Η χρήση αντιβιοτικών δεν φάνηκε να έχει καμία θετική μετρήσιμη επίδραση στη διάρκεια ή στη βαρύτητα του βήχα ακόμη και αν ο ασθενής έπασχε από βακτηριακή λοίμωξη του αναπνευστικού. Αυτό έδειξε μια μεγάλη προοπτική μελέτη σε ασθενείς που αναζήτησαν θεραπεία για λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού στην πρωτοβάθμια φροντίδα ή σε Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών των ΗΠΑ. Η μελέτη που διεξήχθη από ερευνητές του Ιατρικού Κέντρου στο Πανεπιστήμιο Τζορτζτάουν και συναδέλφους τους από το Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια και το Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν στο Μάντισον μόλις δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό «Journal of General Internal Medicine».

«Εύκολη» χορήγηση αντιβιοτικών

«Οι λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συνήθως περιλαμβάνουν το κοινό κρυολόγημα, την ιγμορίτιδα και τις ωτίτιδες και υπάρχουν αποδεδειγμένοι τρόποι προσδιορισμού σχετικά με το αν πρέπει να γίνει χορήγηση αντιβιοτικών στην κάθε περίπτωση» ανέφερε ο κύριος συγγραφέας της μελέτης Νταν Μερενστάιν, καθηγητής Οικογενειακής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Τζορτζτάουν. Ο καθηγητής συμπλήρωσε ότι «οι λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού τείνουν να είναι πιο επικίνδυνες, καθώς το 3%-5% των ασθενών με τέτοιες λοιμώξεις εμφανίζουν πνευμονία. Με δεδομένο ωστόσο ότι σε αρκετές περιπτώσεις δεν υπάρχει η δυνατότητα διεξαγωγής ακτινογραφίας θώρακος για να επιβεβαιωθεί η βαρύτητα της λοίμωξης, χορηγούνται από γιατρούς αντιβιοτικά στους ασθενείς χωρίς να υπάρχει άλλη ένδειξη πέρα από τον βήχα για ύπαρξη βακτηριακής λοίμωξης. Επιπροσθέτως οι ασθενείς έχουν συνηθίσει να λαμβάνουν αντιβιοτικά για τον βήχα, ακόμη και αν αυτά δεν

βοηθούν. Τα βασικά φάρμακα ανακούφισης των συμπτωμάτων σε συνδυασμό με τον χρόνο οδηγούν σε ανάρρωση από τις λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού στις περισσότερες περιπτώσεις».

Καμία θετική επίδραση

Τα αντιβιοτικά που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο της μελέτης για λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού ήταν τα κατάλληλα και ευρέως χορηγούμενα αντιβιοτικά για τη θεραπεία των βακτηριακών λοιμώξεων. Ωστόσο η ανάλυση των ερευνητών έδειξε ότι από το 29% των ασθενών στους οποίους ο γιατρός συνταγογράφησε αντιβιοτικό κατά την πρώτη τους επίσκεψη, σε καμία περίπτωση δεν εμφανίστηκε θετική επίδραση στη διάρκεια ή στη βαρύτητα του βήχα σε σύγκριση με τους ασθενείς που δεν έλαβαν αντιβιοτική θεραπεία.

Υπερεκτίμηση των βακτηριακών λοιμώξεων

«Οι γιατροί πιθανότατα υπερεκτιμούν το ποσοστό των λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού που είναι βακτηριακής φύσεως. Παράλληλα υπερεκτιμούν την ικανότητά τους να διαχωρίζουν τις ιογενείς από τις βακτηριακές λοιμώξεις» σημείωσε ο Μαρκ Εμπελ, καθηγητής στο Κολέγιο Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου της Τζόρτζια και εκ των συγγραφέων της νέας μελέτης. Ο καθηγητής Εμπελ προσέθεσε ότι «στην ανάλυσή μας το 29% των συμμετεχόντων έλαβε αντιβιοτικό ενώ το 7% έλαβε αντι-ιικό φάρμακο. Ωστόσο οι περισσότεροι ασθενείς δεν χρειάζονται αντι-ιικό φάρμακο καθώς υπάρχουν μόνο δύο ιοί του αναπνευστικού για τους οποίους υπάρχει αντι-ιική θεραπεία: η γρίπη και ο ιός SARS-COV-2 που προκάλεσε την πανδημία της COVID-19. Δεν υπάρχει αντι-ιικό για κανέναν άλλο ιό».

Ενδελεχής εργαστηριακός έλεγχος

Προκειμένου να προσδιορίσουν εάν υπήρχε βακτηριακή ή ιογενής λοίμωξη στους ασθενείς – εκτός από τη δική τους αυτο-αναφορά για το σύμπτωμα του βήχα – οι ερευνητές επιβεβαίωσαν την ύπαρξη παθογόνων οργανισμών με εφαρμογή προηγμένων εργαστηριακών εξετάσεων.

Αναζήτησαν είτε μόνο βακτήρια, είτε μόνο ιούς, είτε ιούς σε συνδυασμό με βακτήρια, είτε την περίπτωση να μην υπάρχει μικρο-οργανισμός και να είναι καθαρό το δείγμα.

Ιδια η διάρκεια της νόσησης

Οπως προέκυψε, στις περιπτώσεις επιβεβαιωμένης βακτηριακής λοίμωξης, η διάρκεια της νόσησης μέχρι την ανάρρωση ήταν ίδια μεταξύ ασθενών που έλαβαν αντιβιοτικό και ασθενών που δεν έλαβαν – περίπου 17 ημέρες.

Σοβαρές οι συνέπειες της κατάχρησης αντιβιοτικών

Η κατάχρηση αντιβιοτικών μπορεί να οδηγήσει σε ζάλη, ναυτία, διάρροια και εξάνθημα ενώ «καραδοκεί» και ένα ποσοστό της τάξεως του 4% σοβαρών παρενεργειών όπως η αναφυλαξία που αποτελεί επικίνδυνη για τη ζωή αλλεργική αντίδραση, το σύνδρομο Stevens-Johnson (σπάνια, σοβαρή διαταραχή του δέρματος και των βλεννογόνων) και η διάρροια που οφείλεται στο βακτήριο C. difficile. Και βέβαια ένας πολύ σημαντικός φόβος που συνδέεται με την κατάχρηση αντιβιοτικών είναι η εμφάνιση ανθεκτικότητας των βακτηρίων εναντίον τους. Είναι χαρακτηριστική ανακοίνωση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας η οποία εξεδόθη στις 4 Απριλίου 2024 και η οποία ανέφερε ότι «η ανεξέλεγκτη μικροβιακή αντοχή εξαιτίας της κατάχρησης αντιβιοτικών αναμένεται να μειώσει το προσδόκιμο ζωής και να οδηγήσει σε πρωτοφανείς δαπάνες υγείας και οικονομικές απώλειες».

Ο καθηγητής Μερενστάιν σημείωσε ότι είναι γνωστό πως ο βήχας μπορεί να είναι ένδειξη σοβαρού προβλήματος υγείας. «Αποτελεί την πιο κοινή αιτία για επίσκεψη σε γιατρούς και νοσοκομεία εξαιτίας λοίμωξης. Τα συμπτώματα σοβαρού βήχα και το πώς πρέπει να θεραπεύονται οφείλουν να μελετηθούν περαιτέρω, πιθανώς στο πλαίσιο τυχαιοποιημένης κλινικής δοκιμής καθώς η μελέτη μας ήταν μελέτη παρατήρησης και δεν έχουν υπάρξει τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές σχετικά με το ζήτημα από το 2012» κατέληξε.