«Είμαι μισή Γαλλίδα κι έχω ζήσει ένα μέρος της ζωής μου στη Γαλλία. Aκουγα τη Δαλιδά από παιδί λοιπόν… Τι είναι αυτό που με μαγνήτισε; Νομίζω πως δεν ήταν ένα τραγούδι ή μια εικόνα, μια αίσθηση, αλλά ήταν ένα κάλεσμα. Η φωνή της έμοιαζε να έρχεται από έναν κόσμο που ήξερα και δεν ήξερα ταυτόχρονα. Ενας ήχος που δεν σε αφήνει αδιάφορο, γιατί κουβαλάει μέσα του ανάμνηση, χαρά και θλίψη μαζί. Θυμάμαι να τη βλέπω να τραγουδά και να νιώθω πως δεν τραγουδά με τη φωνή, αλλά με όλο της το σώμα, με όλη της τη μνήμη. Από τότε με συγκινούσε αυτό το παράδοξο: μια γυναίκα λαμπερή, σχεδόν θεϊκή, που κουβαλούσε τόση μοναξιά πίσω από το φως».
Συναντώ την Εύα Κοτανίδη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Eκεί κάθε Πέμπτη και Παρασκευή μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου συναντά για ακόμη μία φορά τη ζωή της γυναίκας που γεννήθηκε με το όνομα Γιολάντα Κριστίνα Τζιλιότι και σημάδεψε ανεξίτηλα το γαλλόφωνο τραγούδι. Η παράσταση «Dalida. Τραγουδώντας μέχρι το τέλος» που τόσο αγαπήθηκε από το κοινό επανέρχεται σε σκηνοθεσία πάντα της Νεκταρίας Γιαννουδάκη, με την Εύα Κοτανίδη να υπογράφει τα κείμενα με τη συμβολή της Ευσταθίας Μαντζούφα.
Την παρατηρώ. Η εξωτερική ομοιότητα της Εύας Κοτανίδη με τη Δαλιδά είναι πασιφανής. Εκείνη όμως δεν μένει σε μία εύκολη, επιφανειακή μίμηση. Με λιτά μέσα, χωρίς περιττά στολίδια, εστιάζει στο πρόσωπο, στη φωνή, στο βλέμμα και με οδηγό τα τραγούδια της Δαλιδά και συνοδοιπόρο στο πιάνο τον Παντελή Μπενετάτο δεν υποδύεται αλλά ενσαρκώνει την καλλιτέχνιδα που όταν έβγαζε τα στρας φορέματα έμενε μόνη με το οδυνηρό της πεπρωμένο μέχρι την ημέρα που η ίδια αποφάσισε ότι δεν άντεχε άλλο να ζει, στις 3 Μαΐου του 1987. Ηταν μόλις 54 ετών.
Κυρία Κοτανίδη, πώς ξεκίνησε η επιθυμία σας να γράψετε αυτό το έργο; Ηταν η Δαλιδά που σας «βρήκε» ή εσείς που την αναζητήσατε;
«Με βρήκε εκείνη. Στο τέλος του 2021, περίπου 35 χρόνια μετά τον θάνατο της… Μου “μίλησε” μέσα από μια φράση που διάβασα τυχαία: “Κάθε βράδυ πεθαίνω στη σκηνή, και κάθε βράδυ ανασταίνομαι για να αγαπήσω ξανά”. Κάτι μέσα μου αναγνώρισε αυτόν τον κύκλο της φθοράς και της αναγέννησης που βιώνει ένας καλλιτέχνης. Eνιωσα πως έπρεπε να της δώσω ξανά φωνή, αυτή τη φορά όχι μόνο μέσα από τη λάμψη, αλλά και μέσα από τη σιωπή της. Να μιλήσω για τη ζωή της, για τα τραγούδια της, για τη διαδρομή της. Για αυτή τη σπουδαία κυρία και καλλιτέχνιδα που άνοιξε τον δρόμο για τόσες και τόσους από εμάς».
Πόσο καιρό κράτησε η έρευνά σας για τη ζωή της;
«Η έρευνα κράτησε κάποιους μήνες, όμως είχα ήδη δει την ταινία, είχα διαβάσει αρκετά για εκείνη. Δεν ήθελα απλώς να μάθω για τη Δαλιδά, ήθελα να την καταλάβω. Διάβασα συνεντεύξεις, τη βιογραφία του Παναγιώτη Φύτρα, είδα δεκάδες βίντεο, μίλησα με ανθρώπους που τη γνώριζαν, αλλά το πιο συγκλονιστικό ήταν τα γράμματά της – αυτά τα μικρά κομμάτια ψυχής, όπου έγραφε για την αγάπη, τον φόβο, την απώλεια. Εκεί συνειδητοποίησα πως δεν με ενδιέφερε η Δαλιδά ως σταρ… με ενδιέφερε η γυναίκα που πάλευε να επιβιώσει μέσα σε έναν κόσμο που τη λάτρευε, αλλά δεν την άκουγε…».
Θέλω να σας ρωτήσω για εκείνο το τελευταίο, τραγικό σημείωμά της: «Η ζωή μου άρχισε να γίνεται ανυπόφορη. Συγχωρήστε με» έγραφε. Τι πιστεύετε πως την οδήγησε σε αυτό το απονενοημένο διάβημα;
«Η Δαλιδά κουράστηκε να υποδύεται τη ζωή. “Πέτυχα στη ζωή αλλά απέτυχα στη ζωή μου” είχε πει. Οταν κάποιος ζει συνεχώς μέσα στο φως, φτάνει μια στιγμή που το φως γίνεται εκτυφλωτικό, δεν βλέπεις πια τίποτα γύρω σου. Νομίζω πως δεν άντεξε την απόσταση ανάμεσα σε αυτό που οι άλλοι έβλεπαν κι αυτό που η ίδια ένιωθε. Η επιτυχία της ήταν μια σιωπή μεταμφιεσμένη σε χειροκρότημα. Και η σιωπή αυτή, όσο δυνατά κι αν τραγουδάς, στο τέλος σε καταπίνει».
Η επιτυχία λοιπόν τελικά διαφέρει από την ευτυχία;
«Είναι δύο διαφορετικές “γλώσσες”. Η επιτυχία μιλά προς τα έξω, η ευτυχία προς τα μέσα. Η Δαλιδά είχε τη μία, αλλά όχι την άλλη. Και αυτό είναι κάτι που αφορά πολλούς καλλιτέχνες: η δημόσια λάμψη συχνά κρύβει μια ιδιωτική θλίψη. Το έργο μας προσπαθεί να φωτίσει ακριβώς αυτή τη διαφορά – τη στιγμή που η σκηνή σβήνει, και μένει μόνο ο άνθρωπος. Τότε υπάρχει ευτυχία; Χαρά; Ισορροπία; Πολλοί ονειρεύονται αυτή τη λάμψη χωρίς να φαντάζονται τι μπορεί να κρύβει πίσω της».
Τι επιζητεί τελικά να φωτίσει η παράστασή σας;
«Τη γυναίκα πίσω από το είδωλο. Το τίμημα της έκθεσης, την ανάγκη για αγάπη, τη μοναξιά του ανθρώπου που δίνει τα πάντα στο κοινό και μένει άδειος όταν τα φώτα σβήνουν. Θέλω ο θεατής να φύγει όχι με τη Δαλιδά στο μυαλό του, αλλά με τη δική του ευαισθησία αφυπνισμένη και τα τραγούδια να του τραγουδούν μέσα του. Η ιστορία της είναι ένας καθρέφτης που μας καλεί να κοιταχτούμε χωρίς φόβο. Και το τέλος περιλαμβάνει λύτρωση».
Πώς αντιμετωπίζετε το τραγούδι στη σκηνή; Είναι για εσάς συνέχεια της υποκριτικής ή μια άλλη, πιο άμεση μορφή εξομολόγησης;
«Για μένα, το τραγούδι είναι λόγος που δεν χωρά πια σε λέξεις. Οταν παίζω και τραγουδώ ως Δαλιδά, δεν κάνω μουσική, εξομολογούμαι. Είναι η στιγμή που η ψυχή μιλά απευθείας, χωρίς ρόλο, χωρίς φίλτρο. Τα τραγούδια είναι επιλεγμένα με βάση τον στίχο τους, ερμηνεύω την ιστορία, όπως έκανε και η Δαλιδά που ως ηθοποιός ξεκίνησε την καριέρα της. “Μια ηθοποιός του τραγουδιού”, όπως έλεγε κι η ίδια».
Περνάω σε ένα άλλο κεφάλαιο. Ο πατέρας σας, ο Γιώργος Κοτανίδης, υπήρξε μια σπουδαία μορφή του ελληνικού θεάτρου. Σας επηρέασε στον τρόπο που αντιλαμβάνεστε τη σκηνή και την ευθύνη του καλλιτέχνη;
«Βαθιά. Από εκείνον έμαθα πως η σκηνή δεν είναι χώρος επίδειξης, αλλά χώρος αλήθειας. Οτι ο καλλιτέχνης έχει ευθύνη… όχι μόνο απέναντι στο έργο, αλλά απέναντι στον θεατή, στην εποχή του, στον εαυτό του. Νομίζω πως αυτό το ήθος με καθοδηγεί σε κάθε μου επιλογή. Η Δαλιδά, με τον δικό της τρόπο, το ενσάρκωνε κι εκείνη: πλήρωνε ακριβά την ειλικρίνειά της».
Τελικά, κυρία Κοτανίδη, όταν μπαίνετε στη σκηνή ως Δαλιδά, τι μένει από την Εύα; Και όταν τελειώνει η παράσταση, τι κομμάτι της Δαλιδά κουβαλάτε μαζί σας;
«Οταν ανεβαίνω στη σκηνή, αφήνω την Εύα έξω στο καμαρίνι, ή τουλάχιστον αυτό προσπαθώ να κάνω. Στην πραγματικότητα, οι δύο γυναίκες συναντιούνται: η Δαλιδά δανείζεται τη φωνή της Εύας και η Εύα την ψυχή της Δαλιδά. Οταν τελειώνει η παράσταση, φεύγω με μια γλυκιά μελαγχολία… ένα αίσθημα πως μόλις έζησα μια ζωή ολόκληρη μέσα σε μιάμιση ώρα».
INFO «Dalida. Τραγουδώντας μέχρι το τέλος». Κάθε Πέμπτη και Παρασκευή στη Μουσική Βιβλιοθήκη του Συλλόγου «Οι φίλοι της μουσικής» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
