Η «φυγή» εμβληματικών επιχειρήσεων από την Ελλάδα που επιλέγουν έδρα στο εξωτερικό, ώστε να παρακάμψουν το ρίσκο της χώρας αφού η οικονομία δεν μπορεί ακόμη να σταθεί στα πόδια της, δυστυχώς συνεχίζεται. Βεβαίως, η ανακοίνωση της τσιμεντοβιομηχανίας Τιτάν ότι θα μεταφέρει την έδρα της στο Βέλγιο και η διοίκηση θα ασκείται από την Κύπρο, διατηρώντας παραγωγικές εγκαταστάσεις και προσωπικό στην Ελλάδα, δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία.
Οι μέτοχοι της ιστορικής τσιμεντοβιομηχανίας – ιδρύθηκε το 1902 – είχαν προϊδεάσει για αυτή την εξέλιξη. Ειδικότερα, ο διευθύνων σύμβουλος κ. Δημήτρης Παπαλεξόπουλος πέρυσι είχε δηλώσει: «Παλεύουμε στα ίσα με τα ξένα μεγαθήρια. Επιθυμία μας είναι να μείνουμε στην Ελλάδα, αλλά έχουμε την υποχρέωση να εξετάζουμε όλα τα ενδεχόμενα ώστε να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί».
Φρέσκα κεφάλαια
Είχαν προηγηθεί το διάστημα 2012-2014 οι επιχειρήσεις της Coca-Cola, της ΦΑΓΕ, της Viohalco και της Βαρυτίνης που επέλεξαν να «μετοικήσουν» σε Ελβετία, Λουξεμβούργο, Βέλγιο και Λουξεμβούργο αντίστοιχα. Για την Τιτάν υπήρχε μια επιφύλαξη, καθώς οι βασικές αγορές της, όπως οι ΗΠΑ, είχαν ανακάμψει και το κόστος δανεισμού της για ελληνική εταιρεία δεν ήταν απαγορευτικό (2,5%-3%). Ομως οι βασικοί της μέτοχοι, βλέποντας ότι η εταιρεία θα χρειαστεί φρέσκα κεφάλαια για νέες επενδύσεις και εξαγορές που θα ενισχύσουν περαιτέρω τη θέση της, επέλεξαν την αλλαγή έδρας ώστε να ενισχυθεί ο διεθνής χαρακτήρας των επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων και να τύχει χρηματοδότησης με το αντίστοιχο κόστος των ανταγωνιστών της.
«Επιβεβλημένη απόφαση»
Ομοειδείς επιχειρήσεις με την Τιτάν έχουν κόστος δανεισμού έως 1,5%. Με δεδομένο ότι το 90% των δραστηριοτήτων και των εσόδων της εταιρείας προέρχεται από το εξωτερικό, υπήρχε και έντονη πίεση από τους ξένους θεσμικούς, που ελέγχουν μεγάλο ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου, η εταιρεία να «θυμίζει» όσο το δυνατόν λιγότερο… Ελλάδα.
«Η παρουσία του ομίλου Τιτάν στην Ελλάδα θα παραμείνει αμετάβλητη με δεδομένη τη διατήρηση της τοπικής παραγωγής, των επενδύσεων στις δραστηριότητες και στο ανθρώπινο δυναμικό του και της συνεχιζόμενης συνεισφοράς του στην τοπική οικονομία» αναφέρει η ανακοίνωση της εταιρείας. «Είναι μια λογική και επιβεβλημένη απόφαση. Μόνο κέρδος θα έχουν ο όμιλος και η ελληνική κοινωνία από αυτή την εξέλιξη. Διερύνονται οι πηγές άντλησης κεφαλαίων και ενισχύεται η ρευστότητα της μετοχής. Αλλωστε και στις άλλες εταιρείες που άλλαξαν έδρα δεν κατεγράφη καμία δυσμενή εξέλιξη στην εν Ελλάδι δραστηριότητά τους» αναφέρει στο «Βήμα» γνωστός χρηματιστής, επισημαίνοντας πως δεν προκύπτει ούτε φορολογικό όφελος για την εταιρεία, αφού οι θυγατρικές φορολογούνται ξεχωριστά σε κάθε χώρα.
Το σχέδιο της διοίκησης της Τιτάν έχει και αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον, καθώς η αλλαγή έδρας θα συνοδευτεί από την πρωτογενή εισαγωγή των μετοχών της στο Χρηματιστήριο Euronext Βελγίου και δευτερογενώς στο Euronext Παρισίων και στο ελληνικό Χρηματιστήριο.
Οι βασικοί μέτοχοι της Τιτάν – οικογένεια Κανελλοπούλου και Παπαλεξοπούλου – ίδρυσαν στο Βέλγιο την Τitan Ciment International. H εταιρεία αυτή υπέβαλε προαιρετική δημόσια πρόταση για να αποκτήσει το σύνολο των κοινών και προνομιούχων μετοχών της Τιτάν ΑΕ.
Δεν υπάρχει τίμημα καθώς, σύμφωνα με τη δημόσια πρόταση, κάθε μέτοχος της Τιτάν ΑΕ – κάτοχος κοινού ή προνομιούχου τίτλου – θα ανταλλάσσει μια μετοχή που κατέχει με μία κοινή μετοχή της Titan Ciment International που θα εκδοθούν για αυτόν τον σκοπό, ώστε, όταν ολοκληρωθεί η δημόσια πρόταση, να καταστεί η τελευταία η μητρική εταιρεία της Τιτάν ΑΕ. Για να επιτύχει η δημόσια πρόταση, θα χρειαστεί η TCI να αποκτήσει το 90% των κοινών και προνομιούχων μετοχών της Τιτάν ΑΕ. Ξεκινάει ήδη με μια «μαγιά» 18,6% που ελέγχουν οι δύο οικογένειες και θα μεταβιβάσουν στην TCI.
Η αγορά θεωρεί πως η δημόσια πρόταση θα πετύχει γιατί όλοι οι ξένοι μέτοχοι θα μεταβιβάσουν τις μετοχές τους, αλλά και οι έλληνες μικρομέτοχοι δεν έχουν λόγο να μην το κάνουν, αφού δεν επέρχεται αλλαγή στην περιουσιακή τους κατάσταση και ο νέος τίτλος που θα κατέχουν θα διαπραγματεύεται σε τρία χρηματιστήρια. Ηδη στο ΧΑ, την Παρασκευή, τόσο ο κοινός τίτλος όσο και ο προνομιούχος κινήθηκαν έντονα ανοδικά, ιδίως ο προνομιούχος που υπολειπόταν του κοινού πριν από την υποβολή της δημόσιας πρότασης.