Την προκαταρκτική γνώμη της για τη θέση της ΔΕΗ στην αγορά ηλεκτρισμού την περίοδο 2013-2019 δημοσιοποίησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σύμφωνα με την προκαταρκτική γνώμη που εξέδωσε κατόπιν έρευνας, σημειώνει πως «η ΔΕΗ πιθανόν να παραβίασε τους αντιμονοπωλιακούς κανόνες της ΕΕ πουλώντας ηλεκτρική ενέργεια στην ελληνική χονδρεμπορική αγορά κάτω του κόστους, αποκλείοντας έτσι τους κύριους ανταγωνιστές της».
Λιγνιτική και υδροηλεκτρική παραγωγή
Σύμφωνα πάντα με την Κομισιόν η δημόσια εταιρεία μεταξύ των ετών 2013-2019 ήλεγχε όλη τη λιγνιτική και υδροηλεκτρική δυναμικότητα καθώς και ορισμένες από τις μονάδες παραγωγής φυσικού αερίου και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Δραστηριοποιήθηκε επίσης στην παροχή ενέργειας σε λιανικούς και επαγγελματίες καταναλωτές.
Η προκαταρκτική άποψη της Επιτροπής είναι ότι η ΔΕΗ κατείχε δεσπόζουσα θέση στη διασυνδεδεμένη ελληνική χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία κατά την υπό εξέταση περίοδο περιλάμβανε την ηπειρωτική Ελλάδα καθώς και το Ιόνιο και μερικά νησιά του Αιγαίου.
Η Επιτροπή διατυπώνει τις προκαταρκτικές της θέσεις σύμφωνα με τις οποίες, μεταξύ 2013 και 2019, η ΔΕΗ έκανε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της στην ελληνική χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας προμηθεύοντας την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τους θερμικούς της σταθμούς (δηλαδή λιγνίτη και φυσικό αέριο) σε τιμές χαμηλότερες από το μεταβλητό κόστος τους (δηλαδή το κόστος που αυξάνονται με τον όγκο της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγει η ΔΕΗ).
Οι ανεξάρτητοι πάροχοι
Σύμφωνα πάντα με την Κομισιόν η πιθανολογούμενη αυτή συμπεριφορά της δημόσιας εταιρείας είχε ως αποτέλεσμα οι ανεξάρτητοι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας να περιθωριοποιηθούν και ταυτόχρονα οι επενδύσεις σε πιο φιλικές προς το περιβάλλον πηγές ενέργειας να αποθαρρύνονταν.
Αυτό πιθανόν, σύμφωνα με την Κομισιόν, να είχε εμποδίσει τους ανεξάρτητους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας να επεκταθούν σε επίπεδο λιανικής, και τις προσπάθειες απελευθέρωσης της λιανικής αγοράς που ολοκληρώθηκε επίσημα τον Ιούλιο του 2013. «Επομένως, η συμπεριφορά της ΔΕΗ μπορεί να οδήγησε σε υψηλότερες τιμές για τους Έλληνες καταναλωτές, καθώς και υψηλότερα επίπεδα εκπομπών της τοπικής ρύπανσης», λέει η Ευρ. Επιτροπή
Η αντιπρόεδρος
Η Εκτελεστική Αντιπρόεδρος κ. Μαργκρέτε Βεστάγκερ, αρμόδια για την Πολιτική Ανταγωνισμού, δήλωσε σχετικά: «Ανησυχούμε ότι η ΔΕΗ ενδέχεται να καταχράστηκε τη δεσπόζουσα θέση της πωλώντας σε τιμές κάτω του κόστους στην αγορά χονδρικής για διάστημα μεγαλύτερο των έξι ετών. Η συμπεριφορά της ΔΕΗ μείωσε την ηλεκτρική ενέργεια που παραγόταν από τους περιβαλλοντικά καθαρότερους ανταγωνιστές της παραγωγούς και παρεμπόδισε τον ανταγωνισμό σε επίπεδο λιανικής. Η μείωση της ανταγωνιστικότητας της αγοράς λιανικής σήμαινε ότι αυτές οι χαμηλότερες τιμές χονδρικής δεν μετακυλίονταν στις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές. Κατά συνέπεια οι Έλληνες καταναλωτές ενδεχομένως υφίσταντο υψηλές τιμές λιανικής πώλησης και περισσότερη τοπική ρύπανση.»
Άμεση η αντίδραση της ΔΕΗ
Λίγη ώρα μετά την ανακοίνωση της Κομισιόν ήρθε η απάντηση από την πλευρά της ΔΕΗ. «Η υπόθεση αφορά περίοδο πριν τον επανασχεδιασμό της Ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού σύμφωνα με τις επιταγές του μοντέλου Στόχου της ΕΕ (Target Model) αλλά κυρίως πολύ πριν από τον μετασχηματισμό της εταιρείας σε μια μοντέρνα και βιώσιμη εταιρεία ενέργειας» αυτό απαντά η ΔΕΗ στην Κομισιόν, κατόπιν της προκαταρκτικής γνώμης που διατύπωσε η Επιτροπή για τη θέση της ΔΕΗ στην αγορά ηλεκτρισμού την περίοδο 2013-2019.
Η ανακοίνωση της ΔΕΗ
«Η ΔΕΗ Α.Ε. (“ΔΕΗ”) ανακοινώνει ότι η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (η Επιτροπή) απέστειλε σήμερα μια Ανακοίνωση Αιτιάσεων (Statement of Objections) στη ΔΕΗ σχετικά με υποτιθέμενη παραβίαση των κανόνων ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Η υπόθεση ξεκίνησε με τον έλεγχο στα γραφεία της ΔΕΗ τον Φεβρουάριο 2017 και οι επίσημες διαδικασίες ξεκίνησαν τον Μάρτιο 2021. Η ΔΕΗ έχει συνεργαστεί με την Επιτροπή καθ’ όλη τη διάρκεια της υπόθεσης.
Οι αιτιάσεις της Επιτροπής σχετίζονται με την περίοδο από τον Ιούλιο 2013 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019. Η ΔΕΗ θα συνεχίσει να συνεργάζεται με την Επιτροπή και να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα και αναγκαία μέτρα προκειμένου να προασπίσει τα δικαιώματά της.
Η Ανακοίνωση Αιτιάσεων αποτελεί ένα βήμα της έρευνας και όπως τονίζει και η Επιτροπή στη δήλωσή της, η επίδοση της δεν προδικάζει το αποτέλεσμα της έρευνας».