Ήταν πριν από δέκα ημέρες, αμέσως μετά την πρώτη πανσέληνο του Αυγούστου, γνωστή και ως του οξύρυγχου που ανεβήκαμε στον Εθνικό Δρυμό της Πάρνηθας.

Είχαμε αφήσει πίσω μας ένα δραματικό Ιούλιο που έκαψε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα. Τα Δερβενοχώρια ήταν και πάλι ανάμεσα στα σημαντικά πύρινα μέτωπα, όπως και το 2007, μόνο που φέτος ο άνεμος οδήγησε τις φλόγες δυτικά προς την πλευρά της Μάνδρας, αυτή τη φορά, ευτυχώς, δεν την πήγε προς την Πάρνηθα.

Η καταστροφή μπορεί να μην άγγιξε τον εθνικό δρυμό της Πάρνηθας, ωστόσο είναι ανυπολόγιστα μεγάλη.
Το λεκανοπέδιο της Αττικής από εφέτος τον Ιούλιο ασθμαίνει ακόμη περισσότερο από πριν καθώς πλέον «νοσούν» βαρύτατα οι περισσότεροι από τους λιγοστούς πνεύμονες πρασίνου που απόμειναν να το περιβάλλουν.

Οσον αφορά την Πάρνηθα όμως, εδώ το πάθημα τους έγινε μάθημα, σκέφτηκα, ενώ βρισκόμουν στο χώρο συγκέντρωσης από όπου σε λίγο θα ξεκινούσε η πεζοπορία.

Άλλωστε η Πάρνηθα είναι ένας από τους σημαντικότερους εθνικούς δρυμούς της χώρας και ο μοναδικός δρυμός της Αττικής, σημαντικότατος για το λεκανοπέδιο. Υπέστη τεράστια καταστροφή το 2007, δε θα τον αφήναν και πάλι στην τύχη του.

Η πεζοπορία ξεκίνησε αφού έπεσε ο ήλιος και συνεχίστηκε υπό το φως του φεγγαριού – που δεν ήταν πια ολόκληρο αλλά ήταν ακόμη αρκετά μεγάλο και φωτεινό – αλλά και τη βοήθεια των φακών κεφαλής στα σημεία όπου η βλάστηση ήταν πυκνή και δεν τη διαπερνούσε το φως του.

Δεν πρόλαβα να διασχίσω ιδιαίτερη απόσταση από το σημείο της εκκίνησης όταν αυτό που αντίκρυσα δεν ήθελα να το πιστέψω.

Φωτογραφία Μαρία Τσώλη

Ξερά ξύλα, που προέρχονταν από τον προηγούμενο καθαρισμό του δάσους, βρίσκονταν σε ντάνες μέσα στο δάσος και κάτω από τα έλατα!

Επρόκειτο για ένα τέλειο προσάναμα ! Οι ντάνες αυτές δε θέλω να σκεφτώ τι θα μπορούσαν να προκαλέσουν στην περίπτωση που ο εθνικός δρυμός, τυχαία ή δόλια, θα έπιανε φωτιά.

Την έκπληξή μου αλλά και το φόβο μου δεν μπόρεσα να μη τον μοιραστώ με τους συνοδοιπόρους μου. Σε κανέναν δεν φάνηκε παράλογο ούτε αυτό που σκέφτηκα, ούτε αυτό που φοβόμουν.

Ο οδηγός μάλιστα της πεζοπορικής ομάδας με πληροφόρησε ότι και σε πολλά άλλα σημεία του εθνικού δρυμού συναντά κανείς αυτήν την εικόνα και ότι δεν πρόκειται μόνο για ξύλα που προέρχονται από τον φετινό καθαρισμό αλλά πολλά από αυτά βρίσκονται εκεί σε σωρούς από πέρυσι.

Φωτογραφία Μαρία Τσώλη

Πραγματικά έμεινα να απορώ για το πώς είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Λιγότερο από 15 ημέρες πριν τα διπλανά δάση είχαν γίνει στάχτη – μάλιστα υπό απειλή βρισκόταν και η Πάρνηθα – και ένας από τους λόγους στους οποίους αναφέρθηκαν οι δασοπόνοι ως αιτία της μεγάλης καταστροφής ήταν η έλλειψη καθαρισμού τους.

Επικοινωνώντας με το δασαρχείο της Πάρνηθας είχα μια φειδωλή συζήτηση και μία ανεπίσημη ενημέρωση. Ο αρμόδιος εκτιμούσε ότι για να υπάρχουν ξύλα στο δάσος πάει να πει ότι το έργο του καθαρισμού βρίσκεται σε εξέλιξη. Μα σε εξέλιξη αρχές Αυγούστου; Αναρωτήθηκα.

Ατομική ευθύνη και μόνο;

Εγώ, ως πολίτης υποχρεούμαι από τον νόμο να καθαρίσω το οικόπεδό μου ή το χωράφι μου από τα χόρτα και αν δεν το κάνω θα το κάνει ο δήμος για εμένα – και καλώς θα κάνει – και θα με χρεώσει για αυτήν την εργασία.

Επίσης θα πρέπει να έχω κάψει τα κλαδεμένα μου έως τα τέλη του Μαϊου γιατί από εκεί και μετά μπαίνουμε στην αντιπυρική περίοδο και δεν επιτρέπεται προκειμένου, και σωστά, να αποφευχθεί ο κίνδυνος τυχόν πυρκαγιάς.

Την ίδια ώρα, όμως, το κράτος και οι αρμόδιοι φορείς διαχείρισης των δασών του και πολύ περισσότερο των εθνικών δρυμών του μπορούν να έχουν σε εξέλιξη το έργο καθαρισμού αρχές του μήνα Αυγούστου; Μάλλον κάτι δεν πάει καλά, τολμώ να εκτιμήσω.

Φωτογραφία Μαρία Τσώλη

Οι φωτιές δε σβήνονται τη μέρα από αέρος, αλλά την νύχτα με επίγεια μέσα.

Μιλώντας με άτομα που έχουν στο παρελθόν υπηρετήσει το δάσος – θα σου πουν ότι το πρόβλημα είναι ότι το έργο της κατάσβεσης των δασικών πυρκαγιών, εδώ και περίπου είκοσι χρόνια, από τη δασική υπηρεσία πέρασε στην πυροσβεστική υπηρεσία.

Όπως αναφέρει ο επί 35 χρόνια γενικός διευθυντής Δασών κ. Λευτέρης Φραγκιουδάκης «Μέχρι το ΄90 η κατάσταση ήταν υποφερτή, παρότι δεν δίνονταν οι απαιτούμενες χρηματοδοτήσεις.

«Δυστυχώς στα τέλη της δεκαετίας του ΄90 η τότε κυβέρνηση βασίστηκε σε εισηγήσεις αφερέγγυων ανθρώπων που διέβαλλαν την δασική υπηρεσία και δόθηκε η αρμοδιότητα της πυρόσβεσης στα δάση στην πυροσβεστική. Εκτοτε έχει καεί δύο φορές όλη η Ελλάδα, γιατί οι πυροσβέστες δε γνωρίζουν ούτε τα δάση ούτε πως να σβήνουν δασικές πυρκαγιές, κάτι που εμείς το διδασκόμασταν στο πανεπιστήμιο. Οι φωτιές δε σβήνονται τη μέρα από αέρος, αλλά την νύχτα με επίγεια μέσα. Εκτοτε η πορεία των δασικών υπηρεσιών είναι φθίνουσα» επισημαίνει.

Σημαντικότατη η πρόληψη

«Η διαδικασία πρόληψης των δασικών πυρκαγιών αφορούσε, κυρίως, στους καθαρισμούς δασών, στη δημιουργία αντιπυρικών ζωνών, στην απομάκρυνση εύφλεκτων υλικών ή κορμών δένδρων και στη συντήρηση δασικών δρόμων, για την απρόσκοπτη πρόσβαση των επίγειων μέσων πυρόσβεσης.», καταλήγει.

Με βάση τα λεγόμενα του κύριου Φραγκιουδάκη ο φόβος μου δεν είναι μεταφυσικός. Εχει βάση. Τα ξύλα θα έπρεπε να έχουν απομακρυνθεί από το δρυμό.

Αυτό το έργο παλιότερα αντιστοιχούσε στη δασική υπηρεσία. Σήμερα είναι υποχρέωση του εκάστοτε εργολάβου στον οποίο έχει ανατεθεί το έργο.

Μου περνάει από το μυαλό η εξής σκέψη. Ε, εντάξει. Και αν του ανθρώπου του έτυχε ένα άλλο έργο πριν ολοκληρώσει τον καθαρισμό του δρυμού. Τι να το κάνει; Να το αφήσει; Κανείς νόμος της αγοράς όχι μόνο δε θα υπαγόρευε αλλά και δε θα δικαιολογούσε κάτι τέτοιο.

Από την άλλη,  άκουσα προ ημερών τον υπουργό κλιματικής κρίσης και πολιτικής προστασίας  κ.  Βασίλη Κικίλια σε τηλεοπτικές δηλώσεις του  να λέει ότι η ευθύνη είναι και στους πολίτες ενώ ταυτόχρονα διευκρίνισε ότι δεν είναι δουλειά του υπουργείου ή των δήμων να ελέγχουν αν ο εργολάβος που έχει αναλάβει τον καθαρισμό έκανε σωστά τη δουλειά του.

Δύο μονάδες των ενόπλων δυνάμεων στην Πάρνηθα

Υπάρχουν βέβαια και άλλες απόψεις. Μιλώντας με εργαζόμενο στο δασαρχείο της Πάρνηθας μου εξέφρασε την άποψη ότι τα ντανιασμένα ξύλα κάτω από το δάσος ελάτης δεν έχουν καμία σημασία και ότι αυτά από μόνα τους δεν είναι αιτία για τυχόν πυρκαγιά και δεν μπορούν να την προκαλέσουν και ότι το πρόβλημα στο εθνικό δρυμό είναι ότι είναι γεμάτος με καλώδια ρεύματος για να εξυπηρετούν τη μία μονάδα στρατού και  άλλη μία  του ναυτικού που είναι εγκατεστημένες εκεί.

Σύμφωνοι, ουδεμία αντίρρηση. Αν πρέπει να απομακρυνθούν, ωστόσο το δάσος δεν πρέπει να είναι καθαρό για παν ενδεχόμενο. Αλλωστε είναι παρούσα και η κλιματική αλλαγή.

«Αδιανόητη η μη απομάκρυνση των ξύλων»

Φοιτητής δασοπονίας ο οποίος αυτήν την περίοδο κάνει την πρακτική του σε δάσος της Ελλάδος, μου είπε ότι με βάση τα όσα έχει διδαχθεί στη Σχολή του, του φαίνεται αδιανόητο τα ξύλα από τον καθαρισμό του δάσους να μην έχουν μεταφερθεί με τη βοήθεια μουλαριών σε έναν δασικό δρόμο προκειμένου να φορτωθούν σε κάποιο φορτηγό όχημα και να απομακρυνθούν από το δάσος.

Μετά από όλα αυτά συμπεραίνω ότι η προστασία των δασών δεν είναι ένα ξερό θέμα χρηματοδότησης και μόνο. Ο καθαρισμός τους δεν μπορεί να είναι απλά μια εργολαβία.

Πολλές πληγές μετρά ο εθνικός δρυμός της Πάρνηθας

Φωτογραφία Μαρία Τσώλη

Η Πάρνηθα δεν είναι φυσικά ο Εθνικός Δρυμός που ήταν πριν από 16 χρόνια, δηλαδή πριν το 2007, όταν παραδόθηκε στις φλόγες που κατάκαψαν μεγάλο μέρος του ελατοδάσους της.

Δεν είναι καν ο φυσικό δρυμός που ήταν πριν το καλοκαίρι του 2021 όταν η φωτιά που έκαιγε στην Ιπποκράτειο Πολιτεία και στη συνέχεια επεκτάθηκε στους Θρακομακεδόνες, σκαρφάλωσε στους πρόποδές της και έκαψε ένα ακόμη σημαντικό κομμάτι, τη νοτιοανατολική πλευρά του δρυμού έως και την κορυφή Φλαμπουράκι όπου και με τη βοήθεια του ανέμου, πυροσβέστες και εθελοντές κατάφεραν να την σταματήσουν.

REUTERS/Yannis Behrakis (GREECE)

Δυστυχώς για τον Εθνικό Δρυμό μας και για εμάς οι πληγές από τις δύο αυτές πυρκαγιές είναι ακόμη ανοιχτές, δεν έχουν επουλωθεί, παρά τις προσπάθειες όλων των αρμοδίων.

Ενας από τους λόγους, ο οποίος δεν έχει να κάνει με τον άνθρωπο και τη βούληση ή την παράλειψή του είναι η ιδιαιτερότητα των δασών της ελάτης που ένα από τα χαρακτηριστικά τους είναι ότι καίγονται δύσκολα αλλά στην περίπτωση που καούν πολύ δύσκολα αναγεννούνται.

Φωτογραφία Μαρία Τσώλη

Για να ευδοκιμήσουν χρειάζονται σκιά και υγρασία και στην περίπτωση που τα καταφέρουν να ριζώσουν αναπτύσσονται πολύ αργά.
Αυτές οι δύο προϋποθέσεις δεν πληρούνται σήμερα στο καμένο κομμάτι της Πάρνηθας. Δεν υπάρχει ικανή βλάστηση για να επιβιώσει και να αναπτυχθεί το μικρό έλατο κάτω από τη σκιά της. Το λυπηρό αποτέλεσμα είναι οι συνεχείς και επίπονες αναδασώσεις να μην έχουν αποδώσει τα επιθυμητά αποτελέσματα τόσα πολλά χρόνια τώρα μετά την καταστροφή του 2007.

Παρόλα αυτά, αν και τσουρουφλισμένος δύο φορές μέσα σε μια 15ετία, ο Εθνικός Δρυμός της Πάρνηθας εξακολουθεί να είναι σημαντικότατος καθώς διαθέτει πλουσιότατη χλωροπανίδα.

Τα θηλαστικά της Πάρνηθας και ιδίως τα ελάφια και οι αλεπούδες είναι ιδιαιτέρως εξοικειωμένα με τον άνθρωπο, όπως προκύπτει και από την φωτογραφία, γεγονός που ανησυχεί τους υπεύθυνους της διαχείρισης του δρυμού για τις συνέπειες στην πανίδα του. (Φωτογραφία Μαρία Τσώλη)

Κάθε ένας που έχει την ευκαιρία και τη χαρά να περπατήσει στα μονοπάτια της Πάρνηθας σκιάζεται από την ελάτη και τη μαυροπεύκη της, συναντά τη γλυστοκουμαριά, τα πουρνάρια της και τη βελανιδιά της ενώ πολύ συχνά θα συναντήσει το μοναδικό κόκκινο ελάφι της, – γνωστό και ως ελάφι της Πάρνηθας – πολλές αλεπούδες ενώ στα σίγουρα θα δει τις λακούβες που σκάβουν τα αγριογούρουνά της, όμως σχεδόν ποτέ δε θα αντικρύσει τους λύκους που επίσης διαβιούν εκεί περίπου δύο δεκαετίας τώρα.