Η βελτίωση των αμοιβών κατά την επόμενη τετραετία αποτελεί κοινή εξαγγελία των δύο μεγάλων κομμάτων, ενώ ένας ιδιότυπος διαγκωνισμός προσφορών γύρω από τα αναγκαία μέτρα για την αύξηση των μισθών βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης εν όψει και των επερχόμενων βουλευτικών εκλογών.

«Η επόμενη τετραετία θα έχει ως στόχο τους καλύτερους μισθούς» επαναλαμβάνει συνεχώς ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, δίνοντας το στίγμα για την πολιτική που θα ακολουθήσει εφόσον εκλεγεί και αναλάβει εκ νέου τη διακυβέρνηση της χώρας.

Δεσμεύσεις

Με δεσμεύσεις για περαιτέρω αύξηση του κατώτατου, ετήσια τιμαριθμική αναπροσαρμογή και επιστροφή των συλλογικών συμβάσεων απαντά ο ΣΥΡΙΖΑ. Στο πρόγραμμά του αναφέρει χαρακτηριστικά πως θα αυξήσει τον κατώτατο μισθό στα 880 ευρώ, θα θεσπίσει την ετήσια τιμαριθμική αναπροσαρμογή ανάλογα με τον πληθωρισμό, θα «ξεπαγώσει» τις τριετίες και θα κατοχυρώσει και θα διευρύνει τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.

Γίνεται φανερό πως οποιοδήποτε κόμμα κι αν επικρατήσει στις επερχόμενες εκλογές, θα βρεθεί μπροστά στη «μεγάλη πρόκληση» της επιστροφής του συνόλου των μισθών στα προ της κρίσης επίπεδα.

Αναπροσαρμογή

Ως επιστροφή των μισθών θεωρείται η αναπροσαρμογή όχι μόνο του κατώτατου μισθού αλλά και των υπόλοιπων αμοιβών, στις οποίες – έως τώρα – δεν περνούν οι αυξήσεις που δίνονται στα κατώτατα όρια.

Ταυτοχρόνως, περιλαμβάνεται η επαναφορά των τριετιών που έχουν «παγώσει» για τους εργαζομένους μετά το 2012, όπως και η αποκατάσταση του νομικού καθεστώτος που ίσχυε για τις συλλογικές συμβάσεις προ της οικονομικής κρίσης και της ισχύος των μνημονίων.

Η κυβέρνηση ικανοποίησε το θέμα της επιστροφής των κατώτατων ορίων των αμοιβών στα προ της κρίσης επίπεδα, ενώ δέχεται πιέσεις από τα συνδικάτα να επαναφέρει και τις συλλογικές συμβάσεις.

Οι τριετίες

Η ραγδαία αποκλιμάκωση των ποσοστών της ανεργίας που καταγράφονται τους τελευταίους μήνες έχει επαναφέρει στο προσκήνιο το θέμα των μισθολογικών τριετιών για όλους και όχι μόνο για όσους είχαν την απαραίτητη προϋπηρεσία προ του 2012, κάτι που ισχύει σήμερα.

Η τελευταία καταγραφή δείχνει μείωση της ανεργίας κάτω από το 12%, αναζωπυρώνοντας τις ελπίδες για ταχεία πτώση του ποσοστού κάτω του 10%, γεγονός που θα σημάνει την επαναφορά των τριετιών για το σύνολο των εργαζομένων. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε προσαύξηση μισθού κατά 30% για τους εργαζομένους που έχουν την απαραίτητη προϋπηρεσία (τρεις τριετίες).

Συλλογικές συμβάσεις

Το στοίχημα της επιστροφής των αμοιβών δεν αφορά το ύψος της αύξησης των κατώτατων αμοιβών, αλλά κατά πόσο θα επιστρέψουν οι υπόλοιπες αμοιβές, οι οποίες δεν βελτιώθηκαν τα τελευταία χρόνια, ούτε ακολούθησαν την πορεία αύξησης του κατώτατου μισθού.

Η επαναφορά των μισθών προϋποθέτει την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων. Η κυβέρνηση δέχεται πιέσεις για επαναφορά του νομικού καθεστώτος που ίσχυε για τις συλλογικές συμβάσεις προς της οικονομικής κρίσης και της ισχύος των μνημονίων. Κάτι που υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Αρση των περιορισμών στις συμβάσεις σημαίνει επαναφορά της ευθύνης της διαμόρφωσης των κατώτατων αμοιβών στην υπογραφή Εθνικής Σύμβασης μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων και επιστροφή της μετενέργειας των συμβάσεων. Ερευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ δείχνει πως καμία βελτίωση δεν έχει επέλθει στους μέσους μισθούς παρά τις αυξήσεις που δόθηκαν στις κατώτατες αμοιβές τα τελευταία χρόνια. Η κατάρρευση των κλαδικών συμβάσεων είχε ως αποτέλεσμα να καλύπτουν – μόλις και μετά βίας – το 25% των εργαζομένων.

Οι μέσες αμοιβές

Την πίεση των μέσων αμοιβών κοντά στα όρια του κατώτατου μισθού καταγράφει η ετήσια έκθεση του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ για το έτος 2022, λίγες ημέρες μετά την έναρξη ισχύος των νέων κατώτατων αμοιβών.

Ποσοστό υψηλότερο του 50% των εργαζομένων αμείβεται με μεικτούς μισθούς της τάξεως έως 1.000 ευρώ, ενώ μόλις ένας στους έξι εργαζομένους λαμβάνει μεικτές αμοιβές άνω των 1.500 ευρώ.

Με άλλα λόγια, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι κατώτατες αμοιβές βελτιώνονται χωρίς να ακολουθούν την ίδια πορεία και οι μέσες αμοιβές, με συνέπεια να αυξάνεται ο αριθμός των εργαζομένων που λαμβάνουν μισθούς στη χαμηλή κατηγορία των αμοιβών.

Το θετικό στοιχείο που καταγράφει η έκθεση αφορά τη μείωση του αριθμού των εργαζομένων που λαμβάνουν αμοιβές χαμηλότερες από 700 ευρώ.

Με λιγότερα από 500 ευρώ τον μήνα αμείβονται 336.400 εργαζόμενοι στην Ελλάδα (14,95 %) και μόνο 72.000 μισθωτοί λαμβάνουν περισσότερα από 3.000 μηνιαίως. Οι περισσότεροι εργαζόμενοι στην Ελλάδα και συγκεκριμένα 376.542 άτομα (16,74%) αμείβονται με 701-800 ευρώ μηνιαίως. Ο μέσος μισθός το 2022 ανήλθε σε 1.176,5 ευρώ έναντι 1.117 το 2021 και 1.046,3 ευρώ το 2019.