Η ανάγνωση ενός βιβλίου έχει τη δύναμη να προκαλέσει βιολογικές μεταβολές στον εγκέφαλο που σχετίζονται με τη γλώσσα, τη φαντασία και τη συμπεριφορά μας, λένε οι νευροεπιστήμονες. Τι συμβαίνει όμως με τον τρόπο ανάγνωσης στις μέρες μας;
Διάβαζα πρόσφατα ένα άρθρο στον «Guardian» για την αλλαγή στον τρόπο που διαβάζουμε. Κάνοντας ταυτόχρονα και την αυτοκριτική μου, το βρήκα πολύ εύστοχο. Πόσες φορές διαβάζουμε ένα κείμενο και πιο συχνά στο δίκτυο και «πηδάμε» λέξεις, φράσεις, ακόμη και  παραγράφους. Αυτή η ανάγνωση, που έχει γίνει κοινός τόπος για πολλά άτομα, και κυρίως πολλές ειδικότητες επαγγελματιών, αφαιρεί από τον δέκτη την ικανότητα να προσλάβει το κείμενο σε όλη του την πολυπλοκότητα και γοητεία, ελαχιστοποιεί την απόλαυση, τη χαρά και την ομορφιά μιας ολοκληρωμένης αναγνωστικής εμπειρίας, η οποία αποτελούσε αιώνες τώρα ένα νευροδιανοητικό σύνολο ανταλλαγής και στοχασμού.
Σήμερα, στην εποχή της τεχνολογικής αλλά και κειμενικής επανάστασης, πολλοί υποστηρίζουν ότι χρειαζόμαστε έναν νέο τρόπο προσέγγισης της λογοτεχνίας. Τα παραδείγματα της «ψηφιακής λογοτεχνίας» δεν μπορώ να πω ότι έχουν ενθουσιάσει το σύνολο. Οσο για τα «παραδοσιακά» κείμενα (άρθρα, μελέτες, ακόμη και μυθιστορήματα) ο σύγχρονος αναγνωστικός νους είτε τα διαβάζει στο Kindle είτε «πηδάει» κειμενικές ενότητες. Διαβάζουμε οριζόντια και όχι κάθετα. Πώς μπορούμε λοιπόν να συλλάβουμε ένα κείμενο; Πώς μπορούμε να σταθούμε κριτικά απέναντί του; Πώς μπορούμε να το απολαύσουμε, μια και αυτό που έχουμε εισπράξει είναι ένα γενικό πλάνο, μια εκτενής σύνοψη, ένα θραυσματικό κομμάτι του;
Οταν τα iPad λειτουργούν ως κατευναστικό παιχνίδι για τα παιδιά, ακόμη και ως ηρεμιστικό για τα μωρά, που βυθισμένα στην οθόνη, κλείνουν κάθε επαφή με τον έξω κόσμο, τότε τα πράγματα έχουν αλλάξει. Αφήνουν μεν τους γονείς τους ήσυχους, τα βυθίζουν όμως σε μια φαντασιακή διάσταση της πραγματικότητας, της οποίας κύριο «κέρδος» είναι η εξοικονόμηση χρόνου από πλευράς γονέων και η διαδραστική (αλλά και μονήρης) δράση με άλλοθι τη συμμετοχή σε μια  περιπέτεια από πλευράς παιδιών. Τα μεγαλύτερα παιδιά, όπως είναι φυσικό, σπάνια ασχολούνται με το βιβλίο, έχουν περάσει αυτόματα στα video games. Οταν ακούω για «εφηβική λογοτεχνία» ή για «εφηβικό θέατρο, χαμογελάω. Βλέπετε κανέναν έφηβο που δεν έχει κάνει το άλμα από τα αθώα παιχνίδια του iPad στο δίκτυο και όσα θαυμαστά (βλέπε και απαγορευμένα) μπορεί να του προσφέρει; ‘Η μήπως το parent’s guidance είναι αποτελεσματικό και δεν μπορεί ο υποψιασμένος δωδεκάχρονος να δει τα πάντα, κι όταν λέμε τα πάντα, εννοούμε τα πάντα, μέσα από το smartphone, είτε το δικό του, είτε ενός φίλου; Πόσο εύκολα θα καθίσει να διαβάσει Ιούλιο Βερν ή Αλέξανδρο Δουμά; Ο Φιλέας Φογκ και ο κόμης Μοντεχρήστος καταδικάζονται να βυθιστούν στη συλλογική λήθη.
Φυσικά και οι ενήλικοι ζουν την ίδια και χειρότερη εμπειρία. Ολοι συμπλέουμε στην ίδια μεταμόρφωση. Τα νευρωνικά δίκτυα που ορίζουν τις δυνατότητες του εγκεφάλου να διαβάζει, αλλάζουν με τεράστια ταχύτητα, μια ταχύτητα που μας αφορά όλους, από το παιδάκι ως τον ενήλικο. Οπως υποδηλώνουν οι έρευνες της νευρολογίας, η πρόσληψη της εγγραμματοσύνης δημιούργησε την ανάγκη για νέο δίκτυο στον εγκέφαλο του ανθρώπου εδώ και 6.000 χρόνια. Το δίκτυο αυτό αναπτύχθηκε από έναν πολύ απλό μηχανισμό αποκωδικοποίησης βασικών πληροφοριών, όπως ο αριθμός των προβάτων σε ένα κοπάδι. Σταδιακά, μέσα από πολλά χρόνια η ανάγνωση βάθυνε, πλάτυνε, μεταμορφώθηκε. Αναπτύχθηκαν μορφές εις βάθος ανάγνωσης, όπως η ενορατική ανάγνωση, η ανάγνωση που ενεργοποιεί όχι μόνον τη βασική λειτουργία τού «διαβάζω-εισπράττω», αλλά διεγείρει και περιφερειακά συγκινησιακά και μνημονικά κέντρα. Ολα αυτά με τη σημερινή θραυσματική ανάγνωση κινδυνεύουν να χαθούν σε ένα τσουνάμι πληροφοριών που η μνήμη αδυνατεί να συγκρατήσει, να αποθηκεύσει και να ανασύρει, ασύνδετων τις περισσότερες φορές μεταξύ τους, με τους χρήστες να επαίρονται μάλιστα για τις γνώσεις τους επί παντός επιστητού. Πώς το λέγανε οι παλιοί; Η ημιμάθεια είναι χειρότερη της αμάθειας.
Οι έρευνες έχουν αποδείξει ότι το δίκτυο της ανάγνωσης δεν είναι δεδομένο στον άνθρωπο μέσα από κάποιον γενετικό κώδικα, όπως η όραση ή η γλώσσα. Χρειάζεται ένα περιβάλλον να αναπτυχθεί. Επιπροσθέτως θα επηρεαστεί καίρια από τις συνθήκες του συγκεκριμένου περιβάλλοντος. Οταν το περιβάλλον το διαμορφώνει ο σημερινός τεχνολογικός χείμαρρος είναι φυσικό και η ανάγνωση να παρασυρθεί ανάλογα. H νέα μόδα ανάγνωσης είναι το «γλίστρημα» πάνω στα κείμενα, όπου ο αναγνώστης χαϊδεύει την υφή του λόγου με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αναπτύξει μια κριτική θέση απέναντι στο περιεχόμενο, αλλά από την άλλη να έχει την ψευδαίσθηση ότι έχει «γλιστρήσει», έχει «σερφάρει» πάνω σε έναν πιθανότατα πολύ δύσκολο και απαιτητικό λόγο, τον οποίο με ήσσονα προσπάθεια νομίζει ότι έχει κατακτήσει.
Σήμερα, όλο και λιγότερος χρόνος δίνεται σε πιο αργές, χρονοβόρες, εις βάθος αναγνωστικές διαδικασίες, όπως η κριτική ανάλυση, η σύγκριση, η εξαγωγή συμπερασμάτων, η κατανόηση των αντιφάσεων, όλες απαραίτητες για τη διεισδυτική και αποτελεσματική μάθηση σε κάθε ηλικία.
Κι όμως, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι αποτελούν τις παράπλευρες απώλειες της ψηφιακής μας εποχής. Ομως δεν μιλάμε απλώς για μια διαμάχη μεταξύ εκτυπωμένου και ψηφιακού κειμένου. Η απώλεια συνδέεται και με τους λόγους για τους οποίους επιλέγουμε ένα κείμενο, όχι μόνο με το πώς το διαβάζουμε. Πάμπολλα κείμενα απορρίπτονται λόγω μεγέθους, θέματος και… μόδας. Η ατροφία τής εις βάθος ανάγνωσης γενικεύεται. Το εύκολο, το επίκαιρο, ακόμη και το κατασκευασμένο κυριαρχούν. Τα fake news και τα ποιητικά τσιτάτα, τα οποία ως πρόσθετη μεταμοντέρνα ιωνική κολονίτσα σε υαλοπέτασμα προσπαθούν να στηρίξουν τα αστήρικτα, είναι κοινός τόπος.
Υπάρχει η γνωστή λαϊκή έκφραση που χρησιμοποιείται και στη νευρολογία: «Use it or loose it». «Χρησιμοποίησέ το ή το χάνεις». Είναι πολύ αισιόδοξη φράση, όταν χρησιμοποιείται στην κριτική σκέψη, διότι υποδηλώνει επιλογή. Ιδιότητες και προνόμια που δεν είναι σε λειτουργία χάνονται. Ετσι λοιπόν είναι στο χέρι μας να συνδυάσουμε τις ευκολίες που προσθέτει το νέο πάρκο αναγνωστικών ελευθεριών της ψηφιακής εποχής με την εις βάθος και κάθετη ανάγνωση που μας έχουν κληροδοτήσει οι αιώνες. Μια ανάγνωση φευγαλέα που αποδεικνύει τι ακριβώς χάνουμε, όταν χαϊδεύουμε λέξεις και φράσεις λες και είναι εκτάσεις, και όχι σημεία.
Ισως είναι ανάγκη να αναπτύξουμε και να καλλιεργήσουμε έναν εγκέφαλο ψηφιο-λογοτεχνικό, ο οποίος να μπορεί να εισδύει στα βαθύτερα στρώματα της σκέψης και της μνήμης είτε αυτά είναι ψηφιακά είτε παραδοσιακά.
Ποιος μη ειδικός σήμερα θα στεκόταν για πάνω από δύο δευτερόλεπτα στη φράση του γερμανού ποιητή Paul Celan: «Εσύ σκάβεις κι εγώ σκάβω / Και σκάβω μέσα σου ως εσένα». Διαβάστε τη, έστω μια δεύτερη φορά. Αλλιώς υπάρχει και το σλόγκαν γνωστής εταιρείας κινητής τηλεφωνίας που είναι ανατριχιαστικό στην ειλικρίνειά του: «Οχι μαγεία, τεχνολογία».
Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.