«Για ιδέστε όλοι τον ακροβάτη που τραμπαλίζεται»… Αυτός ο στίχος μπορεί να αποδίδει τη θέση στην οποία βρίσκεται ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος από το βήμα της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης εξήγγειλε το Σάββατο το βράδυ την οικονομική πολιτική και το πακέτο παροχών του ΣΥΡΙΖΑ για τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Η υπόσχεση για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών και η σταδιακή μείωση του φόρου των κερδών των επιχειρήσεων είναι τα βασικά «όπλα» του στην προσπάθεια αντιστροφής του αρνητικού κλίματος για την κυβέρνηση.
Την ίδια στιγμή, όμως, γνώριζε πολύ καλά ότι για να υλοποιήσει τα μέτρα θα πρέπει πρώτα να εξασφαλίσει την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και –το κυριότερο –να επικρατήσει στις εθνικές εκλογές του 2019, κάτι που σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δημοσκοπικά ευρήματα φαντάζει ακατόρθωτο.Οι δύο αυτές παράμετροι, με το στοιχείο της αβεβαιότητας, είναι προφανώς καθοριστικές για την πορεία της οικονομίας τα επόμενα έτη αλλά και για τις πολιτικές εξελίξεις στον τόπο.
Ωστόσο, θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο κ. Τσίπρας δεν μπορούσε να πράξει διαφορετικά καθώς στην εφετινή ΔΕΘ κλείνουν δύο κύκλοι –της οκταετούς περιόδου των μνημονίων και της τετραετούς διακυβέρνησης της χώρας από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Αυτά λοιπόν τα στοιχεία αποτελούν και τον οδηγό της πρωθυπουργικής παρουσίας στη Θεσσαλονίκη εν μέσω αντιδράσεων για το Μακεδονικό και την πολιτική λιτότητας του τρίτου μνημονίου που κατά κοινή ομολογία ακολούθησε αυστηρά και εφάρμοσε πιστά τα τελευταία τρία χρόνια η κυβέρνηση.
Οι τελευταίες πληροφορίες μία ημέρα πριν από την ομιλία του κ. Τσίπρα στη Θεσσαλονίκη έλεγαν τα εξής:

1Η κυβέρνηση θα ζητήσει έγκριση για κατάργηση της υπάρχουσας νομοθετικής ρύθμισης για την περικοπή της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις το 2019 και τη μείωση του αφορολογήτου στα 5.600 ευρώ από το 2020 με νομοσχέδιο που προτίθεται να φέρει στη Βουλή μαζί με την κατάθεση του προϋπολογισμού του 2019.
Το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης για αυτή την επιλογή είναι ότι «το μέτρο αυτό ψηφίστηκε κατά τη διάρκεια της δεύτερης αξιολόγησης, εξαιτίας του γεγονότος ότι το ΔΝΤ δεν θεωρούσε ότι η ελληνική οικονομία είναι εφικτό να πετύχει τον στόχο του 3,5% πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2019. Τα στοιχεία δεν επιβεβαιώνουν αυτές τις προβλέψεις του ΔΝΤ και μπορεί πλέον κανείς να εκτιμήσει με αρκετά μεγάλη βεβαιότητα ότι το μέτρο αυτό δεν είναι αναγκαίο».
2 Ταυτόχρονα με την αναστολή των περικοπών σε συντάξεις και το αφορολόγητο θα «παγώσουν» και τα αντίμετρα που επίσης είχε ψηφίσει η κυβέρνηση έτσι ώστε το δημοσιονομικό αποτέλεσμα να είναι ουδέτερο.
Ομως οι ίδιες πληροφορίες θέλουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να μην αποδέχεται την κατάργηση των νομοθετικών ρυθμίσεων. Η Κομισιόν θεωρεί ότι οι προβλέψεις δεν πρέπει να καταργηθούν αλλά να παραμείνουν ως «δικλίδα ασφαλείας», «εγγύηση προς τις αγορές» ότι η Ελλάδα θα έχει εξασφαλισμένη την επίτευξη στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% ετησίως ως το 2022.
Ετσι στην καλύτερη περίπτωση να αποδεχθεί την αναβολή εφαρμογής του μέτρου για τις συντάξεις για έναν χρόνο. Κι αυτό ωστόσο θεωρείται μεγάλο πολιτικό δώρο προς την κυβέρνηση και ήδη προκαλεί αντιδράσεις στο πολιτικό παρασκήνιο.
3Ο κ. Τσίπρας θα δεσμευτεί για την τήρηση των στόχων του μεσοπρόθεσμου προγράμματος και ειδικά για το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ ως το 2022 έτσι ώστε να καθησυχάσει τις αγορές, διαβεβαιώνοντας ότι οι παροχές της κυβέρνησής του θα κινηθούν αυστηρά στο πλαίσιο του δημοσιονομικού χώρου που αφήνει η επιτυχής εκτέλεση του προϋπολογισμού.

Ο… χώρος

Με αυτά τα δεδομένα το «πακέτο Τσίπρα» έχει για το 2018 700-800 εκατ. ευρώ, ποσό που θα διατεθεί για την εξόφληση των οφειλομένων αναδρομικών σε ενστόλους, δικαστές και πανεπιστημιακούς.
Ανοιχτό ήταν μέχρι και την Παρασκευή το θέμα της καταβολής μερίσματος κοινωνικής αλληλεγγύης και εφέτος στα φτωχά νοικοκυριά και στους χαμηλοσυνταξιούχους (με σύνταξη κάτω των 700 ευρώ) τα Χριστούγεννα.
Το 2019, όπως προβλέπεται στο μεσοπρόθεσμο πλαίσιο δημοσιονομικής στρατηγικής, ο δημοσιονομικός χώρος θα ανέλθει στα 866 εκατ. ευρώ το 2020 θα αυξηθεί στα 1,28 δισ. ευρώ, το 2021 στα 2,11 δισ. ευρώ και το 2022 θα ανέλθει στα 3,58 δισ. ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι η οικονομία θα αναπτύσσεται με ετήσιο ρυθμό πάνω από 2%.
Από αυτά τα ποσά η κυβέρνηση, σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό, θα προχωρήσει στα εξής μέτρα:
l Στη σταδιακή ελάφρυνση του ΕΝΦΙΑ στα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα (κάτω από 10.000 ευρώ ετησίως) και μικρές περιουσίες. Η μεσοσταθμική μείωση θα είναι 30% σε δύο φάσεις, 2019 και 2020.
l Στη μείωση ασφαλιστικών εισφορών κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες (από 32% στο 22%) για τους ελεύθερους επαγγελματίες με υψηλά εισοδήματα (πάνω από 40.000 ευρώ ετησίως), που πράγματι έχουν επιβαρυνθεί υπέρμετρα με τη διπλή φορολόγηση.
l Στη μείωση φόρου επί των κερδών των επιχειρήσεων από 29% στο 25% σε βάθος τριετίας, αρχής γενομένης το 2019.
l Στη μείωση από το 2020 της έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης, που είναι ο δεύτερος φόρος στα εισοδήματα, και στην ενσωμάτωσή της στη φορολογική κλίμακα.

Τα «σίγουρα μέτρα» στον δρόμο προς τις εκλογές

Παράλληλα με τα μέτρα αυτά που τελούν υπό την έγκριση των Βρυξελλών, τα «σίγουρα μέτρα» στον δρόμο προς τις κάλπες του 2019 για τον κ. Τσίπρα είναι:
l Η προοπτική της αύξησης του κατώτατου μισθού από τα 586 ευρώ τον μήνα στα 615 ευρώ, με ταυτόχρονη κατάργηση των χαμηλότερων αμοιβών για τους νέους κάτω των 25 ετών (του υποκατώτατου μισθού των 511 ευρώ) ώστε να ανέβουν κι αυτοί στα 615 ευρώ τον μήνα.

l Η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και η επέκταση των αμοιβών των κλαδικών συμβάσεων σε όλους τους εργαζομένους του κλάδου (όπως έγινε με τα ξενοδοχεία, τα ταξιδιωτικά γραφεία, τις τράπεζες, τις ναυτιλιακές εταιρείες).

l Σειρά κοινωνικών μέτρων όπως η μείωση της συμμετοχής συνταξιούχων στα φάρμακα, η αύξηση του αριθμού των παιδικών σταθμών, η πρόσθετη επιχορήγηση του ΟΑΕΔ για προγράμματα απασχόλησης νέων που επιστρέφουν από το εξωτερικό.

Το πακέτο ολοκληρώνεται με την υπόσχεση ότι ως το τέλος του έτους θα καταβληθούν όλες οι συντάξεις και τα εφάπαξ που εκκρεμούν στον ΕΦΚΑ και στα Ταμεία του Δημοσίου.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, τον Αύγουστο οι εκκρεμείς κύριες συντάξεις ήσαν 43.747, οι εκκρεμείς επικουρικές 90.000 και τα εκκρεμή εφάπαξ 28.540.