Ένα διπλό και στην ουσία του αντιφατικό μήνυμα άφησε πίσω της η ομιλία και η συνέντευξη Τύπου του Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ. Ο Πρωθυπουργός εμφανίστηκε πολιτικά ασφαλής απέναντι στην αντιπολίτευση και ταυτόχρονα ανασφαλής μπροστά στα προβλήματα, τις καταστροφές και την απόσυρση της εμπιστοσύνης των πολιτών στην κυβέρνησή του, η οποία καταγράφηκε και δημοσκοπικά από την Metron Analysis για λογαριασμό του Mega. Να θυμίσουμε ότι για πρώτη φορά από το 2019 υπήρξε ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό πολιτών (66%) το οποίο θεωρεί ότι η χώρα πάει προς τη λάθος κατεύθυνση.

Από αύριο δεν ξέρουμε πως θα είναι και η αντιπολίτευση, καθώς οι εκλογές στον ΣΥΡΙΖΑ, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμά τους, θα διαμορφώσουν ένα διαφορετικό τοπίο. Μένει να φανεί αν ο κ. Μητσοτάκης θα αποκτήσει έναν υπολογίσιμο αντίπαλο ή αν συνεχίσει να παίζει μονότερμα.

Στη Θεσσαλονίκη, όπως έκανε και πέρυσι, αξιοποίησε την ομιλία του για να περιγράψει την ουσία της πολιτικής του, ότι παραμένει προσηλωμένος στους μεταρρυθμιστικούς του στόχους χωρίς να διακινδυνεύσει τη δημοσιονομική σταθερότητα, και για να σηκώσει τους τόνους εκεί που ήθελε. Για παράδειγμα «μάλωσε» το εκσυγχρονιστικό ακροατήριο, αυτό που στην πραγματικότητα εγγυήθηκε την πολιτική του επικράτηση και τη διείσδυσή του στο Κέντρο, για την κριτική που του ασκεί, μιλώντας για «μεταρρυθμιστές της φακής». Την επόμενη ημέρα, δήλωσε ότι ακούει «τη στοχευμένη κριτική» και ότι κάνει πρώτος αυτοκριτική. «Πρέπει να μαθαίνουμε από τις αστοχίες μας», επισήμανε.

Στη συνέντευξη Τύπου ήταν ήπιος, επεξηγηματικός, προσηνής, σχεδόν απολογητικός. Εξαίρεση, ο εκνευρισμός που του ξέφυγε όταν ρωτήθηκε για το αν λειτούργησε αποτελεσματικά το επιτελικό κράτος στις πυρκαγιές και στις πλημμύρες. Ο Πρωθυπουργός, πάντως, το υπερασπίστηκε λέγοντας ότι επιτελικό κράτος σημαίνει διαλειτουργικότητα, στοχοθεσία και λογοδοσία και ότι δεν μπορεί να σκεφτεί καλύτερο σύστημα διακυβέρνησης.

Έκλεισε τα σενάρια για ανασχηματισμό, τα οποία αναστάτωναν το εσωτερικό της κυβέρνησης και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας σε μια ακατάλληλη συγκυρία, λόγω εγγύτητας με τις Περιφερειακές και αυτοδιοικητικές εκλογές. Έδωσε τη διαβεβαίωση ότι δεν θα διεκδικήσει κάποιο ευρωπαϊκό πόστο πριν ολοκληρώσει την τετραετία και είπε ότι οι ευρωεκλογές θα γίνουν με σταυρό, άρα όσοι ενδιαφέρονται θα πρέπει να μοχθήσουν.

Στα ελληνοτουρκικά από ότι φαίνεται κρατάει μικρό καλάθι. Η Χάγη δεν ανατέλλει στον ορίζοντα και το καλύτερο που μπορεί να παραχθεί από τη συνάντησή του με τον Ερντογάν είναι «η κανονικοποίηση των διαύλων επικοινωνίας» για «να μην είμαστε μονίμως στα κόκκινα.

Από τις άλλες εξαγγελίες του οι κυριότερες αφορούν ομάδες που ανήκουν στο παραδοσιακό ακροατήριο των παλαιών κομμάτων εξουσίας, το οποίο τα τελευταία χρόνια επιλέγει πλειοψηφικά τη ΝΔ: Δημόσιους υπαλλήλους, μισθωτούς, συνταξιούχους, μικροεπιχειρηματίες.

Ο στόχος του πολυδύναμου εκσυγχρονισμού που έθεσε μετά τις εκλογές, παρέμεινε ασαφής και υπολείπεται πολύ από το να μετατραπεί σε όραμα τετραετίας. Τα διαχειριστικά επιτεύγματα που προέβαλε ο κ. Μητσοτάκης, από την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας μέχρι τη γρήγορη συγκρότηση του συντονιστικού οργάνου στη Λάρισα, είναι αξιέπαινα αλλά δεν μπορούν να αποτελέσουν τη συγκολλητική ουσία που θα ενώσει διαφορετικές κοινωνικές ομάδες πίσω από έναν εθνικό σκοπό.

Ακόμα και το σύνθημα «νομιμότητα παντού», εντοπίζει το πρόβλημα, που είναι η διάχυτη ανομία, αλλά δεν προσφέρει καμία λύση. Ειδικά όταν η κυβέρνηση βρίσκεται στον πέμπτο χρόνο της στην εξουσία και όταν είδαν όλοι οι πολίτες μέσα σε πολύ μικρό διάστημα διαλυμένη και την αστυνομία και τον στρατό.

Το ίδιο και με την ακρίβεια. Και εκεί περιέγραψε το πρόβλημα, λέγοντας ότι τα επιδόματα -που μοίρασε αφειδώς τα προηγούμενα χρόνια- αποτελούν «επιδερμικό τρόπο» για την αντιμετώπισή της. Ο δομικός είναι η σταθερή και μόνιμη αύξηση του εισοδήματος και οι συστηματικοί έλεγχοι κατά της αισχροκέρδειας. Πρόκειται, όπως είπε, για δύσκολο αγώνα που απαιτεί συγκρούσεις. «Είμαι αποφασισμένος να δώσω αυτή τη μάχη, δεν είναι εύκολο να την κερδίσουμε αλλά θα τη δώσουμε με όλα τα εργαλεία». Η παραδοχή ότι μπορεί και να χαθεί η μάχη κατά της αισχοκέρδειας, ιδίως όταν γίνεται με φόντο τα λιμνάζοντα απόνερα του Θεσσαλικού κάμπου, από το στόμα του Πρωθυπουργού που προβάλλεται ως αμετακίνητος μεταρρυθμιστής ακούγεται σαν συνθηκολόγηση προτού να δοθεί η μάχη. Ακόμα και αν αργότερα επέμεινε ότι «θα τσακίσουμε όποιον πατήσει στην καταστροφή και αυξήσει τις τιμές».

Το αίσθημα της ασφάλειας σε διάφορα μέτωπα της καθημερινότητας, που έχει τραβηχτεί σαν χαλί κάτω από τα πόδια των πολιτών, δεν αντιμετωπίζεται με σλόγκαν. Χρειάζεται πολλά παραπάνω από τη βολική οικειοποίηση του προβλήματος.