Η σκηνή μέσα στο Μουσείο της Ακρόπολης. Κάτοικος της Αθήνας που το επισκέπτεται στέκεται δίπλα σε μια παρέα τουριστών οι οποίοι συνοδεύονται από έναν νέο που τους ξεναγεί στον χώρο. Η σκηνή ωστόσο έχει κάτι το ασυναίσθητα… λάθος. Πλησιάζοντας, ακούει όλα όσα λέγονται. Γουρλώνει τα μάτια του για να βεβαιωθεί ότι δεν πρόκειται για φάρσα. Και πριν περάσουν λίγα λεπτά τρέχει εμβρόντητος να φωνάξει τις αρχές του Μουσείου. «Επρόκειτο για παράνομο ξεναγό που χαρακτήριζε τα Γλυπτά του Παρθενώνα Ελγίνεια εξηγώντας ότι καλώς τα πήρε ο Ελγιν γιατί τα έσωσε…» εξηγεί ο συνομιλητής μας. «Είναι δυνατόν να μην υπάρχει έλεγχος στο ποιοι κάνουν ξεναγήσεις στους τουρίστες;» συνεχίζει με γνήσια απορία.

Απρόβλεπτες καταστάσεις

Και πράγματι: Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα με τόσους επισκέπτες, η παραπάνω σκηνή μέσα σε ένα απο τα μεγαλύτερα μουσεία της πρωτεύουσας απλά αποτελεί «κοσμικό παράδοξο». Πώς νιώθουν όμως οι επαγγελματίες ξεναγοί στην Ελλάδα; Οι ίδιοι απαντούν μετρώντας μειονεκτήματα: εποχικότητα, αθέμιτος ανταγωνισμός από τους παράνομους ξεναγούς, υποβάθμισή του επαγγέλματος από το ίδιο το κράτος.

Ενας καλός ξεναγός καλείται να μυήσει τον επισκέπτη στον ελληνικό πολιτισμό, στην ιστορία και στην τέχνη, αλλά και να απαντήσει σε ερωτήματα όπως «Γιατί παρκάρετε παντού παράνομα; Γιατί υπάρχουν παντού τόσα πολλά σκουπίδια; Γιατί η Αθήνα έχει τόσο πολλά γκραφίτι;» κ.λπ. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερο επάγγελμα που απαιτεί ποικίλα προσόντα και χαρίσματα τα οποία περιλαμβάνουν από τις γνώσεις σε πολλά και διαφορετικά αντικείμενα, μέχρι την ικανότητα να διαχειριστούν απρόβλεπτες καταστάσεις.

Οπως λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο κ. Κρίτων Πιπέρας, πρόεδρος του Σωματείου Διπλωματούχων Ξεναγών (με περισσότερα από 1.000 μέλη που καλύπτουν 28 γλώσσες), ένα από τα κύρια προβλήματα του κλάδου είναι οι παράνομοι ξεναγοί. «Οι περισσότεροι παράνομοι ξεναγοί καλύπτονται κάτω από την ομπρέλα που ονομάζεται free tours, και βασίζονται στο φιλοδώρημα» λέει ο κ. Πιπέρας. «Αυτό μπορεί να είναι έως και επιτρεπτό σε χώρες οι οποίες δεν έχουν νομοθετική ρύθμιση του επαγγέλματος ή δεν έχουν σχετική εκπαίδευση. Για παράδειγμα η Τσεχία δεν έχει σχολές ξεναγών και οποιοσδήποτε μπορεί να γίνει ξεναγός. Σε χώρες όμως όπως η Ελλάδα στην οποία το επάγγελμα είναι νομοθετημένο, με κυρώσεις για όποιον το ασκεί χωρίς άδεια, είναι όπως καταλαβαίνετε εντελώς παράνομο» συνεχίζει. «Οι ίδιοι ισχυρίζονται ότι το κάνουν δωρεάν, επομένως δεν υπάρχει πρόβλημα. Με αυτή τη λογική προσπαθούν να πείσουν ακόμα και την αστυνομία ότι αυτό που κάνουν δεν είναι παράνομο».

Οπως εξηγεί ο κ. Πιπέρας, «ο νόμος είναι σαφής. Δεν διαχωρίζει αν κάποιος ξεναγεί εντός ή εκτός αρχαιολογικού χώρου. Πρόκειται ξεκάθαρα για αντιποίηση επαγγέλματος. Συν το γεγονός ότι μιλάμε για αδήλωτα κέρδη, μαύρα εισοδήματα κ.λπ. Αντιλαμβάνεστε ότι το κράτος χάνει πολλαπλώς. Αν σκεφτούμε και την παντελή έλλειψη γνώσεων, αντιλαμβάνεστε ότι είναι μια μεγάλη δυσφήμηση για τη χώρα» επισημαίνει.

Για να γίνει κανείς ξεναγός πρέπει να φοιτήσει σε μια από τις πέντε σχολές ξεναγών που υπάρχουν σήμερα πανελλαδικά. Είναι κρατικές, υπάγονται στο υπουργείο Τουρισμού και η εισαγωγή σε αυτές γίνεται με μοριοδότηση. Τίτλοι σπουδών, γνώση ξένων γλωσσών κ.λπ. Δεν υπάρχουν εισαγωγικές εξετάσεις, παρά μόνο απολυτήριες εξετάσεις. Ανάμεσα στα μαθήματα που περιλαμβάνονται σε αυτές είναι εκτός από την ιστορία, η γεωγραφία, η σπηλαιολογία, η τουριστική νομοθεσία, οι πρώτες βοήθειες, καθώς και η αντιμετώπιση κρίσεων, όπως για παράδειγμα μια τρομοκρατική επίθεση.

Η υποβάθμιση της εκπαίδευσης

«Δυστυχώς η εκπαίδευση των σχολών υποβιβάζεται με υπαιτιότητα και του ίδιου του υπουργείου Τουρισμού. Κατά τη διάρκεια των 2,5 χρόνων που διαρκεί η εκπαίδευση είχαμε γύρω στις 120 ημέρες εκπαιδευτικών εκδρομών, που αφορούσαν εκδρομές σε ολόκληρη την Ελλάδα. Από 120 ημέρες εκπαιδευτικών εκδρομών που ίσχυαν παλιά, το υπουργείο Τουρισμού τις μείωσε στις 35 ημέρες. Δηλαδή ένας μαθητής στη σχολή της Κρήτης πρέπει σε 35 ημέρες να δει ολόκληρη την Ελλάδα…» αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Πιπέρας.