Έχω γράψει και άλλες φορές τα τελευταία χρόνια για την φυγή των Γιατρών από την χώρα μας γιατί το θεωρώ απώλεια κοινωνικού θησαυρού. Μέσα στις 600.000 νέων ανθρώπων που γράφεται πως έφυγαν την τελευταία δεκαετία, είναι και οι νέοι γιατροί μας που το ποσοστό αυξάνεται και πλησιάζει το 50% των πτυχιούχων από τις 7 Ιατρικές Σχολές μας αμέσως ή λίγο μετά από την λήψη του πτυχίου τους. Και είναι κυρίως αυτοί που έχουν τη διάθεση να προσπαθήσουν εφόσον δεν έχουν προσωπικά κωλύματα. Θα έλεγε κανείς σαν πρώτη και εύλογη αιτία τα οικονομικά προβλήματα της χώρας τα τελευταία χρόνια. Είναι όμως αιτία και πιο ειδικοί λόγοι που θα μπορούσαν σίγουρα να είχαν αντιμετωπισθεί γιατί δεν θέλουν ειδικές δαπάνες και για αυτό τα ξαναγράφω. Έχουν σχέση με τις διαδικασίες εκπαίδευσής τους κατά την φάση της ειδικότητας και τις προοπτικές του μέλλοντος τους. Από αμέτρητες συζητήσεις με τους επί δεκαετίες μαθητές μου που φεύγουν, δεν επιστρέφουν ή σκέφτονται την επιστροφή, φαίνεται πως οι λόγοι είναι οι παρακάτω:

1. Διαδικασία εισόδου στην ειδικότητα. Ισχύει ακόμη το απαρχαιωμένο σύστημα της λίστας αναμονής που δεν υπάρχει σε καμία οργανωμένη χώρα ούτε για άλλους χώρους εκπαίδευσης ή εργασίας στη χώρα μας. Ακόμη και τώρα που έφυγαν τόσες χιλιάδες, για αρκετές ειδικότητες υπάρχει αναμονή μερικών ετών. Στον σύγχρονο κόσμο υπάρχουν διαφανείς και νόμιμες διαδικασίες επιλογής που είναι και κοινωνικά σωστό και έχει κι εδώ προταθεί από χρόνια. Αυτός που έχει κοπιάσει για να ανταπεξέλθει σε τέτοια διαδικασία, πρέπει να έχει το δικαίωμα να αρχίσει άμεσα τη συνέχιση της εκπαίδευσής του σε όποιο νοσοκομείο θωρεί κατάλληλο για αυτόν (η φάση της ειδικότητας είναι πλέον η κύρια φάση της εκπαίδευσης των γιατρών). Η ευθύνη ανήκει στο Υπουργείο Υγείας που έχει την θεσμική δικαιοδοσία. Πρέπει όμως να σημειωθεί πως και οι Διοικήσεις των Ιατρικών Σχολών δεν ανταποκρίθηκαν όταν το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας (ΚΕΣΥ) ζήτησε την άποψη τους για το πρόβλημα. Πιέσθηκαν από τους Φοιτητές που είχαν ακόμα ψήφο για την εκλογή Οργάνων Διοίκησης στα Πανεπιστήμια. Οι Φοιτητές βέβαια είχαν το ελαφρυντικό της δυσκολίας κατανόησης του θέματος σε εκείνη την φάση της ηλικίας. Γενικά το κατάλαβαν αργότερα όταν είδαν την πραγματικότητα έξω από το προαύλιο της Σχολής τους. Για τους Δασκάλους όμως δεν υπάρχει παρόμοια δικαιολογία. Το ίδιο ισχύει και για τους Ιατρικούς Συλλόγους και τις Ενώσεις των Γιατρών που έχουν μείνει παρατηρητές!….Η Υπουργός Υγείας κα.Γκάγκα που είναι και Γιατρός δήλωσε πρόσφατα σε εφημερίδα πως θα ασχοληθεί με το θέμα αλλά δηλώσεις έχουν γίνει πολλές φορές επί 20 χρόνια!…

2. Η Εκπαίδευση των Γιατρών στη φάση της Ειδικότητας. Ο Γιατρός στη φάση αυτή δεν εκπαιδεύεται μόνο με το να εξετάζει ασθενείς, να μελετάει και να συμμετέχει σε διάφορες πράξεις (από εγχειρήσεις μέχρι εργαστηριακές τεχνικές). Το 70% περίπου των ειδικοτήτων έχουν πράξεις που πρέπει στην πορεία των ετών της ειδίκευσης σταδιακά να εκτελεσθούν από τους ειδικευόμενους με την άμεση καθοδήγηση και βοήθεια των δασκάλων τους (ειδικευμένων γιατρών) απ’ αρχής μέχρι τέλους. Γιατί τελειώνοντας την ειδικότητα θα τα αναλαμβάνει μόνος του. Αυτά ορίζονται και αριθμητικά ή με ποσοστά και καταγράφονται στο βιβλίο εκπαίδευσης (Log.book). Άρχισε έτσι διεθνώς πριν από έναν αιώνα και ισχύει σε όλα τα οργανωμένα συστήματα Υγείας. Η θεσμική αρμοδιότητα ανήκει στο Υπουργείο Υγείας που είναι υπεύθυνο για την ειδικότητα. Εδώ έχει συμβεί και κάτι απίστευτο και ειρωνικό. Πριν τελειώσει η θητεία της προηγούμενης Κυβέρνησης το Υπουργείο Υγείας συνέταξε Log Book (έστω και μη μελετημένο καλά) για 3 από τις 40 περίπου ειδικότητες και γράφτηκαν ΦΕΚ. Και παρότι ο Πρόεδρος του ΚΕΣΥ και σημερινός βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Καθηγητής Ιατρικής, έμεινε στη θέση για ένα ακόμη χρόνο, δεν υπήρξε συνέχεια για τις άλλες. Τα δε σχετικά ΦΕΚ δεν στάλθηκαν στα Νοσοκομεία και τους άλλους αρμόδιους φορείς και φυσικά δεν υλοποιήθηκε τίποτε και ούτε η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου έχει ασχοληθεί με αυτό. Οι ειδικευόμενοι είτε άνδρες είτε γυναίκες εναπόκεινται στην διάθεση και τη νοοτροπία των δασκάλων τους για να εκτελέσουν π.χ. μία εγχείρηση παρότι αυτά είναι στις άλλες χώρες κατοχυρωμένα σαν «Δικαίωμα των εκπαιδευόμενων-Υποχρέωση των Εκπαιδευτών».
Εδώ πρέπει να σημειωθεί πως για τα θέματα 1 και 2 (Νόμος για την Ειδικότητα) η Επιτροπή Εκπαίδευσης του ΚΕΣΥ υπό την Προεδρεία του Καθηγητή Ηλία Λαμπίρη με την συμμετοχή και συμβολή του Δ.Σ. των 37 τότε ειδικοτήτων της Ιατρικής, μετά από προσπάθειες 7 περίπου ετών κατατίθεται το 2003 Σχέδιο Νόμου που έγινε δεκτό από τον Υπουργό Υγείας, με εκτεταμένη εισηγητική αιτιολόγηση σύμφωνα με τα διεθνή δεδομένα αλλά και πραγματικότητες της χώρας μας, δεν αμφισβητήθηκε από κανένα φορέα ή άτομα δημοσίως, ούτε φτιάχτηκε κάτι πιο σύγχρονο, όμως δεν πήγε ποτέ στη Βουλή. Το γιατί μπορεί να απαντήσουν μόνο οι Υπουργοί Υγείας από τότε μέχρι σήμερα που οι περισσότεροι ήσαν Γιατροί. Η μη αιτιολογημένη απάντηση έδωσε αφορμή για συζητήσεις πως πιέσθηκαν από διάφορες ομάδες ανθρώπων του χώρου για διάφορους λόγους που όμως ποτέ δεν δημοσιοποιήθηκαν. Η αρκετά λεπτομερής γνώση μου για τα παραπάνω θέματα οφείλεται στο γεγονός ότι στην Επιτροπή του ΚΕΣΥ που ανέφερα, συμμετείχα για 5 χρόνια.

3. Εξειδικεύσεις στην Ιατρική. Η Εξέλιξη της Ιατρικής οδήγησε για πολλές ειδικότητες όπως χαρακτηριστικά στη χειρουργική, Καρδιολογία, Ακτινολογία να είναι ανάγκη η εξειδίκευση των γιατρών σε ειδικούς Τομείς, ειδικά αν πρόκειται να εργασθούν σε μεγάλα νοσοκομεία. Η διάρκεια είναι 1-2 χρόνια μετά την κύρια ειδικότητα. Είναι μια πραγματικότητα διεθνώς. Στη χώρα μας έχουμε τουλάχιστον 20 νοσοκομεία που έχουν την υποδομή και τους ειδικούς γιατρούς να παρέχουν αυτή την δυνατότητα. Έχουν γίνει προσπάθειες με εισηγήσεις στο Υπουργείο Υγείας (συμμετείχα σε μία για τη Χειρουργική Ογκολογία αφού έχουμε 4 μεγάλα ογκολογικά νοσοκομεία, με ?αρχική αποδοχή και τελική αδράνεια). Έχουν γίνει μέχρι σήμερα πραγματικότητα για 3-4 εξειδικεύσεις στο χώρο της Παθολογίας. Για όλες τις άλλες, οι νέοι γιατροί μας, αν το επιθυμούν, πρέπει να πάνε σε άλλες χώρες με πιθανό ενδεχόμενο τη μη επιστροφή και σε αυτή τη φάση (αναλυτικά έχω γράψει στο περιοδικό του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών).

4. Πρόσληψη και Εξέλιξη στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας. Είναι γνωστό πως τα τελευταία 10 χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης, οι προσλήψεις σε οργανικές θέσεις των νοσοκομείων είναι πολύ λίγες. Όμως πέραν από αυτό είναι γεγονός πως από 15 και πλέον χρόνια, με ευθύνη του Υπουργείου Υγείας επί όλων των Κυβερνήσεων, τα κριτήρια πρόσληψης και εξέλιξης των γιατρών στο δημόσιο δεν είναι όπως στον υπόλοιπο κόσμο (και όπως το απαιτεί η εξέλιξη της Ιατρικής). Στο ΕΣΥ έχουν καθιερωθεί κριτήρια με έμφαση στην προϋπηρεσία στο σύστημα, ακόμη και σε Πρωτοβάθμιο επίπεδο (Κέντρα Υγείας) και όχι της Μετεκπαίδευσης και της Εξειδίκευσης στους σύγχρονους Τομείς . Και βέβαια έγινε αυτό για να δικαιωθεί η εργασία στο ΕΣΥ που υπό συνθήκες πολύ δύσκολες καλύπτει τις καθημερινές ανάγκες λειτουργίας των νοσοκομείων όπως φάνηκε και στη διάρκεια της πρόσφατης πανδημίας, που έδωσαν όλοι την ψυχή τους. Όμως και αυτοί που έρχονται από άλλες χώρες με μετεκπαίδευση και εξειδικεύσεις, έχουν και αυτοί κοπιάσει και φυσικά έχουν να φέρουν στους χώρους μας την εξέλιξη της Ιατρικής και το αύριο. Πρέπει να υπάρχει χώρος για όλους δίκαια και αξιοκρατικά. Επί Υπουργίας του αείμνηστου Καθηγητή Κ.Στεφανή λειτούργησε μία Επιτροπή του Υπουργείου Υγείας με Πρόεδρο τον Καθηγητή Δ.Λουκόπουλο (το γνωρίζω γιατί συμμετείχα) με συναδέλφους από όλους τους χώρους και κατέθεσε ένα σχέδιο στο παραπάνω πνεύμα. Όμως για λόγους που δεν έχουν γνωστοποιηθεί, αυτό δεν είχε καμία τύχη. Πιστεύω πως με πνεύμα κατανόησης όλων, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η προϋπηρεσία και η συμβολή του καθενός ούτε όμως να έχουμε φρένο στις εξελίξεις που έρχονται για τη νοσοκομειακή Ιατρική. Αυτοί που θέλουν να επιστρέψουν στη χώρα, έχουν κύριο προσανατολισμό το Δημόσιο γιατί και στο Ιδιωτικό Τομέα τα πράγματα δεν είναι ρόδινα για κάποιον που θα κάνει αρχή.

5. Αναξιοκρατία –Οικογενειοκρατία. Στη σημερινή ηλεκτρονική-διαδικτυακή πραγματικότητα πολλές διαδικασίες γίνονται εκ των πραγμάτων διαφανείς όπως π.χ. τα βιογραφικά των υποψηφίων σε πολλές περιπτώσεις είναι εύκολα προσβάσιμα. Εκτός από αυτό πολλά άρθρα σε εφημερίδες από πρόσωπα πολιτικά ή του ακαδημαϊκού χώρου έχουν παρουσιάσει από χρόνια την αναξιοκρατία και οικογενειοκρατία σαν θλιβερή εικόνα της κοινωνίας μας (Μ.Γιαννακου, Θ.Βερεμης,Χ.Μουτσόπουλος) και πολύ πρόσφατα Υπουργοί Παιδείας των τελευταίων χρόνων (Α.Διαμαντόπουλου, Ι.Συρίγος, Ιουλιος 2022). Για τα Πανεπιστήμια γράφτηκαν τόσα πολλά τελευταία με αφορμή το Νόμο της Παιδείας που δεν χρειάζεται να γραφτούν άλλα. Οι νέοι γιατροί λοιπόν γνωρίζουν και αυτό που σε προηγούμενες γενιές δεν ήταν εύκολο. Εγώ για αυτό το πρόβλημα συνηθίζω να προσθέτω, για να είμαι δίκαιος, πως υπάρχουν και συνάδελφοι με γνωστά επώνυμα που όμως προχώρησαν με τον κόπο τους και έργο τους, αξιοποιώντας της ευνοϊκές τους συνθήκες. Για ‘‘να μην καίγονται και τα χλωρά μαζί με τα ξερά’’. Όμως η συνολική εικόνα δεν αλλάζει. Έτσι αμφιβάλουν αν ο κόπος τους και το έργο τους θα αξιολογηθούν σε μία υποψηφιότητα για εργασία ή αν θα προτιμηθούν οι άνθρωποι του Συστήματος και είναι πρόσθετος λόγος να μη επιστρέφουν έστω και αν το επιθυμούν αφού εδώ είναι ο τόπος τους.

Όλα τα παραπάνω οδηγούν τους νέους γιατρούς το δράμα σε φυγή και τους αποτρέπουν να επιστρέφουν. Η ανάγκη για διάρθρωση είναι επιτακτική. Και επειδή οι αλλαγές που χρειάζονται δεν απαιτούν δαπάνες, δεν έχουν καμία δικαιολογία οι Υπουργοί και άλλοι θεσμικοί φορείς να υποτιμούν το ?για άλλα προσωπικά ενδιαφέροντα.

*Διονύσης Κ. Βώρος, Ομότιμος Καθηγητής Χειρουργικής Πανεπιστημίου Αθηνών