Ο σκηνοθέτης, ιδρυτής του Θεάτρου Σημείου Νίκος Διαμαντής είναι ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Επιστρέφει στο λιμάνι τρία χρόνια μετά την πρώτη θητεία του. Παραιτήθηκε τον Φεβρουάριο του ’20 μετά από διαφωνία με τη διοίκηση του Οργανισμού Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας (ΟΠΑΝ) του δήμου. Τον διαδέχθηκε ο Λευτέρης Γιοβανίδης. Η πρώτη σεζόν ξεκινά με το πρόγραμμα που ανακοίνωσε, πρόσφατα, ο προκάτοχός του. Ο ίδιος σχεδιάζει το μέλλον…

Πώς νιώθετε με την επιστροφή σας;

«Είμαι βαθιά συγκινημένος για αυτό που συνέβη. Επιστρέφω ξανά στον τόπο που μεγάλωσα, στο θέατρο που αγάπησα. Θέλω να ευχαριστήσω θερμά τον Γιάννη Μώραλη που στηρίζει το θέατρο με διακριτικότητα και με ένα όραμα συμπεριληπτικό, που το τοποθετεί πολύ ψηλά. Θέλω επίσης να ευχαριστήσω και το Δημοτικό Συμβούλιο του ΟΠΑΝ για τη γενναία και σοφή του απόφαση απέναντι στην υποψηφιότητά μου. Υπήρξε μια ανοιχτή διαδικασία».

Τώρα καλείστε να υλοποιήσετε ένα πρόγραμμα που έχει ήδη ανακοινωθεί…

«Σαφέστατα οι διευθυντές, όπου κι αν πηγαίνουν, αφήνουν το στίγμα τους στα θέατρα. Προσπαθούν για το καλύτερο πάντα. Αυτή τη στιγμή το Δημοτικό Θέατρο και ο προηγούμενος διευθυντής, τον οποίο ευχαριστώ για τα καλά του λόγια, μου το παραδίνουν με ένα σοβαρό πρόγραμμα. Και όπως καταλαβαίνουμε όλοι, όλες τις δεσμεύσεις, ηθικές και άλλες, θα φροντίσω να τις υπηρετήσω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Και το λέω αυτό γιατί το θέατρο σήμερα είναι σε μια ιδιαίτερη κατάσταση, βγαίνοντας από την πανδημία και προσπαθώντας να βρει τον βηματισμό του, μέσα από πολλά φαινόμενα που συγκρούονται. Υπάρχουν κάποια ερωτήματα, κυρίως εργασιακών θεμάτων, που θα φροντίσω να εξυπηρετήσω. Είμαι ένας ταπεινός υπηρέτης του θεάτρου. Ενας άνθρωπος που σαν καλλιτεχνικός διευθυντής ενδιαφέρεται με πολύ μεγάλο σεβασμό να ακουμπήσει πάνω στον Πειραιά. Και ευρύτερα να το τοποθετήσει στον χάρτη με τον τρόπο τον δικό του και να το οδηγήσει σε μια διοικητική αναβάθμιση σε σχέση με διάφορα ερωτήματα που υπάρχουν και τα οποία λύνονταν με κοινές συναινέσεις. Και τώρα είναι καλό να αντιμετωπιστούν καθώς το Δημοτικό βηματίζει πιο γρήγορα, πιο ορμητικά προς το μέλλον. Αρα χρειάζεται έναν μηχανισμό ισχυρότερο – είναι θέμα του κράτους, και εκεί θα αποταθώ, σε συνεργασία με το ΥΠΠΟ και την Περιφέρεια που μας στηρίζει. Ωστε να μπορέσει να αναβαθμιστεί και να γίνει ένα θέατρο που θα προσφέρει στη χώρα, στο κοινό καλό».

Ποιο είναι το όραμά σας;

«Οραματίζομαι ένα θέατρο χωρίς πυροτεχνήματα. Με ενδιαφέρει η σιωπηλή, σε βάθος, ισχυρή εργασία στο θέατρο. Με ενδιαφέρει η σύγκλιση γενεών, απόψεων, θεατρικών σχημάτων, αλλά κυρίως με ενδιαφέρει η πρόταση και όχι η ανακύκλωση βεβαιομένων θεατρικών λειτουργιών, που θα ισχυροποιήσει το Δημοτικό. Αυτό που θα το κάνει να ξεχωρίσει».

Υποψήφιος καλλιτεχνικός διευθυντής στο Εθνικό, στο ΚΘΒΕ, στο ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας και τώρα στο Δημοτικό του Πειραιά, το οποίο και αναλάβατε. Στόχος σας ήταν να γίνετε διευθυντής;

«Αυτό που με ενδιέφερε πάντα είναι η ανάληψη μιας δημόσιας ευθύνης, έξω από το ιδιωτικό θέατρο. Η δυνατότητα να μπορέσεις να δουλέψεις για το καλό ενός συνολικού οράματος. Κι αυτό μπορείς να το κάνεις μόνον στις δημόσιες θέσεις. Στο ιδιωτικό θέατρο, όπως το Σημείο, αυτό που προτείνεται είναι ένα ισχυρό προσωπικό όραμα, που λειτουργεί σαν παραδειγματική αιχμή. Σε ένα δημόσιο θέατρο έχεις την ευθύνη να δημιουργήσεις ένα σύνολο συμπεριληπτικών πραγμάτων. Θεωρώ λοιπόν ότι αυτός ήταν ο λόγος μέσα μου. Και έχοντας την εμπειρία της πρώτης πενταετίας μου στο Δημοτικό, ήθελα να έχει συνέχεια».

Είχατε δηλαδή όραμα για κάθε κρατικό θέατρο;

«Αυτό δεν μπορώ να το απαντήσω. Μπορούν να το απαντήσουν οι άλλοι για μένα. Εγώ κινητοποιούμαι, και δείχνω με το παράδειγμά μου ότι έχω τη δυνατότητα για κάτι τέτοιο. Την ίδια στιγμή όμως έχω τη γενναιότητα να βάλω τον εαυτό μου στην κρίση του άλλου και να απαντήσω σε αυτά τα ερωτήματα όχι με εκθέσεις ιδεών, με παραδείγματα. Η απάντηση έρχεται στο τέλος της διαδρομής. Η ανάληψη της δημόσιας ευθύνης προϋποθέτει δύο πράγματα: Μια τρομακτική έκθεση και μια τρομακτική ταπεινότητα στο τρόπο που διαχέεις τον εαυτό σου, έξω από την αλαζονεία και τον ναρκισσισμό που κρύβεται μέσα στην προσωπική του στέγη».

Δεν αμφισβητείται όμως έτσι η πρόθεσή σας;

«Δεν μπορώ να εμποδίσω σε κανέναν να έχει τις απόψεις του. Κρίνεται και εκείνος και εγώ διά της διαδρομής μου».

Παραιτηθήκατε το 2020 λόγω διένεξης με το ΔΣ του ΟΠΑΝ. Το συμβούλιο παραμένει το ίδιο. Γιατί να πάνε τώρα καλύτερα τα πράγματα;

«Τα εν οίκω μη εν δήμω. Υπάρχουν πράγματα που είναι εσωτερικής φύσης. Εγώ δεν θέλω να βλάψω ούτε τον οργανισμό – είναι πάνω απ’ όλα. Για μένα το θέμα έχει κλείσει οριστικά. Επιμένω ότι δεν πρέπει να κρύβεις τα πράγματα αλλά να τα προστατεύεις, να προστατεύεις τον οργανισμό».

Πώς κρίνετε το τρέχον πρόγραμμα;

«Δεν θα μπω σε αυτό. Παραλαμβάνω ένα θέατρο, ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Δεν πρόκειται ποτέ να συζητήσω τις όποιες διαφωνίες ή συμφωνίες. Θα το υπηρετήσω όπως και τους εργαζόμενους. Βεβαίως έχω τη μεγάλη αγωνία της οικονομικής ευρωστίας, ανεξαρτησίας και ισχυροποίησής του Δημοτικού κι αυτό για τον εξής σοβαρό λόγο: Οι συμβάσεις που είχαν υπογραφεί στη δική μου θητεία, λήγουν αυτή τη χρονιά. Δεν ξέρω σε ποιον βαθμό έχουν ωριμάσει να φτιαχτούν καινούργιες, αλλά θα είναι μία από τις πρώτες προτεραιότητές μου το άνοιγμα σε μερικές πιο εύρωστες, πιο σημαντικές παραμέτρους».

Ποιες άλλες προτεραιότητες έχετε;

«Η διοικητική αναβάθμιση, η δημιουργία ενός εύρωστου θεάτρου με ένα ισχυρό οργανόγραμμα και ο προϋπολογισμός να φτάσει γύρω στα τρία εκατομμύρια. Το σκεπτικό μου χαρακτηρίζεται από τη φράση «συμμετοχικός ουμανισμός». Θα αναζητηθούν πόροι με όλους τους δυνατούς τρόπους».

Και το πρόγραμμά σας;

«Οι εποχές είναι τελείως διαφορετικές και στο θέατρο αλλάζουν με επιτακτικό τρόπο. Υπάρχουν δύο διαφορετικά πράγματα στα οποία οφείλω να ακουμπήσω σήμερα και θα το κάνω με διαφορετικό τρόπο από την προηγούμενη πενταετία. Το πρώτο και μείζον είναι η εκπαιδευτική λειτουργία, η εκπαίδευση των νεότερων γενεών – ξεκινάει από τις πολύ μικρές ηλικίες. Αυτού του είδους η θεατρική εκπαίδευση είναι ένα κλειδί που δημιουργεί διαφορετικούς θεατές, υγιή κριτική, υγιείς συνθήκες, υγιή οικονομικά μεγέθη στο θέατρο, υγιή εναλλαγή προσώπων. Πρώτα απ’ όλα θέλω να πάω στα σχολεία του Πειραιά. Το θέατρο πλέον έχει ανάγκη από την εναλλαγή προσώπων και γενεών. Υπάρχει μια πολύ νέα γενιά, ισχυρή, η οποία όπως είπε ο Γιάννης Χουβαρδάς, πλαταίνει αλλά δεν βαθαίνει. Νομίζω ότι πρέπει να της δοθεί η δυνατότητα να βαθύνει. Και για να γίνει αυτό πρέπει να αναλάβει ευθύνες μέσα από έναν δημόσιο οργανισμό».

Τι περιμένουμε τη νέα σεζόν;

«Δύο πράγματα μπορώ να ανακοινώσω. Πρώτα τη δημιουργία μιας πλατφόρμας συνεργατικής ανθρώπων και ιδεών, πέρα κι έξω απ’ το θέατρο, οι οποίοι με το δικό τους ισχυρό, πνευματικό στίγμα θα στελεχώσουν τις όποιες αποφάσεις του Θεάτρου παράλληλα με τον καλλιτεχνικό διευθυντή. Δεύτερον, τη δημιουργία μιας εξωστρεφούς αγοράς, ενός συντεταγμένου καλέσματος. Το σημαντικότερο είναι να μπορείς να κάνεις τα πράγματα να συμβαίνουν».