Κερδίζει συνεχώς έδαφος η παρουσία των γυναικών σε υψηλόβαθμες διοικητικές θέσεις στην πυραμίδα των ελληνικών επιχειρήσεων.

Το έτος που διανύουμε, επί συνόλου 51.140 επιχειρήσεων οι 13.236 εταιρείες διοικούνται από γυναίκες-ανώτατα στελέχη, καταλαμβάνοντας ποσοστό 25,9% του δείγματος, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας της ICAP CRIF για τη «Γυναικεία Επιχειρηματικότητα».

Το μερίδιο αυτό είναι οριακά αυξημένο συγκριτικά με την αντίστοιχη περσινή μελέτη (25,5%), ωστόσο αξίζει να αναφερθεί ότι έχει ενισχυθεί κατά 6,3 ποσοστιαίες μονάδες την τελευταία οκταετία.

Η παρουσία γυναικών στο «τιμόνι» των επιχειρήσεων εντοπίζεται κυρίως σε εταιρείες μικρότερου μεγέθους, όπως δήλωσε ο Νικήτας Κωνσταντέλλος, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ICAP CRIF. Συγκεκριμένα, από το σύνολο των εταιρειών που διοικούνται από γυναίκες το υψηλότερο ποσοστό συμμετοχής παρουσιάζεται στις επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών μικρότερο από €2 εκατ. (27,4%) και με αριθμό απασχολούμενου προσωπικού μικρότερο των 10 ατόμων (27,1%). Στις μεγάλου μεγέθους εταιρείες (με κύκλο εργασιών>€50 εκατ.) το αντίστοιχο μερίδιο περιορίζεται σε 14,5%, ποσοστό ωστόσο αυξημένο κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδα σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή μελέτη.

Οπως τονίζεται στην έρευνα, οι εταιρείες με γυναίκες επικεφαλής παρουσιάζουν καλύτερες επιδόσεις κερδοφορίας σε σύγκριση με το σύνολο των επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, το 2021 πέτυχαν περιθώριο μεικτού κέρδους 31,1% έναντι αντίστοιχου δείκτη 25,2% του συνόλου των εταιρειών και περιθώριο καθαρού κέρδους 8,0% έναντι 7,1% για το σύνολο των επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με τα ευρήματα πρωτογενούς έρευνας που πραγματοποιήθηκε σε 3.000 εταιρείες που διοικούνται από άνδρες, διερευνώντας τη δική τους οπτική για το Γυναικείο Επιχειρείν, προέκυψε ότι οι γυναίκες επιχειρηματίες/ανώτατα στελέχη χαρακτηρίζονται από εργατικότητα, επιμονή και επικοινωνιακές δεξιότητες. Οι άνδρες που συμμετείχαν στην έρευνα πιστεύουν ότι οι γυναίκες υπερτερούν έναντι των ιδίων στους τομείς της επικοινωνίας (68%), της κατανόησης/ενσυναίσθησης (63%), της δημιουργικότητας (50%) και της διορατικότητας (48%). Ωστόσο, τις θεωρούν πιο επιφυλακτικές στην ανάληψη ρίσκου.

Το 57% των συμμετεχόντων ανδρών-ανώτατων στελεχών θεωρεί ότι υπάρχει διαφορετική μισθολογική μεταχείριση των δύο φύλων. Ειδικότερα, το 60% των ανδρών-ανώτατων στελεχών που συμμετείχαν στην έρευνα και απάντησαν ότι υφίσταται μισθολογικό χάσμα, εκτιμά ότι αυτό κυμαίνεται μεταξύ 20% και 30%. Σχεδόν 8 στους 10 άνδρες-ανώτατα στελέχη πιστεύουν ότι οι ανισορροπίες στον συνδυασμό επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, με κύριο ανασταλτικό παράγοντα τις οικογενειακές υποχρεώσεις και κυρίως την ανάγκη για φύλαξη των παιδιών, αποτελούν το κυριότερο εμπόδιο στην επαγγελματική ανέλιξη των γυναικών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκής Ενωσης, κατά μέσο όρο οι αποδοχές των γυναικών είναι κατά 12,7% χαμηλότερες από αυτές των ανδρών ανά ώρα εργασίας.

Παρότι η αρχή της «ίσης αμοιβής για ίση εργασία» θεσμοθετήθηκε το 1957 με τη Συνθήκη της Ρώμης, το χάσμα αμοιβών μεταξύ των δύο φύλων παραμένει, με μικρές μόνο βελτιώσεις να έχουν σημειωθεί τα τελευταία χρόνια. Το υψηλότερο χάσμα στις αμοιβές εμφανίζεται στην Εσθονία (22,5%), στην Αυστρία (21,1%), στη Γερμανία (17,6%), στην Ουγγαρία (17,3%) και στη Σλοβακία (16,6%). Το Λουξεμβούργο είναι η μόνη χώρα που έχει κλείσει το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των δύο φύλων. Οι χώρες με τις χαμηλότερες μισθολογικές διαφορές το 2021 είναι η Ρουμανία (3,6%), η Σλοβενία (3,8%), η Πολωνία (4,5%) η Ιταλία (5%) και το Βέλγιο (5%).

Στην Ελλάδα το μισθολογικό χάσμα διαμορφώνεται σε χαμηλότερα επίπεδα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, στο 10,4%. Το εντυπωσιακό είναι ότι το χάσμα μεγεθύνεται μεταξύ ανδρών και γυναικών σε διευθυντικές θέσεις, με τις γυναίκες να βρίσκονται σε μειονεκτικότερη θέση, αφού σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΕ κερδίζουν 23% λιγότερα ανά ώρα από τους άνδρες διευθυντές. Τα ευρήματα της παρούσας έρευνας επιβεβαιώνουν τα στοιχεία της ΕΕ. Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων της έρευνας, το 57% των συμμετεχόντων ανδρών-ανώτατων στελεχών, και το 59% αντίστοιχα των γυναικών, πιστεύει ότι υπάρχει διαφορετική μισθολογική μεταχείριση μεταξύ των δύο

φύλων (Διάγραμμα 7). Ειδικότερα, το 76% των γυναικών που πιστεύουν ότι υπάρχει μισθολογικό χάσμα (αντιστοιχεί στο 45% των γυναικών-ανώτατων στελεχών που συμμετείχαν στην έρευνα) θεωρεί ότι κυμαίνεται μεταξύ 20% και 30%. Από την άλλη, το 60% των ανδρών-ανωτάτων στελεχών που συμμετείχαν στην έρευνα και απάντησαν ότι υφίσταται μισθολογικό χάσμα (αντιστοιχεί στο 34% του συνόλου) εκτιμά ότι αυτό κυμαίνεται μεταξύ 20% και 30%.