Στρατευμένος καλλιτέχνης με πλούσια και καταξιωμένη πορεία, ο Διονύσης Τσακνής, υποψήφιος βουλευτής Επικρατείας του ΚΚΕ, εξηγεί τους λόγους που δηλώνει «παρών» στο αγώνα που δίνει το κόμμα σε αυτές τις εκλογές, επισημαίνοντας ότι «η ψήφος στο ΚΚΕ δεν είναι ούτε χαλαρή, ούτε ψήφος μιας πεισματάρικης διαμαρτυρίας αλλά ψήφος συνειδητή».

Ο γνωστός συνθέτης, στιχουργός και ερμηνευτής, συνεπής στην πολιτική του διαδρομή από τα χρόνια της αντιδικτατορικής πάλης μέσα από τις γραμμές της Αντι-ΕΦΕΕ και της ΚΝΕ, εμφανίζεται αισιόδοξος ότι «αρκετοί ταλαντευόμενοι στο παρελθόν στο να επιλέξουν ανάμεσα σε εμάς και κάποιους άλλους σχηματισμούς, αυτή τη φορά, θα κάνουν το θαρραλέο βήμα», ενώ απαντά στα κελεύσματα του ΣΥΡΙΖΑ περί κυβερνήσεων συνεργασίας ή έστω ανοχής από το ΚΚΕ.

Στο δε δίλημμα «Τι Παπάγος, τι Πλαστήρας», που ανέσυρε ο Αλέξης Τσίπρας, αντιτείνει ότι «πέρα από γραφικό είναι και ανιστόρητο», σχολιάζοντας: «Πάλι καλά που δεν ανέσυραν από το φτωχό τους ιδεολογικό οπλοστάσιο και το “τι λάχανα, τι μπρόκολα”». Ο κ. Τσακνής μιλά ακόμα για τον Κασιδιάρη, τον Βαρουφάκη, τις πρόσφατες κινητοποιήσεις των καλλιτεχνών αλλά και την αφιερωματική συναυλία του ΚΚΕ στον Σταύρο Ξαρχάκο, ενώ ερωτηθείς αν επιμένει και σήμερα να «γυρίζει τις πλάτες του στο μέλλον», απαντά: «Σε εκείνο το μέλλον που ετοιμάζουν άλλοι για λογαριασμό μας -και είδαμε πολύ καλά τι είδους μέλλον εννοούν- θα εξακολουθώ να του γυρίζω την πλάτη».

Η πρώτη ερώτηση – κλισέ: Γιατί με το ΚΚΕ;

«Γιατί όχι με το ΚΚΕ; Κι αυτή, ας θεωρηθεί μια εύκολη απάντηση. Ανήκα στις τάξεις του ιδεολογικά και οργανωτικά από τα πρώτα μετεφηβικά χρόνια. Υπήρξα στέλεχος της αντιδικτατορικής ΕΦΕΕ και αργότερα της ΚΝΕ από την εποχή της δικτατορίας. Επομένως είμαι συνεπής όσον αφορά στην προσωπική μου πολιτική διαδρομή. Στη ζωή μπορεί να υπάρξουν κάποιες διαφορετικές εκτιμήσεις κατά καιρούς, αλλά αυτό δε σηματοδοτεί ούτε ρήξεις, ούτε διαφοροποιήσεις επί της ουσίας. Και το λέω αυτό για να προλάβω ενδεχομένως, κάποια σχετική ερώτηση. Πάντως, και για να το ξεκαθαρίσω μια και καλή: ουδέποτε υπήρξα ψηφοφόρος κόμματος, που διετέλεσε κυβέρνηση. Αλλά και να ήμουνα, πάλι δε σημαίνει απολύτως τίποτα ούτε για εμένα, ούτε για το κόμμα μου».

Στις δημοσκοπήσεις το ΚΚΕ εμφανίζει μια έστω μικρή ανοδική τάση. Πολλοί είναι εκείνοι που παραδέχονται την συνέπειά του με βάση τις διακηρυγμένες θέσεις του. Όμως αυτό δεν φτάνει ως την κάλπη. Η στάση τους μοιάζει με αυτό που έλεγε ο συνάδελφός σας Βασίλης Παπακωνσταντίνου «σας αγαπάω μα δεν παντρεύομαι…». Γιατί;

«Επιτρέψτε μου μια πιο αισιόδοξη εκτίμηση. Πιστεύω πως, αρκετοί ταλαντευόμενοι στο παρελθόν στο να επιλέξουν ανάμεσα σε εμάς και κάποιους άλλους σχηματισμούς, αυτή τη φορά, θα κάνουν το θαρραλέο βήμα. Ξέρετε σήμερα, έχουν όλοι δοκιμαστεί. Δεν είναι; Επομένως, δεν υπάρχει αυτό το «αν» που προφανώς υπήρχε σε προηγούμενες αναμετρήσεις. Οι ελπίδες αποδείχτηκαν φρούδες και οι διαψεύσεις υπήρξαν πολύ ηχηρές. Επομένως η ελπίδα για κάτι διαφορετικό δεν μπορεί παρά να αναζητηθεί στο κόμμα μας και στο δρόμο του καθημερινού αγώνα μέσα και έξω από τη Βουλή».

Τελικά τι σημαίνει ψήφος στο ΚΚΕ;

«Αυτό ακριβώς που μόλις είπα. Η ψήφος στο ΚΚΕ δεν είναι ούτε χαλαρή, ούτε ψήφος μιας πεισματάρικης διαμαρτυρίας. Είναι ψήφος συνειδητή, ψήφος που προϋποθέτει γνώση, άρα αποδοχή εκ μέρους των ψηφοφόρων ότι το σημερινό πολιτικό-οικονομικό σύστημα, δεν μπορεί να βελτιώσει τις ζωές και τις τύχες τους. Είναι ψήφος ελπίδας».

Γίνεται μεγάλη συζήτηση περί κυβερνήσεων συνεργασίας. Το ΚΚΕ έχει καταστήσει σαφές ότι δεν το αφορά, ακόμα και αν στην «ατζέντα» τεθούν φιλεργατικά μέτρα. Γιατί;

«Έχει αποδειχτεί με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, ότι φιλεργατικά μέτρα στο πλαίσιο αυτού του συστήματος δεν μπορούν να υπάρξουν. Μπορεί οι αστικές κυβερνήσεις -αναγκασμένες τις πιο πολλές φορές από τη δυναμική του κινήματος, να κάνουν κάποιες παραχωρήσεις, από την ταξική όμως σκοπιά αν το δει κανείς, δε μπορεί παρά να εξυπηρετούν σε τελευταία ανάλυση, τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Για ποια ατζέντα λοιπόν μιλάμε και για ποια φιλεργατικά μέτρα; Η μνήμη είναι νωπή, από τα προγράμματα της Θεσσαλονίκης και τα σκισίματα των μνημονίων».

Ο Αλ. Τσίπρας έχει θέσει και το θέμα της ανοχής εκ μέρους του ΚΚΕ σε περίπτωση που συγκροτήσει κυβέρνηση συνεργασίας, την οποία επίσης αρνείται το κόμμα σας. Μάλιστα ανακίνησε ένα δίλημμα άλλων εποχών: το «τι Πλαστήρας, τι Παπάγος». Γιατί ούτε ανοχή από το ΚΚΕ σε μια ενδεχόμενη προοδευτική κυβέρνηση;

«Με μορφή ερώτησης, θα μπορούσα να απαντήσω το εξής: Αυτοί που κόπτονται για συνεργασίες και ανοχές, γιατί καταψήφισαν μαζί με τη ΝΔ όλες τις φιλολαϊκές προτάσεις νόμου που κατέθεσε στη Βουλή το ΚΚΕ, λίγες μόνο μέρες πριν την προκήρυξη των εκλογών και μάλιστα χωρίς καν να μπουν στον κόπο να τις συζητήσουν; Δείτε τι κατέγραψε η πρόσφατη εμπειρία. Το 50% των νομοσχεδίων που έφερε η ΝΔ στη Βουλή, υπερψηφίστηκαν από το Σύριζα. Ας ψάξουν άλλους λοιπόν να τους ανεχτούν. Ύστερα πάλι, ανοχή σε τι; Στο ταμείο ανάκαμψης και της πράσινης «ανάπτυξης» στο βωμό του κεφαλαίου, της για άλλη μια φορά θωράκισης των Τραπεζών που ξέρουμε πολύ καλά τι σημαίνει, ή της συμμετοχής της χώρας στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο; Μα αυτές είναι κεφαλαιώδεις διαφωνίες που σηματοδοτούν και αγεφύρωτες διαφορές. Όσον αφορά στο σύνθημα «Τι Παπάγος , τι Πλαστήρας» πέρα από γραφικό είναι και ανιστόρητο με την έννοια της ευθείας ταύτισης καταστάσεων, σε εντελώς διαφορετικές ιστορικές συγκυρίες. Πάλι καλά που δεν ανέσυραν από το φτωχό τους ιδεολογικό οπλοστάσιο και το «τι λάχανα, τι μπρόκολα»».

Με αφορμή τον αποκλεισμό Κασιδιάρη, ένα ερώτημα που επανέρχεται με δραματικό τρόπο είναι: πώς γίνεται μετά από όσα είδαμε με το εγκληματικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής κάποιοι συμπολίτες μας να εμπιστεύονται τις τύχες τους στα χέρια τους…

«Από μια άποψη μοιάζει πραγματικά, απορίας άξιο. Από την άλλη όμως, αν μπούμε στον κόπο να δούμε τι μπορεί να έχει ωθήσει μια μερίδα ψηφοφόρων να στραφεί προς τα εκεί, εύκολα θα μπορούσαμε να δείξουμε και τον αίτιο, αλλά και τις αιτίες. Ξέρετε πολύ καλά, πως ο φασισμός, είναι μια από τις γραμμές άμυνας του καπιταλισμού. Η ιστορία αυτό δείχνει. Δεν ήταν, δεν είναι και ούτε ποτέ μπορεί να είναι αντισυστημικός. Από τα σπλάχνα του καπιταλισμού προέρχεται και αυτόν θέλει με κάθε τρόπο να υπερασπιστεί. Επομένως, ποιοι του άνοιξαν το δρόμο; Ποιοι επώασαν το περιβόητο αυγό του φιδιού;»

Ο Γιάνης Βαρουφάκης διερωτήθηκε προσφάτως «γιατί τέτοιος πόλεμος από το ΚΚΕ, που εμείς τους θεωρούμε συντρόφους». Είστε σε «πόλεμο» με το ΜέΡΑ25;

«Το ΚΚΕ , δεν είναι κόμμα πολεμοχαρές, δε σκιαμαχεί, δεν κατασκευάζει εχθρούς. Η κριτική όμως των θέσεων, των παλινωδιών, των αντιφάσεων, των διακηρύξεων και των πεπραγμένων άλλων κομμάτων που θέλουν μάλιστα να λέγονται και αριστερά, είναι δεδομένη και επιβεβλημένη από τη μεριά του κόμματός μας. Θα είχε ενδιαφέρον να απαντήσει ο κύριος Βαρουφάκης, επί της ουσίας της κριτικής που του ασκείται και να μη καταφεύγει σε τάχα, συναισθηματικού τύπου αντιδράσεις».

Ανήκετε στην γενιά των στρατευμένων καλλιτεχνών, των δημιουργών που μέσα από την μουσική και τον λόγο τους απευθύνθηκαν σε ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας, κυρίως στους νέους ανθρώπους. Επιμένετε να «γυρίζετε τις πλάτες σας στο μέλλον»;

«Σωστά με περιγράφετε και αρκούντως (με την καλή έννοια) κολακευτικά, θα έλεγα. Πάντα αυτή ήταν η επιδίωξή μου. Να συναντηθώ με τις αγωνίες των απλών ανθρώπων, ανάμεσα στους οποίους συμπεριλαμβάνω και τον εαυτό μου, να εκφράσω αυτά που νιώθουν και να μιλήσω κάποιες φορές για λογαριασμό τους. Η όποια αποδοχή μιας μερίδας του κόσμου προς εμένα, αυτό καταδεικνύει. Δεν έχω γραμμωτούς μύες ξέρετε, ούτε μοντέλο τηλεοπτικό είμαι. Έχω δε πάψει προ πολλού, να είμαι πια και «ο νέος τραγουδοποιός απ’ την Καρδίτσα». Όσον αφορά στη ματιά μου για το μέλλον τα πράγματα είναι εντελώς ξεκάθαρα και δεν επιδέχονται παρερμηνείες. Το μέλλον που οραματίζομαι αγαπητέ κύριε Σταυρόπουλε , είναι τόσο φωτεινό, που ούτε με μαύρα γυαλιά δε μπορεί να το κοιτάξει κάποιος κατάματα. Σε εκείνο το μέλλον όμως, που ετοιμάζουν άλλοι για λογαριασμό μας – και είδαμε πολύ καλά τι είδους μέλλον εννοούν, θα εξακολουθώ να του γυρίζω την πλάτη».

Υπήρξαν οι πρόσφατες αγωνιστικές κινητοποιήσεις των καλλιτεχνών που έδειξαν ένα παράδοξο για την εποχή μας στοιχείο αφύπνισης και ενεργοποίησης. Άξιζε τον κόπο;

«Προφανώς και άξιζε τον κόπο και άφησε καλές παρακαταθήκες για το μέλλοντα χρόνο. Επιτρέψτε όμως να πω, πως δεν είναι καθόλου παράδοξο στοιχείο η αφύπνιση και η ενεργοποίηση. Χρόνια τώρα, η κυρίαρχη ιδεολογία, θέλει τον καλλιτέχνη πολιτικά ανενεργό, απόμακρο, αλλόκοσμο. Αυτή η άποψη είναι κατά τη γνώμη μου ιδιαιτέρως επικίνδυνη διότι έχει ως στόχο την αποκοπή του καλλιτέχνη από τον ομφάλιο λώρο, που τον συνδέει με την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Με την καταγωγή του σε τελευταία ανάλυση. Ξέρετε, οι καλλιτέχνες δε γεννιούνται σε πλούσια σαλόνια και βίλες. Εκεί μπορεί να γεννιούνται «φιλότεχνοι» και συλλέκτες κάθε είδους. Η τέχνη είναι γέννημα της ανάγκης και της αγωνίας. Της αγωνίας για το αύριο που έχει ο απλός κόσμος. Αυτό καλείται εκ των πραγμάτων να εκφράζει ο καλλιτέχνης. Ένας σκληρά εργαζόμενος άνθρωπος είναι κι αυτός. Και για να παραφράσω το γνωστό αριστούργημα «Ηθοποιός σημαίνει φως», θα έλεγα πως εκτός από φως, σημαίνει και νερό, τηλέφωνο, κοινόχρηστα, ενοίκιο κλπ. Επομένως, η συνειδητοποίηση των ανθρώπων της τέχνης, της ταξικής τους θέσης και του ρόλου που καλούνται να παίξουν, είναι όχι μόνο καλοδεχούμενη, αλλά και αναγκαία».

Είχε κάνει μεγάλη εντύπωση η πρωτοβουλία του ΚΚΕ να τιμήσει πριν λίγο καιρό τον Σταύρο Ξαρχάκο, έναν καταξιωμένο συνθέτη που δεν συνδέεται πολιτικά με τον χώρο σας. Ο ίδιος είχε μιλήσει για «υπέρβαση που θέλει κότσια». Να αναμένουμε υπερβάσεις και σε πολιτικό επίπεδο;

«Μα αυτό δεν αποτελεί υπέρβαση, αλλά μια ξεκάθαρη και αυτονόητη πολιτική πράξη. Το κόμμα μας δε φοβάται να αναγνωρίσει το έργο των σπουδαίων δημιουργών, ούτε στέκεται συμπλεγματικά απέναντί τους. Δε ζητάει πιστοποιητικά πρότερου έντιμου πολιτικού βίου από τους δημιουργούς. Αξιολογεί το έργο και, όταν αυτό κατατάσσεται εξ αντικειμένου στη σωστή πλευρά της ιστορίας, δεν έχει κανένα λόγο να μην το αναγνωρίσει και να το τιμήσει όπως του αξίζει. Τώρα όσον αφορά σε άλλου είδους πολιτικές υπερβάσεις, θα έλεγα πως το ΚΚΕ, ως κόμμα που έχει τον επιστημονικό σοσιαλισμό ως εργαλείο του, είναι υποχρεωμένο να κάνει διαρκώς συγκεκριμένες αναλύσεις στην εντελώς συγκεκριμένη πραγματικότητα. Αυτό είναι που το καθιστά ζώντα οργανισμό. Οι αρχές του δεν αλλάζουν, η ταξική σκοπιά θεώρησης των πραγμάτων παραμένει σταθερή, η παρακολούθηση όμως της κοινωνικής εξέλιξης είναι καθήκον του και σε αυτό, πιστεύω πως ανταποκρίνεται με επάρκεια. Αν τώρα ο εμπλουτισμός των θέσεών του, αποκαλείται υπέρβαση, τότε νομίζω πως υποτιμούμε και τον όρο υπέρβαση, αλλά και το ρόλο ενός ζωντανού -επαναλαμβάνω- πολιτικού υποκειμένου».