Είναι η τελευταία μέρα στο σώμα της αστυνομίας του Μιλάνου για τον Φράνκο Αμόρε, ο οποίος ετοιμάζεται να βγει στη σύνταξη ύστερα από 35 ολόκληρα χρόνια διακεκριμένης υπηρεσίας. Ωστόσο ο Αμόρε δεν γνωρίζει ότι αυτή θα είναι η πιο δύσκολη νύχτα της ζωής του, καθώς θα κληθεί να ερευνήσει μια υπόθεση που θα βάλει όλα όσα έχουν σημασία για αυτόν σε κίνδυνο: τον ρόλο του ως ευσυνείδητου υπαλλήλου του κράτους, την άνευ όρων αγάπη του για την οικογένειά του, τη φιλία του με τον συνεργάτη του, την ίδια του τη ζωή. Σε αυτή τη νύχτα στο Μιλάνο τα πράγματα θα ξεφύγουν εντελώς από τον έλεγχο και ολόκληρος ο κόσμος του Αμόρε θα ανατραπεί…

Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Αντρέα Ντι Στέφανο.

Το υποσυνείδητο κοιτάζει το παρελθόν

Ο Φράνκο Αμόρε που υποδύεται ο σπουδαίος ιταλός ηθοποιός Πιερφραντσέσκο Φαβίνο είναι ο κεντρικός ήρωας της «Τελευταίας νύχτας του Φράνκο Αμόρε» (L’ultima notte di Amore), τρίτης μεγάλου μήκος ταινίας του ιταλού σκηνοθέτη και ηθοποιού Αντρέα Ντι Στέφανο, η οποία από την περασμένη Πέμπτη προβάλλεται στις αίθουσες. Οποιοσδήποτε έχει υπόψη το υποτιμημένο είδος των αστυνομικών ταινιών poliziotti (ή poliziotteschi) που γυρίζονταν σωρηδόν στην Ιταλία της δεκαετίας του 1970 (πολλές από τις οποίες σήμερα έχουν γίνει cult) θα αντιληφθεί αμέσως την επιρροή που ενδεχομένως έχουν ασκήσει στον Ντι Στέφανο για τη δημιουργία της δικής του.

«Πράγματι, το είδος των poliziotti είχε μια ωμή ειλικρίνεια που στην εποχή του δεν διακρινόταν εύκολα» είπε ο Ντι Στέφανο προ ημερών στο «Βήμα» μέσω Skype. Ο ίδιος είχε δει πολλές τέτοιες  ταινίες όταν ήταν μικρός, μαζί με τον πατέρα του. «Στην «Tελευταία νύχτα του Φράνκο Αμόρε» δεν προσπάθησα να τις μιμηθώ αλλά τελικά, χωρίς ίσως να το καταλαβαίνω, μπόρεσα να θυμηθώ την ατμόσφαιρά τους, σε κάτι, νομίζω, αρκετά διαφορετικό. Την ίδια στιγμή, έβλεπα με τη φαντασία μου την εισαγωγή της ταινίας μου, με τους τίτλους σε έντονο κόκκινο χρώμα και την κάμερα να καταγράφει από ψηλά το νυχτερινό Μιλάνο. Ανατρέχοντας αργότερα σε μια ταινία εκείνης της εποχής, να σου μια περίπου παρόμοια εικόνα με κόκκινους τίτλους. Αρα νομίζω ότι όποια αναφορά και αν έγινε στο είδος των poliziotti έγινε οργανικά, χωρίς κάποια προσπάθεια αντιγραφής από πλευράς μου».

Ενας καθημερινός ήρωας

Για την ακρίβεια, ο Ντι Στέφανο, που γεννήθηκε στο Λάτσιο της Ρώμης το 1972, δεν είδε ξανά ούτε μία ταινία εκείνης της εποχής προτού γυρίσει την «Τελευταία νύχτα του Φράνκο Αμόρε». Το σενάριο γράφτηκε υπό την εποπτεία πραγματικών αστυνομικών, επομένως η δημιουργία του χαρακτήρα του Φράνκο Αμόρε έγινε με φυσικό τρόπο. «Ο Φράνκο Αμόρε είναι ένας αστυνομικός που δεν θυμίζει τον Μπρους Γουίλις» είπε. «Είναι ένας ευρωπαίος ήρωας. Και είναι ένας άνθρωπος που ξυπνά το πρωί, πηγαίνει στη δουλειά του, κάνει τη βάρδια του και το βράδυ επιστρέφει στην οικογένειά του. Μου αρέσει αυτό, η ιδέα της αφήγησης μιας ιστορίας με τόσο καθημερινές, συνηθισμένες βάσεις. Και μου άρεσε αυτός ο μπάτσος που τελικά ίσως να μην είναι και τόσο έντιμος αλλά θέλει να κάνει το σωστό, θέλει να είναι έντιμος. Και προσπαθεί. Εχει τη φιλοδοξία να είναι έντιμος αλλά δεν είναι».

Ο σκηνοθέτης δούλεψε πολύ με τον πρωταγωνιστή του πάνω σε αυτή την ιδέα. «Ενα ερώτημα που μας απασχόλησε ήταν τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο φυσιολογικό και συγχρόνως τι είναι αυτό που θα μπορούσε να τον εξοργίσει; Και αυτό που θα εξοργίσει τον Αμόρε είναι όταν βλέπει ότι ο συνάδελφός του κατηγορείται για κάτι που δεν έκανε. Αυτό το αίσθημα της αδικίας είναι που τελικά θα αλλάξει τον Αμόρε». Δεν είναι όμως τόσο η οργή που χαρακτηρίζει τις ταινίες του Αντρέα Ντι Στέφανο όσο «η ιδέα ενός ανθρώπου πιασμένου στη φάκα, ή στριμωγμένου στη γωνία, ο οποίος θα πρέπει να ξεπεράσει τα όριά του για να μπορέσει να ξεφύγει, να επιβιώσει».

Ο βαρόνος τον ναρκωτικών Πάμπλο Εσκομπάρ που φέρει το πρόσωπο του Μπενίσιο Ντελ Τόρο στην πρώτη ταινία του Ντι Στέφανο, «Χαμένος παράδεισος», είναι μια τέτοια περίπτωση. Το ίδιο και ο πρώην κατάδικος που λειτουργεί ως πληροφοριοδότης της αστυνομίας και που υποδύεται ο Τζόελ Κίναμαν στη δεύτερη ταινία του σκηνοθέτη, «Σε 8 δευτερόλεπτα». «Μου αρέσουν αυτές οι στιγμές, αυτά τα κοντινά πλάνα μέσω των οποίων καταλαβαίνουμε ότι ο ήρωας βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση και θα πρέπει να παλέψει για να γλιτώσει. Αυτή η στιγμή που ξέρει ότι θα είναι η ζωή του ή η ζωή του άλλου και θα πρέπει να πάρει μια απόφαση. Η μάχη για επιβίωση μας μετατρέπει σε ζώα. Πάντα αναρωτιόμουν για ποιον λόγο μού αρέσει αυτή η κατάσταση».

Η σημασία του ηθοποιού

Καθότι ηθοποιός ο ίδιος, με εμφανίσεις σε ταινίες όπως «Η ζωή του Πι» και «Eat Pray Love»,  ο Αντρέα Ντι Στέφανο δίνει μεγάλη σημασία στον ηθοποιό πιστεύοντας ότι ένα μεγάλο μέρος της επιτυχίας της ταινίας οφείλεται στην ακριβή ερμηνεία του Πιερφραντσέσκο Φαβίνο. «Οσο όμορφες γωνίες λήψης και αν κάνεις, όσο καλή και αν είναι η φωτογραφία και τα τράβελινγκ, αν ο ηθοποιός δεν φανεί σωστά στην οθόνη, όλα τα άλλα δεν αρκούν. Η υποκριτική στο σινεμά είναι το άλφα και το ωμέγα». Αυτό ο Ντι Στέφανο το κατάλαβε όταν μπήκε στη ζωή του το θέατρο, την εποχή που είχε βρεθεί στη Νέα Υόρκη, όπου θα ανέβαζε ένα θεατρικό υπό την εποπτεία του κορυφαίου σκηνοθέτη Αρθουρ Πεν («Μπόνι και Κλάιντ»), έναν από τους μεγάλους του δασκάλους.

«Στη Νέα Υόρκη ήταν που ουσιαστικά άρχισα να ανακαλύπτω σιγά-σιγά τη γλώσσα του κινηματογράφου». Οσο παράξενο και αν ακουστεί, στη Νέα Υόρκη είδε για πρώτη φορά τον «Κλέφτη ποδηλάτων» του Βιτόριο ντε Σίκα, εκεί ανακάλυψε τη μαγεία των ταινιών του Ακίρα Κουροσάβα, ή άλλων σπουδαίων σκηνοθετών που ήξεραν να χειρίζονται τη δύναμη της εικόνας. «Επιστρέφοντας στη Ρώμη άρχισα να αναζητώ τις κλασικές ταινίες σε αίθουσες τέχνης που έπαιζαν μόνο αυτές. Και σε όλες διέκρινα πόσο σημαντικό εργαλείο στη δουλειά κάθε σκηνοθέτη είναι ο ηθοποιός».

Η ταινία «Η τελευταία νύχτα του Φράνκο Αμόρε» προβάλλεται στις αίθουσες από τη Rosebud21.