Σε δύο αμερικανούς επιστήμονες που ασχολήθηκαν με την αλληλεπίδραση της οικονομίας με το κλίμα απένειμε εφέτος η Βασιλική Σουηδική Ακαδημία Επιστημών το βραβείο Νομπέλ Οικονομίας. Ο ηλικίας 77 ετών Ουίλιαμ Νόρντχαουζ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Yale, και ο ηλικίας 63 ετών Πολ Ρόμερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, μελέτησαν τη σχέση που έχουν η υπερθέρμανση του πλανήτη και η οικονομική ανάπτυξη.
«Τα πορίσματα των δύο επιστημόνων διεύρυναν το φάσμα της οικονομικής ανάλυσης μέσω της κατασκευής μοντέλων που εξηγούν πώς η οικονομία της αγοράς έχει μια διαδραστική σχέση με τη φύση και τη γνώση. Διεύρυναν τη μακροοικονομία για να απαντήσουν σε κάποια από τα μεγαλύτερα και πιεστικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα ο κόσμος» σημειώνει η Ακαδημία.
«Ο καθηγητής Νόρντχαουζ ήταν ο πρώτος επιστήμονας που δημιούργησε ένα μοντέλο που περιγράφει τη σχέση αλληλεπίδρασης μεταξύ οικονομίας και κλίματος, εκτιμώντας το οικονομικό κόστος της κλιματικής αλλαγής», ενώ «ο καθηγητής Ρόμερ απέδειξε πώς οι οικονομικές δυνάμεις καθορίζουν την επιθυμία των επιχειρήσεων να παραγάγουν νέες ιδέες και καινοτομίες» εξήγησε η Ακαδημία.
Μήνυμα συνεργασίας
Η Επιτροπή των βραβείων διευκρίνισε ότι με την εφετινή βράβευση θέλει να δείξει την έμφαση που πρέπει να δοθεί στη διεθνή συνεργασία για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων. «Το μήνυμα είναι ότι απαιτείται η συνεργασία των κυβερνήσεων για να απαντηθούν αυτά τα μεγάλα ερωτήματα» τόνισε ο γενικός γραμματέας της Ακαδημίας Γκόραν Χάνσον, αναφερόμενος εμμέσως στα προσκόμματα που θέτει η Ουάσιγκτον στην εφαρμογή της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι έκθεση της Παγκόσμιας Επιτροπής για την Οικονομία και το Κλίμα (τη συγκροτούν πρώην πρωθυπουργοί και υπουργοί Οικονομικών, οικονομολόγοι και μάνατζερ επιχειρήσεων) που συμπτωματικά δημοσιεύθηκε την ημέρα της απονομής του Νομπέλ Οικονομίας, έδειξε ότι αν εφαρμοστούν οι κατάλληλες πολιτικές από τις εθνικές κυβερνήσεις, ο αγώνας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής μπορεί να φέρει αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 26 τρισ. δολάρια και να συμβάλει στη δημιουργία 65 εκατ. νέων θέσεων εργασίας έως το έτος 2030.