Συνέντευξη στον Δημήτρη Μπίμη

Ο Δημήτρης Γέρος είναι ένας εικαστικός  με διεθνή αναγνώριση, γεννημένος στη Λιβαδειά και άνθρωπος που αγαπάει ιδιαίτερα τον τόπο του. Οπως λέει απαντώντας στις ερωτήσεις μας, από νωρίς ξεχώριζε από τα παιδιά της ηλικίας του και προτιμούσε να διαβάζει και να χειροτεχνεί, παρά να παίζει. Ο συμπατριώτης μας εικαστικός  δέχθηκε πρόθυμα να μας μιλήσει, καθώς και να μας καταθέσει κάποιες σκέψεις του για τη ζωή και την τέχνη του.

Το ήξερε από μικρός…

Από τη στιγμή που άρχισε να καταλαβαίνει τον κόσμο γύρω του, συνειδητοποίησε ότι στη ζωή του θα κάνει κάτι διαφορετικό, δεν φανταζόταν τον εαυτό του ως υπάλληλο. Οπως εξηγεί, ήταν ένα ξεχωριστό για την ηλικία του παιδί που διάβαζε πολύ, και  πριν ακόμη πάει στο Δημοτικό ήξερε ότι θα ασχοληθεί με την τέχνη. Ηταν πολύ ανεξάρτητος και με κάποιον τρόπο επαναστάτης. Σε ηλικία 14 χρόνων προσέγγισε τον τότε δήμαρχο της Λιβαδειάς για να τον βοηθήσει να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών, ο οποίος όμως του το αρνήθηκε με τρόπο απόλυτο και σκαιό. Ετσι έγινε ένας αυτοδίδακτος ζωγράφος και αναγνωρίζει ότι αν τότε είχε πάει στη σχολή, θα αποκτούσε τεχνικές γνώσεις που θα τον βοηθούσαν να ζωγραφίσει περισσότερα πράγματα. Θα επιθυμούσε δε να έχει ως δασκάλους του τον Μικελάντζελο, τον Μποτιτσέλι και τον Ντα Βίντσι.

Η ζωή του δεν υπήρξε ποτέ «κανονική», γιατί την κυβερνούσε πάντα το όνειρο και η επιθυμία για δημιουργία και ενώ εκφράζεται αυθόρμητα ως καλλιτέχνης και ως άνθρωπος, στο έργο του το τυχαίο δεν παίζει σημαντικό ρόλο, αφού όλα είναι προσχεδιασμένα και προμελετημένα. Δουλεύει πάντα με πρόγραμμα εξαιτίας των πολλών υποχρεώσεων.

 

Πρώτα η ζωγραφική

Ως παιδί εμπνεύστηκε από τους ιμπρεσιονιστές ζωγράφους χάρη στα χρώματά τους και στην ατίθαση για την εποχή τους τεχνική, αργότερα γνώρισε τον Πικάσο, τον Καντίνσκι, τον Ντουσάμ και εντυπωσιάστηκε από τον υπερρεαλισμό. Σήμερα του αποδίδεται ο χαρακτηρισμός μετα-υπερρεαλιστής, τον οποίο και αποδέχεται. Ο ρεαλισμός της φαντασίας είναι η προσωπική του εκδοχή στην τέχνη. Στο δίλημμα ζωγραφική ή φωτογραφία, απαντά ότι κατ’ αρχάς είναι ζωγράφος, αλλά υπάρχουν περίοδοι  που θέλει μόνο να φωτογραφίζει. Εξάλλου η ζωγραφική τον έχει βοηθήσει πολύ και στη φωτογραφία, αφού απαιτεί γνώση των αναλογιών, των κανόνων της εικόνας και πειθαρχία. Για τη φωτογραφία είναι απαραίτητη η γνώση της τεχνικής, αλλά αυτό δεν αρκεί για να είναι μια φωτογραφία καλλιτεχνική. Προϋποθέτει την έμπνευση του καλλιτέχνη. Σήμερα όμως στον χώρο της φωτογραφίας η τεχνολογική εξέλιξη, και η ευκολία που προσφέρουν οι ψηφιακές μηχανές, έχει προκαλέσει σύγχυση σχετικά με το τι είναι πράγματι καλλιτεχνικό. Συχνά αναφέρει τη φράση του Μαν Ρέι, με τον οποίο και τον συγκρίνουν: «Ζωγραφίζω αυτά που δεν μπορώ να φωτογραφίσω».

«Δεν υπάρχει αξιοκρατία»

Ο Δημήτρης Γέρος δεν βλέπει κάποια ουσιαστική βοήθεια του κράτους προς τους καλλιτέχνες. Δηλώνει δηκτικά ότι δεν υπάρχει αξιοκρατία και αν δεν ανήκει κάποιος σε συγκεκριμένους κύκλους τεχνοκριτικών και επιμελητών εκθέσεων των διαφόρων ιδρυμάτων τότε τα πράγματα μπορεί να είναι δύσκολα. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν έλληνες καλλιτέχνες που ανταγωνίζονται  τους ομοτέχνους τους στο εξωτερικό, όπως για παράδειγμα ο Λουκάς Σαμαράς και ο Γιάννης Κουνέλλης. Τέλος, δηλώνει ότι εκτιμά μόνο τη γνώμη των συναδέλφων του, όταν εκφράζονται για το έργο του, και όχι των αναρίθμητων, πλέον όσο και άσχετων, τεχνοκριτικών.

Το ξεκίνημα, τα ταξίδια και τα ξεχωριστά έργα

Πώς ξεκίνησε ο Δημήτρης Γέρος; Το 1966 εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα και τυχαία γνωρίζει τη συγγραφέα και συμπατριώτισσά του Λιλίκα Νάκου που τον φέρνει σε επαφή με τους καλλιτεχνικούς κύκλους. Το 1969 γίνεται η πρώτη ατομική του έκθεση στο Ινστιτούτο Γκαίτε της Θεσσαλονίκης με ανεικονικά έργα και το 1970 εκθέτει στην Αθήνα έργα κατά της χούντας. Το 1971 πηγαίνει στο Λονδίνο και μελετά τα μουσεία. Το 1976 επισκέπτεται για πρώτη φορά τη Νέα Υόρκη και είναι από τους πρώτους έλληνες καλλιτέχνες που ασχολούνται με Performances, Body Art, Video Art και Mail Art, ενώ ταυτόχρονα αρχίζει να κάνει και φωτογραφίες, εστιάζοντας όχι τόσο στην τεχνική όσο στο αφήγημα που θα παρουσίαζε με τις φωτογραφίες, τα φωτοσίριαλ όπως τις ονόμαζε.
Στη δεκαετία του ’80 αρχίζει να ζει και στη Μυτιλήνη. Είναι η εποχή που ασχολείται περισσότερο από πριν με τη φωτογραφία.

Το 1990 φεύγει πάλι για την Αμερική. Εκεί θα συνεργαστεί με μεγάλες γκαλερί και θα αναπτύξει φιλίες με σπουδαίους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών όπως τoν Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, τoν Εντουαρντ Αλμπι, τον Αρμάν, τον Τομ Γουέζελμαν, τον Τζεφ Κουνς, τον Γκορ Βιντάλ, τη Λουίζ Μπουρζουά κ.ά. Οταν του προταθεί να εικονογραφήσει ποιήματα του Καβάφη, θα χρησιμοποιήσει ως μοντέλα για τις φωτογραφίες και μερικούς από τους διάσημους φίλους του. Η δουλειά αυτή κυκλοφόρησε το 2011 σε βιβλίο από αμερικανό εκδότη με τίτλο «Shades of Love», με πρόλογο του Εντουαρντ Αλμπι και εισαγωγή του Τζον Γουντ. Η American Library Association ξεχώρισε το βιβλίο ως ένα από τα δέκα καλύτερα του 2011.

Εχει ασχοληθεί με πάθος με πολλές τέχνες και τον συνδυασμό τους: ζωγραφική, γλυπτική, χαρακτική, σκηνογραφία, θεατρικά κοστούμια, ποίηση, κινηματογράφο.

Ο Δημήτρης Γέρος έχει κάνει 58 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και συμμετείχε σε πολυάριθμες διεθνείς ομαδικές εκθέσεις σε Μπιενάλε και Τριενάλε σε πολλά μέρη του κόσμου.