Υπό  την πίεση του διεθνούς περιβάλλοντος, οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών (εκτός πετρελαίου) κατά το θερινό τρίμηνο (Ιούνιος-Αύγουστος 2023) κινήθηκαν οριακά καθοδικά για πρώτη φορά μετά την πανδημία (-1% σε αποπληθωρισμένους όρους και -2,7% σε ονομαστικούς όρους).

Ωστόσο, παρά την επιβράδυνση, συνεχίζουν, πρώτον, να κερδίζουν μερίδια έναντι των ευρωπαίων ανταγωνιστών τους, ενώ, δεύτερον, εξακολουθούν να συμβάλλουν (σε συνδυασμό με τον περιορισμό των εισαγωγών) στον περιορισμό του εμπορικού ελλείμματος.

Κατά το θερινό τρίμηνο, διαπιστώνεται ότι η στήριξη προέρχεται κυρίως από τις αγορές της Δυτικής Ευρώπης και των Βαλκανίων (με αιχμή τα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας), ενώ οι μη ευρωπαϊκές αγορές κινούνται αθροιστικά πτωτικά, παρουσιάζοντας ωστόσο μεικτή εικόνα.

Πιο αναλυτικά, οι μη ευρωπαϊκές αγορές (οι οποίες καλύπτουν 20% των ελληνικών εξαγωγών) καταγράφουν από κοινού πτώση της τάξης του 7% σε αποπληθωρισμένους όρους, με μεικτή εικόνα ωστόσο, μεταξύ των προορισμών. Συγκεκριμένα, οι θετικές επιδόσεις της Ασίας και της Νότιας Αμερικής δεν ήταν αρκετές για να αντισταθμίσουν τις απώλειες στις λοιπές περιφερειακές αγορές (με εντονότερη πτώση στη Μέση Ανατολή).

Ωστόσο, το μέλλον κρύβει αυξημένες προκλήσεις για τις ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις, καθώς στη γενικότερη τάση επιβράδυνσης προστίθενται πιέσεις συνδεόμενες σε μεγάλο βαθμό με την κλιματική αλλαγή και την εντεινόμενη γεωπολιτική αστάθεια.

Περίπου μία ποσοστιαία μονάδα από τις ελληνικές εξαγωγές της εφετινής χρονιάς εκτιμάται ότι θα αφαιρέσει η κλιματική κρίση, οι οποίες έτσι θα παραμείνουν κοντά στα επίπεδα του 2022 με άνοδο της τάξης του +1% σε αποπληθωρισμένους όρους.

Ας σημειωθεί ότι το 1/4 της μονάδας από τον ρυθμό ανάπτυξης που θα χαθεί εφέτος οφείλεται στις εκτεταμένες καταστροφές στη Θεσσαλία.

Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται σε πρόσφατη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, κατά το τελευταίο 4μηνο 2023:

  1. i) οι καταστροφές στη Θεσσαλία εκτιμάται ότι θα στερήσουν 0,5 ποσοστιαίας μονάδας από τις ελληνικές εξαγωγές), και
  2. ii) η μειωμένη εφετινή παραγωγή ελαιολάδου και επιτραπέζιων ελιών θα στερήσει αντίστοιχα περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες.

Κοιτάζοντας πιο μπροστά, όπως επισημαίνεται από τους οικονομικούς αναλυτές της τράπεζας, οι δύο αυτές αρνητικές παράμετροι αναμένεται να συνεχίσουν να ασκούν πίεση στις εξαγωγές το 2024, αφαιρώντας 2 ποσοστιαίες μονάδες από την ετήσια ανάπτυξή τους (η οποία ακολουθεί μεσοπρόθεσμη τάση της τάξης του 5%).

Ειδικότερα, αναμένεται ετήσια αύξηση εξαγωγών της τάξης του 3%, συνεκτιμώντας:

  1. i) την ανοδική τάση του διεθνούς εμπορίου (καθώς σύμφωνα με τον ΠΟΕ αναμένεται αύξηση όγκων εμπορίου 3,3% το 2024, έναντι 0,8% το 2023), και
  2. ii) τη σταδιακή ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας (που αποτελεί την κύρια εξαγωγική αγορά της Ελλάδας).

Ωστόσο, η εντεινόμενη γεωπολιτική αστάθεια και η κλιματική κρίση προσθέτουν στις εκτιμήσεις των οικονομικών αναλυτών υψηλούς βαθμούς αβεβαιότητας (για αναθεώρηση προς τα κάτω). Ειδικότερα, το αρνητικό κλίμα στην «ευρύτερη γειτονιά μας», που έχει διαμορφωθεί λόγω Ουκρανίας, επιβαρύνεται από τις πρόσφατες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Σημειώνεται ότι αυτή απορροφά περίπου το 5% των ελληνικών εξαγωγών, με το ⅓ αυτών να αφορά το Ισραήλ (κυρίως μεταλλικά προϊόντα και εξοπλισμό, ενδεχομένως συνδεόμενα με τα ενεργειακά έργα της περιοχής).

Ποια προϊόντα αυξάνουν τα μερίδιά τους στην Ευρώπη

Πάντως παρά την επιβράδυνση δυναμικής, τα ελληνικά προϊόντα κατά το τελευταίο τρίμηνο (Ιούνιος – Αύγουστος 2023) κατόρθωσαν να αυξήσουν οριακά το μερίδιό τους στην Ευρώπη (0,56%, έναντι 0,55% το αντίστοιχο διάστημα του 2022).

Ειδικότερα, οι ελληνικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 1,5% ετησίως (σε ονομαστικούς όρους), έναντι μόλις 0,4% στην Ευρώπη (στην οποία 7 στους 11 κλάδους ήταν πτωτικοί, μεταξύ των οποίων φάρμακα, μέταλλα και ορυκτά).

Ουσιαστικές διαφοροποιήσεις διακρίνονται μεταξύ των κλάδων όσον αφορά την κίνηση των μεριδίων τους.

Συγκεκριμένα ξεχωρίζουν:

Τα τρόφιμα σημείωσαν την υψηλότερη αύξηση μεριδίου (+0,2 ποσοστιαίες μονάδας), με οδηγό το ελαιόλαδο (φτάνοντας μερίδιο 12,3%, από 7,3% έναν χρόνο πριν) και το σκληρό σιτάρι (1,4%, από 1,0%, αντίστοιχα). Ωστόσο, στη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας σημειώνεται η ύπαρξη βασικών προϊόντων, όπως οι ελιές και τα ψάρια, τα οποία παρουσίασαν απώλεια μεριδίων. Στο σημείο αυτό υπογραμμίζεται ότι οι καταστροφές στη Θεσσαλία αναμένεται να επηρεάσουν τις εξαγωγές τροφίμων (με την περιοχή να καλύπτει το 14% των εξαγωγών του κλάδου).

Oι κλάδοι υψηλής τεχνολογίας (φάρμακα και τα μηχανήματα) αύξησαν το μερίδιό τους κατά περίπου 0,1 ποσοστιαία μονάδας.

Τα ορυκτά επίσης κέρδισαν 0,05 ποσοστιαίες μονάδας, καθώς οι ελληνικές εξαγωγές (κυρίως μάρμαρο) μειώθηκαν λιγότερο από τις ευρωπαϊκές.

Στον αντίποδα, μεταξύ των κλάδων με πτωτικό μερίδιο στην Ευρώπη ξεχωρίζουν:

Η ένδυση και τα υφάσματα έχασαν 0,2 ποσοστιαίες μονάδες (εν μέρει λόγω μειωμένου μεριδίου στο βαμβάκι).

Τα μέταλλα έχασαν 0,02 ποσοστιαίες μονάδες, κυρίως λόγω των αδύναμων επιδόσεων του χαλκού και των σωλήνων χάλυβα (έναντι αυξημένου μεριδίου στο αλουμίνιο).