Το Ασφαλιστικό στη Γαλλία θέτει δύο ομάδες ερωτημάτων. Η πρώτη αφορά τη διαδικασία: είναι σωστό να περνάει μια τέτοια αλλαγή με ειδικές διαδικασίες; Μήπως αυτό αποδυναμώνει την πολιτική νομιμοποίηση της μεταρρύθμισης και ενισχύει τις αντιδράσεις; Η δεύτερη αφορά την ουσία: ποιο είναι το πρόβλημα; Ποιες οι επιπτώσεις χωρίς αλλαγές; Είναι οι αλλαγές κατάλληλες και ποιους θίγουν; Γιατί επιμένει ο Μακρόν παρά τις έντονες αντιδράσεις;

Ως προς τη διαδικασία: αυτή, θεσμικά, προβλέπεται στο Σύνταγμα της χώρας, με δικλίδα ασφαλείας την πτώση της κυβέρνησης έπειτα από ψήφο εμπιστοσύνης. Πολιτικά, ένα τέτοιο θέμα θα ήταν ίσως προτιμότερο να μη θεσπιστεί με ειδική διαδικασία. Θα μπορούσε να έχει εγκριθεί; Υποθέτω πως όχι. Θα προέκυπταν τότε αρνητικές επιπτώσεις; Ναι, σημαντικές. Πρέπει η πολιτική ηγεσία να κάνει ότι μπορεί για να αποτρέψει μια μεγάλη ανωμαλία; Πρέπει.

Ομως, αν μια κοινωνία επιλέγει να μην αλλάξει τίποτα σήμερα, έστω και αν αυτό δημιουργεί πολλά προβλήματα στο μέλλον, σημαίνει ότι έχει ταυτόχρονα αποδεχθεί και τις συνέπειες. Στην Ελλάδα διαδηλώσεις, κατάρες, φέρετρα, αρνητισμός οδήγησαν στο πάγωμα της διαδικασίας. Το τίμημα και οι συνέπειες της «νίκης» εκείνης είναι μετρήσιμες. Υστερα από λίγα χρόνια, τα συσσωρευμένα ελλείμματα (περίπου 70 δισ. ευρώ) οδήγησαν στη χρεοκοπία τόσο του Ασφαλιστικού όσο και της χώρας, οι περικοπές στις συντάξεις ήταν σημαντικά μεγαλύτερες απ’ ό,τι οι προτάσεις που είχαν γίνει και, επιπλέον, συμπαρέσυραν σημαντικές περικοπές στους μισθούς εκατομμυρίων εργαζομένων, και αυτά διατηρούνται μέχρι και σήμερα.

Ως προς την ουσία, τα δεδομένα δείχνουν ότι η Γαλλία έχει το πιο ισχυρό σύστημα κοινωνικής προστασίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Για να το διατηρήσει, εφόσον στα επόμενα χρόνια αυξηθεί σημαντικά η δαπάνη για συντάξεις, θα πρέπει να αποδεχθεί είτε ελλείμματα και χρέη είτε πρόσθετες φορολογίες είτε περικοπή άλλων μορφών κοινωνικής προστασίας (για ανέργους, υγεία, αναπηρία, φτώχεια κ.ά.). Η περίπτωση αυτή είναι ορατή.

Η Γαλλία βρίσκεται στην τρίτη θέση από πλευράς συνταξιοδοτικής δαπάνης προς ΑΕΠ, έχει το πέμπτο υψηλότερο χρέος/ΑΕΠ στην ΕΕ, οι πρόωρες συντάξεις αποτελούν σημαντικό τμήμα του συνόλου, ο πληθυσμός της μειώνεται, ενώ η εξάρτηση του ηλικιωμένου πληθυσμού από τους εργαζομένους προβλέπεται να φτάσει από 49% (2019) σε 67% (2030). Είναι οι σχέσεις αυτές ανησυχητικές; Ας το απαντήσει ο καθένας. Η επιλογή του Μακρόν να περάσει το Ασφαλιστικό παρά το τεράστιο πολιτικό κόστος που εισπράττει υποδηλώνει ότι, λογικά, το πρόβλημα είναι υπαρκτό και σημαντικό.

Στα παραπάνω να προσθέσω δύο διαφορετικά σημεία. Το πρώτο είναι ότι η Γαλλία, όπως και κάθε χώρα, βρίσκεται ήδη αντιμέτωπη με πολλές και σημαντικές νέες πιέσεις, που είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσουν – οδηγούν ήδη – σε δύσκολες καταστάσεις στην επόμενη δεκαετία – και όχι μόνο. Στην περίπτωση αυτή, το δίλημμα είναι αν η πολιτική στις συντάξεις ή σε άλλα ζητήματα θα ευνοεί ασύμμετρα κάποια κοινωνικά τμήματα, μεταθέτοντας το βάρος των νέων προβλημάτων στα υπόλοιπα ή αν θα επιδιώξει ένα πιο ισόρροπο αποτέλεσμα.

Η πρώτη επιλογή δεν είναι καν αυτονόητη. Αυτονόητο είναι ότι θα οδηγήσει και αυτή σε ταραχές και αντιδράσεις όσων καλούνται να επιβαρυνθούν επιπρόσθετα. Επιπλέον, το ζήτημα οδηγεί σε ευρύτερα ερωτήματα για τη διανομή του εισοδήματος και των ευκαιριών σε μια κοινωνία, που για να απαντηθούν προϋποθέτουν αξιακές – και άρα υποκειμενικές – ιεραρχήσεις. Το δεύτερο σημείο αφορά την ΕΕ και την Ελλάδα ως μέλος της. Μια αποδυναμωμένη Γαλλία θα μπορεί όλο και δυσκολότερα να ανταποκρίνεται σε ευρωπαϊκές προτεραιότητες π.χ. για αλληλεγγύη προς χώρες όπως η Ελλάδα ή για τα θέματα της κλιματικής αλλαγής ή για οικονομικές, τραπεζικές κρίσεις κ.ά.

Σε τελευταία ανάλυση, οι εθνικές επιλογές της είναι μεταξύ δύο στρατηγικών: οργανωμένη επανα-ισορρόπηση ενός συστήματος που κινδυνεύει ή παθητική αποδοχή της προοπτικής μιας άτακτης-βίαιης αλλαγής σε κάποιο επόμενο χρόνο με αυξανόμενο συνολικό κόστος και άγνωστες προεκτάσεις.

Ο κ. Τάσος Γιαννίτσης είναι ομότιμος καθηγητής, πρώην υπουργός.