Στην στάση που θα τηρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ επικεντρώνεται το πολιτικό ενδιαφέρον κατά την σημερινή συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής της κυβερνητικής τροπολογίας με την οποία μπαίνει φραγμός στις εγκληματικές οργανώσεις που εμφανίζονται με τον μανδύα των πολιτικών κομμάτων προκειμένου να συμμετέχουν στις εκλογές.

Αν και τα πρώτα δείγματα γραφής δόθηκαν κατά την συζήτηση στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή από τον εισηγητή του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Τζανακόπουλο, ο οποίος δήλωσε ότι αν δεν υπάρξουν βελτιώσεις τουλάχιστον στο πνεύμα της προτάσεων Αλιβιζάτου-Κοντιάδη, τότε «δεν μπορούμε να την υπερψηφίσουμε», ωστόσο μένει ακόμα ανοιχτό το «παράθυρο» εξεύρεσης κοινού τόπου ώστε να δοθεί ηχηρό μήνυμα προάσπισης της Δημοκρατίας και της συνταγματικής τάξης.

Παράθυρο για βελτιώσεις «της τελευταίας στιγμής»

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης απηύθυνε χθες πρόσκληση προς τις πολιτικές δυνάμεις για την μέγιστη δυνατή διακομματική συναίνεση, ενώ ταυτόχρονα εμφανίστηκε ανοιχτός σε «σημειακές βελτιώσεις» και τροποποιήσεις που θα διευκολύνουν τα κόμματα, ώστε, όπως είπε, «να ψηφιστεί αν είναι εφικτό και από τους 300 βουλευτές».

Η κυβέρνηση, λοιπόν, προσέρχεται στην συζήτηση αυτή εμμένοντας στην διάταξη που έχει καταθέσει αλλά αφήνοντας παράλληλα ανοιχτά τα περιθώρια για βελτιώσεις «της τελευταίας στιγμής» που θα φέρουν τα κόμματα πιο κοντά σε συμφωνία.

«Συνταγματική η τροπολογία»

Το ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ αναμένεται να υποβάλλει σχετικές τροποποιητικές προτάσεις, στο πλαίσιο και της γνωμοδότησης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής η οποία δόθηκε χθες βράδυ στην δημοσιότητα και έκρινε συνταγματικό το θεσμικό «μπλόκο» στο κόμμα Κασιδιάρη θέτοντας προτείνοντας επιμέρους διευκρινήσεις.

Συγκεκριμένα, η Επιστημονική Υπηρεσία κρίνει ότι: «(…)ευνόητο είναι ότι ο Άρειος Πάγος δεν καλείται να εκφέρει θετική κρίση περιέχουσα αξιολογήσεις ανήκουσες στην ελεύθερη δημόσια σφαίρα, προκειμένου να διαπιστώσει αν πολιτικό κόμμα εξυπηρετεί το δημοκρατικό πολίτευμα, αλλά αν σε συγκεκριμένη περίπτωση συντρέχουν λόγοι, αναγόμενοι στη δράση προσώπων που έχουν καταδικασθεί για τα ανωτέρω αδικήματα και στις αντίστοιχες ποινές, βάσει των οποίων συνάγεται ότι η δράση πολιτικού κόμματος υπονομεύει ή αντιστρατεύεται την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος και, επομένως, δεν είναι συμβατή με αυτή», σημείο, το οποίο, σύμφωνα με την γνωμοδότηση «χρήζει ανάλογης αποτύπωσης στο κείμενο του νόμου, ενόψει οριοθέτησης της σχετικής δικανικής κρίσης».

Ακόμα, διαπιστώνει ότι: «Το κρίσιμο στοιχείο δεν είναι η προσωπική απαξία όσων έχουν διαπράξει τα ως άνω εγκλήματα και έχουν καταδικασθεί για αυτά, αλλά το ότι πολιτικά κόμματα καταρτίζουν διά των εν λόγω προσώπων ή περιλαμβάνουν στους συνδυασμούς τους πρόσωπα που καλούνται, εκλεγόμενα, ενώ έχουν καταδικασθεί για εγκλήματα με πολιτειακή απαξία, να συμπράξουν στη λειτουργία του πολιτεύματος». Επομένως, «η καταδίκη τους για αδικήματα με πολιτειακή απαξία, και στις ως άνω ποινές, θεμελιώνει ενδεχόμενη κρίση του Δικαστηρίου περί εναντίωσης πολιτικού κόμματος στην ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος».

Και συστήνεται ότι «στο πλαίσιο αυτό θα έπρεπε και να επιβεβαιωθεί ο κατάλογος των εν λόγω εγκλημάτων ως εγκλημάτων ενεχόντων πολιτειακή απαξία». Επίσης, η Επιστημονική Υπηρεσία επισημαίνει ότι «τα χρονικά όρια εντός των οποίων ενεργεί το Δικαστήριο είναι ιδιαιτέρως στενά, αν όχι ασφυκτικά» και «κατά συνέπεια, θα έπρεπε, υπό το φως της νέας ρύθμισης, να διευρυνθούν τόσο προς διευκόλυνση των κομμάτων όσο και, κυρίως, της δικανικής κρίσης».

Ο στόχος Μητσοτάκη

Διακηρυγμένος στόχος του κ. Μητσοτάκη είναι «να ψηφιστεί από όσο το δυνατόν περισσότερα κόμματα», καθώς η ρύθμιση αυτή αφορά την προστασία της Δημοκρατίας από πρόσωπα και οργανώσεις που φορούν τον μανδύα των πολιτικών κομμάτων και όχι τον αποκλεισμό των ιδεών.

«Το Σύνταγμα επιτάσσει την απρόσκοπτη δημοκρατική λειτουργία, εμποδίζοντας συμμορίες να μεταμφιέζονται σε πολιτικούς φορείς», σημείωνε χθες, δηλώνοντας ότι η καθολική αποδοχή της τροπολογίας «θα έστελνε ηχηρό μήνυμα ότι δεν χωρούν κομματικές διαφορές» σε τέτοια θέματα.

Το ζητούμενο είναι πλέον εάν υπάρχουν πράγματι περιθώρια σύγκλισης τουλάχιστον με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης το οποίο παρά τις ενστάσεις του δηλώνει όλες αυτές τις μέρες ότι προσέρχεται όχι με διάθεση σύγκρουσης.

Η στάση των κομμάτων

Για αυτό άλλωστε ο κ. Τσίπρας εξαίρεσε από την «λευκή απεργία» που κήρυξε στις ψηφοφορίες των κυβερνητικών νομοσχεδίων την επίμαχη ρύθμιση, ενώ στελέχη του διαμηνύουν ότι επιθυμούν την ευρύτερη δυνατή σύγκλιση και την εξεύρεση κοινού τόπου, θέτοντας ως πλαίσιο είτε την πρόταση που προβάλλει ο ΣΥΡΙΖΑ (με ρητή αναφορά σε νεοναζιστικά και ρατσιστικά μορφώματα) είτε την πρόταση Αλιβιζάτου – Κοντιάδη που επικαλέστηκε ο κ. Τζανακόπουλος στην επιτροπή και βάσει της οποίας: θα πρέπει να προβλέπεται πως αν ένα κόμμα επιλέξει να καταθέσει ψηφοδέλτιο στο οποίο υπάρχει υποψήφιος που έχει καταδικαστεί για αδικήματα 187 και 187Α (εγκληματική οργάνωση και τρομοκρατικές πράξεις αντίστοιχα) τότε είτε ο υποψήφιος να απαγορευτεί να κατέβει στις εκλογές είτε ο Άρειος Πάγος να απαγορεύσει την κατάρτιση συνδυασμού.

«Αν επιλεγεί τέτοια λύση εμείς είμαστε σε διάθεση να την συζητήσουμε», σημείωσε ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ. Στην κυβερνητική τροπολογία διευκρινίζονται όσα έχουν να κάνουν με την «πραγματική ηγεσία» πίσω από τα κόμματα τύπου Κασιδιάρη.

«θα ήταν ευχής έργον η αξιωματική αντιπολίτευση να μπορέσει να συνταχθεί ή, εν πάση περιπτώσει, να βρούμε μια κοινή ζώνη στην οποία να μπορούμε να προσγειωθούμε», έχει δηλώσει ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, ωστόσο στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν ότι ως έχει η ρύθμιση δεν αποτελεί βάση σύγκλισης, καθώς, όπως υποστηρίζεται, επιτρέπει «το επικίνδυνο ξεχείλωμα αρμοδιοτήτων του Αρείου Πάγου και τον κίνδυνο επέκτασης (της απαγόρευσης) και σε άλλα κόμματα».

Ο υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης αποσαφήνισε μιλώντας στην επιτροπή αναφορικά με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για ρητή αναφορά σε νεοναζιστικά και ρατσιστικά μορφώματα, ότι «δεν θα μπορούσαμε να βάλουμε ιδεολογικό ή φασιστικό κίνητρο καθώς εκεί θα παραβιάζαμε το πνεύμα του συντακτικού νομοθέτη του 1975 και θα βάζαμε δύσκολη άσκηση στον Άρειο Πάγο», διευκρινίζοντας πως «δεν αποστερούμε πολιτικά δικαιώματα, απλώς περιορίζουμε ένα κόμμα το οποίο κάνει την επιλογή να έχει στην ηγεσία του καταδικασμένο για εγκληματική οργάνωση».

Έτσι, ως προς το σκέλος αυτό, η κυβέρνηση δεν αφήνει περιθώρια συμφωνίας. Άρα μένει το σκέλος της πρότασης Αλιβιζάτου επί του οποίου μένει να φανεί αν θα υπάρξουν τυχόν μετατοπίσεις ώστε να καταστεί εφικτή η σύγκλιση.

Το ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ κινείται προς την ψήφιση της ρύθμισης –αφού δει και τις επισημάνσεις της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής- ενώ προς την κατεύθυνση αυτή φαίνεται να κινείται και τη Ελληνική Λύση.

Το ΚΚΕ διατυπώνει σοβαρές διαφωνίες και όπως είπε στην επιτροπή ο βουλευτής του κόμματος Γιάννης Δελής «εισάγονται επικίνδυνες γενικεύσεις σε καταδίκες και αδικήματα» κάτω από τις οποίες «μπορούν να στεγαστούν θεωρίες δυο άκρων που οδηγούν στην εξίσωση του φασισμού με την ριζοσπαστική – κομμουνιστική δράση», ενώ και το ΜέΡΑ25 τοποθετείται αρνητικά, θεωρώντας ότι με την ρύθμιση αυτή ηρωοποιείται ο Κασιδιάρης.

Εξώδικο Κασιδιάρη στον Τασούλα – «Αποκαλύφθηκε ο επικεφαλής του μορφώματος»

Σημειώνεται ότι ο Ηλίας Κασιδιάρης έσπευσε εν όψει της σημερινής ψηφοφορίας να στείλει εξώδικη διαμαρτυρία στον Πρόεδρο της Βουλής Κώστα Τασούλα, υποστηρίζοντας ότι η τροπολογία «θεσπίζει ανεπίτρεπτους περιορισμούς και νοθεύει το δημοκρατικό πολίτευμα» και ότι το κόμμα του «είναι προσηλωμένο στα δημοκρατικά ιδεώδη, παρά τη συνεχιζόμενη κυβερνητική προπαγάνδα και τις ύβρεις περί δήθεν ναζιστικού κόμματος».

Με το εξώδικο, ωστόσο, «επιβεβαιώνει ότι είναι ο πραγματικός επικεφαλής του “Εθνικού Κόμματος- Έλληνες”», σχολίαζαν αρμόδιοι κοινοβουλευτικοί κύκλοι.