Οι οικονομολόγοι δεν τσιτάρουν πάντα οικονομολόγους. Τουλάχιστον όχι ο Γιάννης Στουρνάρας, που στις κατ’ ιδίαν αλλά και πιο ανοικτές συναντήσεις του συνηθίζει να μνημονεύει τον Χάρολντ Γουίλσον – τον βρετανό πρωθυπουργό των Εργατικών, ο οποίος έλεγε πως «μια εβδομάδα είναι πολύ χρόνος στην πολιτική». Σε μια πιο χαλαρή εκδοχή, η ατάκα περιγράφεται και με όρους… παρκέ.

Ο πολιτικός χρόνος, λέει ο εμπνευστής της, είναι σαν το μπάσκετ. Κάποιες φορές αρκούν λίγα δευτερόλεπτα για να κρίνουν έναν αγώνα. Ούτε η ιστορική ούτε η πιο χαλαρή εκδοχή υποκρύπτουν προθέσεις πολιτικής παρέμβασης από την πλευρά του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Φωτογραφίζουν απλώς τη σημασία που έχει να μετατραπεί η οικονομική θεωρία σε πράξη με όχημα την πολιτική βούληση. Με άλλα λόγια, ο κεντρικός τραπεζίτης βάζει την πολιτική στην εξίσωση του οικονομικού οράματος της χώρας.

«Ισχυρή κυβέρνηση μακράς πνοής»

Είναι κάτι που τόνισε και στην τελευταία του συνέντευξη, στο in.gr. Η Ελλάδα, είπε, «χρειάζεται μια κυβέρνηση μακράς πνοής». Μια «ισχυρή κυβέρνηση», η οποία θα δείξει αποφασιστικότητα και ταχύτητα στις μεταρρυθμίσεις που κρίνονται αναγκαίες.

Οπως; Στην κορυφή των προτεραιοτήτων τίθεται η μάχη κατά της φοροδιαφυγής. Η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στην Ευρώπη, τα κρατικά ταμεία μαστίζονται, μόνο από τον ΦΠΑ η αιμορραγία υπολογίζεται σε 100 χαμένα ευρώ το δευτερόλεπτο. Αν προστεθεί η παραοικονομία, τότε οι απώλειες υπερβαίνουν τα 60 δισ. ευρώ ετησίως.

Ο Γιάννης Στουρνάρας θα παρακολουθεί αυτόν τον νέο οικονομικό κύκλο ακόμη και όταν θα έχει κλείσει κάποια στιγμή τον δικό του στην κεντρική τράπεζα. Εχει αποκαλύψει πως αν αποσυρθεί στη Σύρο θα γράψει ένα βιβλίο για τα χρόνια που πρωταγωνίστησε είτε για την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ είτε για τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης. Δεν κρατούσε σημειώσεις, «θα είναι ό,τι θυμάμαι», όπως αναφέρει.

Το μήνυμα που στέλνει ο κεντρικός τραπεζίτης είναι το εξής: «Σήμερα φόρους πληρώνουν μόνο οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. Πρέπει να σταματήσει αυτό»

«Οφείλει να είναι καλός επόπτης»

Παρεμβατικός αλλά εντός των θεσμικών του ορίων, ο κεντρικός τραπεζίτης έχει θέσει ως εξής το πολιτικό (διαχειριστικό) πρόβλημα της οικονομίας: «Εχει αποδειχθεί πως το Δημόσιο δεν είναι καλός επιχειρηματίας. Οφείλει όμως να είναι πολύ καλός επόπτης».

«Αυτό που μπορούμε να προσφέρουμε στους νέους είναι μια οικονομία η οποία θα αναπτύσσεται γρήγορα και από την ανάπτυξη αυτή, από την παραγωγικότητα, θα μπορεί να δώσει μισθούς. Μισθούς όμως οι οποίοι δεν θα έρχονται σε αντίθεση με την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και τη δημοσιονομική σταθερότητα» σημειώνει. Μπορεί όμως έτσι να επιδιώξει κανείς την ευτυχία; Στη συνέντευξή του ο Γιάννης Στουρνάρας είχε επιμείνει με μια δόση χιούμορ. «Οπως λένε και στο χωριό μου, το catch up, δηλαδή το να φτάσεις τους άλλους, σου δίνει μια τεράστια δυνατότητα. Πρέπει να το εκμεταλλευτούμε αυτό».

Ο διοικητής της ΤτΕ θήτευσε στο υπουργείο Οικονομικών στις εποχές της τρόικας, της οικονομικής ορθοδοξίας του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και του ΔΝΤ. Εχει ζήσει από τον θεσμικό του ρόλο, δηλαδή ως κεντρικός τραπεζίτης, τις διαπραγματεύσεις της τότε κυβέρνησης και το δημοψήφισμα του 2015.

Εχει αποκαλύψει πως αν αποσυρθεί στη Σύρο θα γράψει ένα βιβλίο για τα χρόνια που πρωταγωνίστησε είτε για την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ είτε για τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης

Μισθοί και παραγωγικότητα

Ας πιάσουμε όμως το νήμα από πιο νωρίς, από την αρχή της κρίσης. Πώς εξηγεί ότι το έλλειμμα έφτασε εκεί που έφτασε το 2010; Για να απαντήσει επιστρέφει στην πολιτική. «Κάναμε πολλές προσλήψεις στο Δημόσιο, δώσαμε πολύ μεγάλες αυξήσεις σε συντάξεις αλλά και σε μισθούς στο Δημόσιο, αυτό οδήγησε σε αντίστοιχους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα, μισθοί οι οποίοι δεν είχαν καμία σχέση με την παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας» εξηγεί. «Αρκεί να δείτε πώς ανέβαιναν τότε οι μισθοί και οι συντάξεις στην Ελλάδα, προς το τέλος της δεκαετίας του 2000, σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Ηταν πια μαθηματικώς βέβαιο ότι θα πέφταμε στην κατάσταση στην οποία περιπέσαμε».

Στην παρούσα προεκλογική περίοδο οι μισθοί και οι προσλήψεις πάλι είναι στα «ατού» των οικονομικών προγραμμάτων των κομμάτων. Οπως επίσης και η μείωση των μισθολογικών βαρών. Δεν λείπουν μάλιστα εκείνοι που κάνουν παραλληλισμούς με τη δεκαετία του 1980 και επικρίνουν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ πως υποκύπτουν στο αμάρτημα της άκρατης παραχολογίας.

Ο Γιάννης Στουρνάρας έχει απορρίψει αυτό το παρελθοντολογικό επιχείρημα. «Είμαστε στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, πάμε στην 5η βιομηχανική επανάσταση, πρέπει να προσαρμοστούμε» έχει αναφέρει. «Να χτυπήσω ξύλο, η Ελλάδα πέρασε την κρίση. Δεν χρειάζεται λύσεις έξω από την πολιτική σήμερα» ξεκαθαρίζει. «Αυτή τη στιγμή υπάρχουν νέοι πολιτικοί με όραμα που έχουν πολύ χρόνο μπροστά τους». Αν και προκαλείται, στην ονοματολογία δεν μπαίνει. Επιμένει πάντως πως σε καμία περίπτωση δεν βλέπει «λύσεις εκτάκτου ανάγκης» και νέα κρίση για την Ελλάδα.

Συμβουλές και προτεραιότητες

Αρα «επιστρέφουμε» στο 2023. Και ο ίδιος δίνει κάποιες «συμβουλές» στην επόμενη κυβέρνηση. Ποιες είναι αυτές;

  • Mια προτεραιότητα για την επόμενη κυβέρνηση είναι καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή και να υπάρχει εποπτεία του κράτους και αποδείξεις παντού. Το μήνυμα που στέλνει ο κεντρικός τραπεζίτης είναι το εξής: «Σήμερα φόρους πληρώνουν μόνο οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι. Πρέπει να σταματήσει αυτό».
  • Μνημονεύοντας τον βιολόγο και πρώτο πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ερευνας Φώτη Καφάτο, ο διοικητής της ΤτΕ λέει ότι η Ελλάδα πρέπει να επενδύσει πάρα πολύ στο «τρίγωνο της γνώσης». Εκπαίδευση, καινοτομία και έρευνα.
  • Ως προς τις επενδύσεις, σημειώνει πως πρέπει να εξειδικευτούμε σε προϊόντα και υπηρεσίες που συνάδουν με το συγκριτικό μας πλεονέκτημα («ωραίος καιρός, ωραία χώρα, ωραία θάλασσα, ωραία βουνά» όπως λέει παραστατικά) αλλά από την άλλη μεριά να επενδύσουμε στην υψηλή τεχνολογία.
  • Να υποκαταστήσουμε τις εισαγωγές με εγχώρια προϊόντα και να αυξήσουμε τις εξαγωγές. Ο τουρισμός, για παράδειγμα, έχει γνωρίσει μια πολύ μεγάλη άνθηση. Πρέπει να κάνουμε κάτι στην υποκατάσταση εισαγωγών. Τρόφιμα, ενέργεια, εξοικονόμηση ενέργειας και αποθηκευτικούς χώρους.
  • Οφείλουμε να δώσουμε βάρος στις υποδομές της δημόσιας υγείας και της δημόσιας παιδείας.
  • Η Ελλάδα κατατάσσεται ακόμα χαμηλά στους λεγόμενους δείκτες διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Γιατί; Σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, μέρος του προβλήματος εδράζεται στις καθυστερήσεις στη Δικαιοσύνη, στη χορήγηση αδειών στον δημόσιο τομέα, στο Κτηματολόγιο κ.λπ.
  • Ο κύκλος της αξιολόγησης που άνοιξε θεωρητικά από το Δημόσιο έως τα πανεπιστήμια πρέπει να κλείσει στην πράξη.
  • Παρατηρούνται αρκετά μεγάλες συγκεντρώσεις σε πολλούς τομείς, όπως στις τράπεζες για παράδειγμα. Πρέπει, επομένως, να ενισχυθούν οι μικρότερες τράπεζες και να εξασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ μεγάλων και μικρών τραπεζών. Γενικά, χρειάζονται περισσότερες επιχειρήσεις, οι οποίες θα προκαλέσουν τις μεγαλύτερες. Στην ενέργεια, στα τρόφιμα, στην ιδιωτική περίθαλψη.
  • Με όρους χαλαρότητας και πάλι, ο αγώνας στο παρκέ συνεχίζεται. Και εκεί μετράει κάθε δευτερόλεπτο μέχρι τη λήξη.