Σε απάντηση της συνέντευξης του Κώστα Φωτάκη που δημοσιεύτηκε στο Βήμα της 26ης Ιουνίου ο καθηγητής Σπύρος Αρταβάνης-Τσάκωνας έστειλε την ακόλουθη επιστολή:

Κύριε Διευθυντά,

Διάβασα με ενδιαφέρον την συνέντευξη του αγαπητού φίλου και συναδέλφου Κώστα Φωτάκη , στο Βήμα της Κυριακής, του οποίου η συνεισφορά στην Ελληνική Ερευνα με την ίδρυση του ΕΛΙΔΕΚ κατά διάρκεια της υπουργικής θητείας του είναι τεράστια. Η δημόσια κριτική και η συζήτηση είναι πάντα ευπρόσδεκτες, ιδιαίτερα από ανθρώπους που έχουν βαθιά γνώση της Έρευνας. Η επιθυμία αναβάθμισης της Ελληνικής ερευνητικής κοινότητας είναι κοινός παρονομαστής για όλους μας.

Μια διόρθωση στην κριτική του κ. Φωτάκη ότι το ΕΣΕΤΕΚ έμεινε αδιάφορο στο σχέδιο νόμου Κεραμέως: στην ιστοσελίδα μας θα διαπιστώσετε ότι έχουμε προφανώς γνώμη για τα όσα συμπεριλαμβάνονται, η αγνοούνται, στο νόμο όσον αφορά την Έρευνα. Σημειώνω ότι το ΕΣΕΤΕΚ δεν είχε συμπεριληφθεί σε κανένα σταδιο του σχεδιασμού του νόμου. Είδαμε το σχέδιο νόμου post facto και προσπαθήσαμε να κάνουμε το δυνατον, μεσα σε πολύ περιορισμένα χρονικά περιθώρια. Κατά πολύ, αυτό είναι και αποτέλεσμα του άνευ ουσιαστικού λόγου διαχωρισμού της Ελληνικής ερευνας σε δυο διαφορετικά υπουργεία. Είναι καιρός να καταλάβουμε ότι η Έρευνα, η Καινοτομία, αλλα και η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση αποτελούν σήμερα ένα ενιαίο σύνολο.

Η συνέντευξη αναφέρεται στην πρόταση που καταθέσαμε με ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στην Καθημερνή ( ) για την ίδρυση Εθνικού Φορέα Έρευνας. Το όραμα για τον φορέα αυτό είναι η χάραξη μιας ερευνητικής στρατηγικής, ο συντονισμός ερευνητικων δραστηριοτήτων, η αξιολόγηση, η χρηματοδότηση, και η εποπτεία των ερευνητικών έργων. Σημερα δεν υπάρχει ουσιαστικός συντονισμός μεταξύ υπουργείων που διαχειρίζονται και μοιράζουν τους λίγους πόρους που έχουμε, με αποτέλεσμα έναν σπάταλο κατακερματισμό, τόσο χρηματικό όσο και πνευματικό. Είναι αυτονόητο ότι περισσότερα δημόσια κονδυλια για την Έρευνα είναι κάτι πολύ επιθυμητό. Επιμένω όμως, μετά την δεκαοκτάμηνη εμπειρία μου ως πρόεδρος του ΕΣΕΤΕΚ, ότι αυτό δεν είναι το μόνο πρόβλημα που μας καταδικάζει στο να μην είμαστε , γενικά, διεθνώς ανταγωνιστικοί.

Σκιαγραφήσαμε τις αρμοδιότητες ενός φορέα έρευνας, ισχυριζόμενοι μάλιστα ότι ένα υπουργείο Έρευνας, Τεχνολογίας, και Καινοτομίας θα ήταν ίσως μια καλή λύση που θα συγκέντρωνε αρμοδιότητες και κεφάλαια που είναι σήμερα διασκορπισμένα σε διάφορα υπουργεία. Φαντάζομαι ότι είναι προφανές ότι σε ένα σύντομο άρθρο δεν είναι δυνατόν να περιγράψουμε ουσιαστικές λεπτομέρειες και λύσεις για την υλοποίηση μιας τέτοιας ριζοσπαστικής πρότασης. Εάν όμως δεν προχωρήσουμε πια σε ριζοσπαστικές αλλαγές δεν θεραπεύουμε τίποτα, απλά βάζουμε …τσιρωτα. Γι’ αυτό η συζήτηση και η κριτική είναι απαραίτητες.

Κλείνω αναφέροντας ότι ένας «ενιαίος χώρος» έρευνας πρέπει να διοικείται από μια ομάδα που θα εναλλάσσεται και θα αποτελείται από καταξιωμένους επιστήμονες. Η ομάδα αυτή δεν πρέπει να άγεται και να φέρεται από κυβερνητικές αλλαγές και, θα τολμούσα να πω, πολιτικές ιδεολογίες. Στο τέλος ένα μετράει : η ποιότητα της έρευνας. Από την μακριά πανεπιστημιακή και ερευνητική μου εμπειρία, γνωρίζω ότι ένας/μια ακαδημαϊκός μπορεί αναμφίβολα να έχει σωστή γνώμη πέραν στενών ερευνητικών ενδιαφερόντων και να συμβάλλει ουσιαστικά σε μια εθνική στρατηγική και διοίκηση Έρευνας.

Όσο περί «σοφών» από το εξωτερικό, δηλαδή «κουτόφραγκων» , είναι ένα παλιό ρεφραίν που το αφήνω -για ευνόητους λόγους- ασχολίαστο, Κώστα μου!

Σπύρος Αρταβάνης-Τσάκωνας

Professor Em. of Cell Biology Harvard Medical School Professeur honoraire au Collège de France President, Fondation Santé

Πρόεδρος ΕΣΕΤΕΚ