε τη 15η Ιουνίου ως Παγκόσμια Ημέρα Κατά της Κακοποίησης των Ηλικιωμένων. Εκτότε, όμως, ελάχιστα έχουν αλλάξει, με την υποκαταγραφή να παραμένει το μεγαλύτερο αγκάθι.

Δυσκολία καταγραφής

Η Ελλάδα, δυστυχώς, δεν αποτελεί εξαίρεση. «Δεν υπάρχει αποτελεσματική και συστηματική καταγραφή των περιπτώσεων κακοποίησης, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει πλήρης εικόνα για το μέγεθος του προβλήματος και να μην είναι δυνατή η αποτελεσματική αντιμετώπισή του» σημειώνει μιλώντας στο «Βήμα» η Βενετία-Σοφία Βελονάκη, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Νοσηλευτικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και γενική γραμματέας της Ελληνικής Γεροντολογικής και Γηριατρικής Εταιρείας.

Από την πλευρά του, ο καθηγητής Χειρουργικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος της Ελληνικής Γεροντολογικής και Γηριατρικής Εταιρείας Ιωάννης Καραϊτιανός, επικαλούμενος μια από τις ελάχιστες διεθνείς μελέτες (από το μακρινό 2010) που περιλαμβάνει και την Ελλάδα (μαζί με άλλες έξι χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης) με δείγμα 4.467 ηλικιωμένων υποστηρίζει: «Η χώρα μας ήταν τρίτη στη συχνότητα εμφάνισης σωματικής κακοποίησης, τρίτη στη συχνότητα εμφάνισης οικονομικής εκμετάλλευσης, πέμπτη στη συχνότητα εμφάνισης ψυχολογικής κακοποίησης, και πρώτη στη συχνότητα εμφάνισης σεξουαλικής σε συνδυασμό με σωματική κακοποίηση. Η σεξουαλική κακοποίηση ήταν η λιγότερο συχνή μορφή κακοποίησης που αναφέρθηκε και ήταν, όπως και οι υπόλοιπες μορφές, πιο συχνή στις γυναίκες. Επίσης, σημαντική μορφή κακοποίησης είναι η παραμέληση, η οποία σύμφωνα με τη μελέτη αυτή στις ηλικίες 80-84 ετών αγγίζει το 8,9%».

Οι καταγγελίες που έγιναν το 2022

H 24ωρη λειτουργία «Γραμμή Ζωής» (1065), ο εθελοντικός οργανισμός τηλεειδοποίησης και βοήθειας στο σπίτι που υποστηρίζει άτομα τρίτης ηλικίας, καταγράφει τις καταγγελίες που δέχεται.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του, το 2022 οι καταγγελίες για κακοποίηση ανήλθαν συνολικά σε 695. Από αυτές, οι 523 αφορούσαν γυναίκες θύματα και οι 172 άνδρες θύματα. Δράστες στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων ήταν τα τέκνα, άτομα από το οικείο περιβάλλον αλλά και οι σύντροφοι. Συγκεκριμένα, στις 262 περιπτώσεις η κακοποίηση τελέστηκε από τα παιδιά του θύματος, στις 133 από το οικείο περιβάλλον, στις 83 από τον σύντροφο και στις 87 από το μη οικείο περιβάλλον του ατόμου. Τέλος, 81 περιστατικά κακοποίησης έλαβαν χώρα σε Μονάδες Φροντίδας Ηλικιωμένων και 49 είχαν ως δράστες φροντιστές ηλικιωμένων κατ’ οίκον.

Οσον αφορά τη μορφή της κακοποίησης, πρωτεύουσα ήταν η παραμέληση (225) και ακολουθούν η σωματική βία (184), η οικονομική εκμετάλλευση (142), η ψυχολογική βία (138) και η σεξουαλική κακοποίηση (6).

Το έμφυλο στοιχείο στην κακοποίηση

Ο Σύνδεσμος Μελών Γυναικείων Σωματείων Ηρακλείου, που μεταξύ άλλων ίδρυσε τον «Ξενώνα για την Κακοποιημένη Γυναίκα και το Παιδί», εστιάζει στην έμφυλη βία που δέχονται οι ηλικιωμένες γυναίκες. Η Μαίρη Παχιαδάκη, πρόεδρος του Συνδέσμου, αναφερόμενη στην κακοποιημένη γυναίκα τρίτης ηλικίας σημειώνει: «Πολλές φορές ζητάμε να μιλήσει η επιζώσα εναντίον του τέκνου της, του φροντιστή της, του συζύγου της ηλικιωμένου άνδρα. Μάλιστα, όταν ξεκίνησαν οι ενέργειες ευαισθητοποίησης σε επίπεδο Κρήτης για το φαινόμενο, ξεκίνησαν οι καταγγελίες στις γραμμές βοήθειας να αυξάνονται. Σταθερά ένα 10% αφορά περιστατικά κακοποίησης ηλικιωμένων γυναικών».

Για την αντιμετώπιση των τελευταίων, μάλιστα, το 2017 δημιουργήθηκε ένα δίκτυο ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης που εκκινεί από τους γιατρούς και τους φροντιστές οι οποίοι αναγνωρίζουν τα σημάδια κακοποίησης και συνεχίζει στα ΚΑΠΗ και στις Μονάδες Φροντίδας Ηλικιωμένων. Ετσι, σταδιακά οι ενέργειες αυτές «οδήγησαν στη διαμόρφωση ενός πλαισίου συνεργασίας των επαγγελματιών πρώτης γραμμής σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της κακοποίηση ηλικιωμένων γυναικών από όλη την Κρήτη».

Δεν υφίσταται ειδικός νόμος

Στην Ελλάδα, δεν υπάρχει συγκεκριμένη νομοθεσία για την κακοποίηση ηλικιωμένων. Ο νόμος που βρίσκεται σε ισχύ από το 2006 (3500/2006) αφορά την πρόληψη της ενδοοικογενειακής βίας.

Ο νόμος 3500/2006 δεν εστιάζει σε ομάδες πληθυσμού (παιδιά, ηλικιωμένοι), αλλά είναι ένας γενικός νόμος για την ενδοοικογενειακή βία, που εφαρμόζεται εξίσου και στους ηλικιωμένους. Ο νόμος για την ενδοοικογενειακή βία έχει ενημερωθεί ώστε να περιλαμβάνει την επικύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας Κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας (Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης). Παράλληλα, σύμφωνα με τον Νέο Κώδικα για Δήμους και Κοινότητες, οι ΟΤΑ υποχρεούνται να παρέχουν υποστήριξη και διαβούλευση στα θύματα ενδοοικογενειακής βίας, ωστόσο το κατά πόσο το πράττουν έγκειται στην «ευχέρεια» αλλά και στις δυνατότητες των κατά τόπους κοινωνικών υπηρεσιών.

Στο περιθώριο της ατζέντας

Και αν οι τοπικές πρωτοβουλίες συλλογικοτήτων αποσοβούν σε κάποιον βαθμό τα φαινόμενα βίας σε βάρος ατόμων της τρίτης ηλικίας, η διαφυγή των θυμάτων από τη συνθήκη που αναπαράγει την κακοποίηση παραμένει μια δύσκολη υπόθεση, καθώς συχνά δεν είναι αυτο-εξυπηρετούμενα.

Οπως περιγράφει ο Γεράσιμος Κουρούκλης, πρόεδρος του ΔΣ της «Γραμμής Ζωής» και διοικητής της υπηρεσίας «Silver Alert», τα άτομα αυτά ζουν στη σκιά της δημόσιας προσοχής και στο περιθώριο της πολιτικής ατζέντας ερχόμενα αντιμέτωπα με πολλαπλά θεσμικά κενά που τα αφήνουν αβοήθητα. «Στη χώρα μας, μάλιστα, δεν διαθέτουμε ειδικούς χώρους που να μπορούν να φιλοξενήσουν τον κακοποιούμενο ηλικιωμένο ώστε να είναι προφυλαγμένος και ασφαλής» σημειώνει, συμπληρώνοντας ότι η βία μοιραία «εγκλωβίζεται εντός των τειχών». «Οι ηλικιωμένοι, εκτός των άλλων, αδυνατούν να ξεπεράσουν το συναίσθημά τους και να καταγγείλουν τον κακοποιητή τους που τις περισσότερες φορές είναι συγγενικό πρόσωπο» υπογραμμίζει.

Δεν μιλούν ούτε οι μάρτυρες

Από την άλλη, οι μάρτυρες της κακοποίησης εκτός σπιτιού διστάζουν να καταγγείλουν. «Δεν υπάρχει προστασία ως προς αυτούς που θέλουν να μιλήσουν για το γεγονός. Με την ποινική δίωξη που θα ασκηθεί σε βάρος του κακοποιητή ο δικηγόρος του μπορεί να λάβει τον φάκελο εντός του οποίου υπάρχουν τα στοιχεία ταυτότητας του καταγγέλλοντος» λέει ο Γεράσιμος Κουρούκλης. Συνέπεια των παραπάνω είναι η επικράτηση της σιωπής, υπό τον φόβο ακόμα και πράξεων εκδίκησης.

Πάντως, όπως αποκαλύπτει ο πρόεδρος του ΔΣ της «Γραμμής Ζωής», τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, σε βάρος δύο μεγάλων δημόσιων νοσοκομείων «τρέχουν» μηνυτήριες αναφορές γιατί παρέδωσαν κακοποιημένα άτομα που νοσηλεύτηκαν σε αυτά στον δράστη συγγενή τους.

Η προστασία πριν και μετά την καταγγελία

Η «Γραμμή Ζωής» αποτελεί – προσώρας – μία από τις λίγες διόδους διεξόδου και αναζήτησης βοήθειας για το θύμα. Η διαδικασία που ακολουθεί την καταγγελία είναι απλή: Περιλαμβάνει τη συλλογή των προσωπικών στοιχείων του καταγγελλόμενου ή του μάρτυρα, τον έλεγχο της εγκυρότητας της καταγγελίας και την αποστολή της στις δικαστικές αρχές. «Ολο αυτό το υλικό το στέλνουμε με ένα διαβιβαστικό στον αρμόδιο εισαγγελέα της περιοχής ώστε να επιληφθεί» εξηγεί ο πρόεδρος του ΔΣ της «Γραμμής Ζωής» Γεράσιμος Κουρούκλης.

Η γενική γραμματέας της Ελληνικής Γεροντολογικής και Γηριατρικής Εταιρείας Βενετία-Σοφία Βελονάκη προβαίνει, ωστόσο, σε μία σημαντική επισήμανση: «Πολλές από τις μορφές κακοποίησης, όπως η ενδοοικογενειακή βία, συνιστούν αυτεπάγγελτα διωκόμενα αδικήματα, δηλαδή σε αυτές τις περιπτώσεις η διαδικασία για την απονομή της δικαιοσύνης ξεκινά χωρίς να υποβληθεί μήνυση ή έγκληση».

Η ανάγκη υποστήριξης

Τέλος, ο πρόεδρος της Ελληνικής Γεροντολογικής και Γηριατρικής Εταιρείας Ιωάννης Καραϊτιανός συμπληρώνει πως εξίσου σημαντική είναι η πλαισίωση των θυμάτων από ειδικούς ψυχικής υγείας αλλά και η υποστήριξή τους από την αρμόδια κοινωνική υπηρεσία.

«Είναι πιθανό το άτομο να πρέπει να τεθεί υπό δικαστική συμπαράσταση, δηλαδή το δικαστήριο να ορίσει ποιος θα λαμβάνει όλες ή μέρος των αποφάσεων για αυτό» επισημαίνει, χωρίς να παραλείπει να αναφερθεί και στην ανάγκη ευαισθητοποίησης και εκπαίδευσης του γενικού πληθυσμού και των ειδικών (επαγγελματίες υγείας ή οι άτυποι φροντιστές) σε θέματα κακοποίησης ηλικιωμένων. Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών και επιστημονικές εταιρείες, όπως η Ελληνική Γεροντολογική και Γηριατρική Εταιρεία, στοχεύουν στη δημιουργία ενός πλέγματος ασφαλείας με σκοπό την προαγωγή των δικαιωμάτων των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας. Για τον ίδιο, «η πρόληψη, η έγκαιρη ανίχνευση και η καταγραφή των περιστατικών οποιασδήποτε μορφής βίας αποτελεί το πρώτο σημαντικό βήμα για την εξάλειψή της, σε συνδυασμό με την έμπρακτη και ουσιαστική υποστήριξη των ηλικιωμένων που την έχουν ανάγκη αλλά, πρωτίστως, την αξίζουν».