Η αλήθεια είναι πως δεν περνάει και τις καλύτερες μέρες της. Η απλή αναλογική, το εκλογικό σύστημα που υποστηρίχθηκε επί δεκαετίες ως όραμα, εγκαταλείφθηκε ως εφιάλτης μέσα σε ένα (εκλογικό) βράδυ. Δοκιμάστηκε μετ’ επαίνων αλλά αποδείχθηκε εξαιρετικά θνησιγενής. Παρά τον σύντομο βίο της, όμως, πρόλαβε να αφήσει πίσω της ένα ισχυρό ίχνος. Βραχύβια αλλά σαρωτική στο πέρασμά της, λειτούργησε περίπου σαν ένας ξαφνικός ανεμοστρόβιλος. Αλλά ποιους και τι ρούφηξε στη δίνη της;
1 Το αξιακό σύστημα
Εν πρώτοις απαξιώθηκε η ίδια η απλή αναλογική ως πυλώνας ενός αξιακού συστήματος που ευαγγελίζεται την ισότιμη και άρα μια πιο δίκαιη ψήφο. Η αιτία εδώ θα πρέπει ενδεχομένως να αναζητηθεί στην αμφιβόλου πολιτικού περιεχομένου εργαλειοποίησή της, η οποία εξαρχής εμπεριείχε το στοιχείο της αυτοαναίρεσης και εν μέρει της ακύρωσης της «αξίας», με το παράδοξο επιχείρημα περί «κυβέρνησης των ηττημένων». Το επιχείρημα προέβαλε η Νέα Δημοκρατία για ευνόητους λόγους. Αλλά το υιοθέτησε ασμένως ο ΣΥΡΙΖΑ συντασσόμενος στη λογική τού «ο πρώτος είναι πρώτος και ο δεύτερος δεν είναι τίποτα». Η διαχείρισή της από τους θιασώτες της προκάλεσε έτσι ένα κενό κυβερνησιμότητας, κάτι που εξηγεί την πλήρη της εγκατάλειψη: «Οταν χάνεται ιστορικά μια ευκαιρία, πρέπει να περάσουν πολλά χρόνια, ίσως και δεκαετίες, για να αποκτήσει εκ νέου νόημα αυτή η συζήτηση» είπε με αφοπλιστική ειλικρίνεια στην «Καθημερινή» ο Αλέξης Τσίπρας.
2 Τα πρόσωπα
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ συγκαταλέγεται αναμφίβολα στα «θύματα» της δίνης. Δεδομένου ότι την προκάλεσε ο ίδιος, όταν τον Ιούλιο του 2016 στη Βουλή ως πρωθυπουργός χαρακτήριζε «ιστορική» την πρόταση της κυβέρνησής του για τη νομοθέτηση της απλής αναλογικής, η αυτοκριτική του σήμερα μπορεί να χαρακτηριστεί και γενναία. Τότε παρουσίαζε την απλή αναλογική «πάγιο αίτημα όχι μόνο της Αριστεράς αλλά και του προοδευτικού χώρου». Τώρα παραδέχεται πως η απλή αναλογική «έχει υποστεί μια στρατηγική ήττα» και πως «ο στρατηγικός εγκλωβισμός στο αξιακό όραμα της απλής αναλογικής είναι μια από τις βασικές αιτίες» της εκλογικής του συντριβής. Το αποκορύφωμα της αυτοκριτικής ήρθε με το «mea culpa» που εκστόμισε σε τηλεοπτική συνέντευξη. «Δεν πετύχαμε να δημιουργήσουμε ένα κλίμα αποδοχής της πρότασής μας» είπε. Αυτό δεν αναιρεί ωστόσο το γεγονός πως το ηγετικό του status επλήγη. Ασχέτως ποιο θα είναι το εσωκομματικό του μέλλον, είναι σίγουρο ότι θα κουβαλά το φορτίο της συντριπτικής ήττας, κάτι που όσοι γνωρίζουν τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ξέρουν καλά ότι το φέρει βαρέως. Ο κ. Τσίπρας εξάλλου «χρεώνεται» και κάτι ακόμη: πως η αντεστραμμένη προσέγγιση της τρέχουσας συγκυρίας και των συσχετισμών, που ουδόλως επηρεάστηκαν από τις προσδοκίες των επιτελών της Κουμουνδούρου και τον στόχο της «προοδευτικής διακυβέρνησης», από κεντρικός προγραμματικός άξονας εγκλωβίστηκε στα όρια ενός θολού μηνύματος χωρίς αντικειμενική υπόσταση, που δεν υπηρετούσε καν τον ίδιο τον στόχο, ο οποίος παρέπαιε μεταξύ τακτικισμού και αυταπάτης. Σε πολιτικούς όρους, δηλαδή, όλος ο σχεδιασμός ήταν «στον αέρα» και αποδίδεται μέρος της ευθύνης στις «υπόλοιπες προοδευτικές δυνάμεις» που αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στη συζήτηση περί κυβερνητικών συνεργασιών.
3 Οι συνεργασίες
Εδώ ακριβώς εντοπίζεται ακόμη μια όχι απλώς παράπλευρη αλλά βασική απώλεια. Η πολυδιαφημισμένη «κουλτούρα συνεργασιών» πήγε περίπατο. Το λεγόμενο «προοδευτικό «τόξο», αν μη τι άλλο, κατέστησε από την αρχή σαφές ότι δεν είναι διατεθειμένο να «παίξει» στο «παιχνίδι» της απλής αναλογικής. Το ένα μετά το άλλο τα κόμματα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ απέρριψαν την πρόταση. Το ΚΚΕ υπηρέτησε απλώς την πάγια θέση του, το ΜέΡΑ25 έθεσε όρους και προϋποθέσεις που δύσκολα θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν, ενώ με τη δημοσιοποίηση του σχεδίου «Δήμητρα» κόπηκαν εντελώς οι γέφυρες από την πλευρά της Κουμουνδούρου. Το πλήγμα στις συνεργασίες ωστόσο δεν σταμάτησε την 21η Μαΐου. Απότοκο της δίνης που ενεργοποίησε η απλή αναλογική και η πολιτική της διαχείριση είναι και οι επικείμενες αυτοδιοικητικές εκλογές του προσεχούς φθινοπώρου, με τις όποιες προοπτικές συνεργασιών στις περιφέρειες και τους δήμους της χώρας να φαίνεται ότι «καίγονται». Είναι τόσο ηχηρό το αποτέλεσμα της κάλπης που θεωρείται βέβαιο ότι ήδη επηρεάζει καταλυτικά τις διεργασίες εν όψει των αυτοδιοικητικών εκλογών του φθινοπώρου. Τα πυρά που ανταλλάσσουν ΣΥΡΙΖΑ και ΠαΣοΚ με φόντο την κατάρρευση του αφηγήματος της «προοδευτικής διακυβέρνησης» καταδεικνύουν το δυσχερές πλαίσιο για συγκλίσεις σε τοπικό επίπεδο, κλίμα που πριν από τις εκλογές δεν υπήρχε, με τις ζυμώσεις και τις συζητήσεις για στήριξη κοινών υποψηφίων να απασχολούν τα κομματικά επιτελεία. Το αποτέλεσμα της κάλπης με την απλή αναλογική έφερε και εδώ το αντίθετο αποτέλεσμα, τινάζοντας στον αέρα τις προοπτικές συνεργασιών, τορπιλίζοντας τις προσπάθειες που είχαν ξεκινήσει ή σε κάθε περίπτωση περιορίζοντας δραματικά τα περιθώρια και ανατρέποντας τις ισορροπίες. Μια ακόμα μάχη στην οποία οι εμπνευστές της απλής αναλογικής προσέρχονται με «κομμένα τα φτερά» όχι μόνο λόγω του οδυνηρού εκλογικού σοκ, αλλά και εξαιτίας της πενιχρής παρουσίας τους στον αυτοδιοικητικό χώρο, για την οποία θα μπορούσε να στοιχηματίσει κανείς πως θα παραμείνει «πενιχρή» και στις εκλογές του Οκτωβρίου.
4 Οι πολίτες
Αυτές θα είναι οι τρίτες κάλπες που θα στηθούν εντός του τρέχοντος έτους. Ηδη σε αυτές τις δεύτερες όμως παρατηρούνται σημάδια κόπωσης στο πολιτικό σύστημα και στο εκλογικό σώμα. Είναι ο απόηχος που αφήνει πίσω της η αναμέτρηση της 21ης Μαΐου στην πορεία προς τις εκλογές της 25ης Ιουνίου. Αν δεν υπήρχαν οι προεκλογικές περιοδείες των πολιτικών αρχηγών ανά τη χώρα και το ντιμπέιτ στη δημόσια τηλεόραση, τίποτα δεν θα θύμιζε ότι οδεύουμε προς δεύτερες κάλπες. Σε αυτό βεβαίως συντείνει και το ξεκάθαρο αποτέλεσμα που δεν αφήνει περιθώρια για να αναμένονται ανατροπές, κάτι που πιστοποιούν άλλωστε και όλες οι δημοσκοπήσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Τα διλήμματα που είχαν τεθεί κατά την προηγούμενη φάση ανεβάζοντας το πολιτικό θερμόμετρο στα ύψη πλέον δεν υφίστανται. Η συζήτηση περί κυβερνήσεων συνεργασίας, προοδευτικής διακυβέρνησης κ.λπ. έκλεισε με πάταγο. Από εκεί που η απλή αναλογική θα ευνοούσε μια τέτοια προοπτική, έφερε το αντίθετο αποτέλεσμα, ενισχύοντας το μονοκομματικό μοντέλο, θέτοντας σε δοκιμασία τα όρια και τις αντοχές του ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που θα φανεί από τους όρους με τους οποίους θα διεξαχθεί η μετεκλογική ενδοσκόπηση, η οποία αναμένεται επώδυνη, και βεβαίως από τις θέσεις που θα καταλάβουν οι εσωκομματικές «φατρίες» οι οποίες «ακονίζουν τα μαχαίρια».