Παρά τη σημαντική πρόοδο τα τελευταία χρόνια όσον αφορά την ηλεκτρονική διακυβέρνηση (δηλαδή φιλικές και χρήσιμες ψηφιακές υπηρεσίες προς πολίτες και επιχειρήσεις), στον ευρωπαϊκό δείκτη ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας (DESI) η χώρα μας δυστυχώς κατατάσσεται μόλις στη 25η θέση των 27 κρατών-μελών της ΕΕ. Ο δείκτης αποτελείται από πέντε υπο-δείκτες: συνδεσιμότητα, ανθρώπινο κεφάλαιο, χρήση διαδικτυακών υπηρεσιών, ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες.

Στον υπο-δείκτη «ενσωμάτωση της ψηφιακής τεχνολογίας» που καταγράφει την ψηφιοποίηση των επιχειρήσεων βρισκόμαστε σε καλύτερη κατάσταση αλλά και πάλι μόλις στην 22η θέση, αρκετά μακριά από τον μέσο όρο.

Το πρόβλημα είναι όμως ότι οι περισσότερες από αυτές τις μελέτες αγνοούν τις μικρές επιχειρήσεις κάτω των 50 ατόμων, που στην Ελλάδα αντιπροσωπεύουν το 99% σε αριθμό επιχειρήσεων και το 83% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα.

Αρα παρότι μέχρι στιγμής συμμετέχουν πολύ περιορισμένα στις εξαγωγές και συμβάλλουν μόνο κατά 40% στη συνολική προστιθέμενη αξία για την εθνική οικονομία, θα πρέπει να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητά τους. Η σωστή αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών είναι μια από τις βασικές λύσεις για αύξηση της ανταγωνιστικότητάς τους.

Βέβαια είναι ουτοπικό να απαιτούμε τον οργανωμένο ψηφιακό μετασχηματισμό που μπορούν να υλοποιήσουν μεγάλες εταιρείες και αφορά την αξιοποίηση προχωρημένων ψηφιακών τεχνολογιών στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης επιχειρηματικής τους στρατηγικής για μετασχηματισμό των διαδικασιών, της εμπειρίας των πελατών και του ίδιου του επιχειρηματικού μοντέλου.

Το ζητούμενο είναι με τα περιορισμένα μέσα και πόρους που έχουν οι μικρές επιχειρήσεις να μπορέσουν να αξιοποιήσουν τις ψηφιακές τεχνολογίες και συστήματα προς όφελος δικό τους αλλά και της εθνικής οικονομίας. Αυτό ακριβώς εξετάζει η μελέτη που εκπόνησε το Εργαστήριο Ηλεκτρονικού Εμπορίου (ELTRUN) του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών για λογαριασμό της COSMOTE.

Η πανδημία σίγουρα βοήθησε την ψηφιακή αναβάθμιση, γιατί ώθησε (κάπως βίαια) σε σύντομο χρονικό διάστημα την πλειοψηφία των μικρών επιχειρήσεων να λειτουργήσουν σε ένα ψηφιακό περιβάλλον ιδιαίτερα αναβαθμισμένο για να ξεπεράσουν τα προβλήματα του lockdown. Συγκεκριμένα το 50% αξιοποίησαν την Τηλεργασία για να υλοποιήσουν την εργασία από απόσταση, το 62% χρησιμοποίησαν εργαλεία τηλεδιάσκεψης για την απρόσκοπτη συνεργασία από απόσταση με τους επιχειρηματικούς συνεργάτες, το 48% αξιοποίησαν τις ψηφιακές καμπάνιες για να προωθήσουν πιο αποτελεσματικά τα προϊόντα/υπηρεσίες στους καταναλωτές ενώ το 24% έκαναν πωλήσεις μέσω ηλεκτρονικού εμπορίου δημιουργώντας ένα συμπληρωματικό κανάλι διανομής.

Το σημαντικότερο όμως είναι ότι 7 στις 10 επιχειρήσεις θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν αυτές τις τεχνολογίες και στο μέλλον.

Οι ΜμΕ επιχειρήσεις ανέφεραν ένα πλήθος επιχειρηματικών ωφελειών από τη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα: από την ομαλή καθημερινή λειτουργία μέχρι την υψηλή παραγωγικότητα, από τον σωστό έλεγχο των πόρων μέχρι το αποδοτικό μάνατζμεντ της εταιρείας, από την αύξηση των πωλήσεων μέχρι τη διαχείριση των σχέσεων με τους πελάτες, από τη μείωση του κόστους μέχρι τη σωστή λήψη αποφάσεων.

Είναι ξεκάθαρο από τα ευρήματα ότι όσο πιο προχωρημένη είναι η ψηφιακή ετοιμότητα μιας ΜμΕ τόσο μεγαλύτερα είναι τα επιχειρηματικά οφέλη που αποκομίζει λόγω των τεχνολογιών, και μάλιστα σε όλο τα φάσμα των ωφελειών.

Ενα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό των μικρών επιχειρήσεων είναι ότι εύκολα μπορούν να ποσοτικοποιήσουν τα οφέλη, λόγω των λιτών δομών τους και περιορισμένων πόρων που διαχειρίζονται. Μάλιστα από το 64% των ΜμΕ που δήλωσαν ότι είχαν ικανοποιητική αύξηση πωλήσεων από τις ψηφιακές τεχνολογίες, το 29% διαπιστώνουν αυξήσεις ακόμα και πάνω από 20%, ενώ από το 59% των ΜμΕ που δήλωσαν ότι είχαν ικανοποιητική μείωση κόστους από τις ψηφιακές τεχνολογίες, το 16% διαπιστώνουν μειώσεις ακόμα και πάνω από 20%.

Παρά την πρόοδο, 1 στις 2 ΜμΕ βρίσκονται ακόμη στα πολύ αρχικά στάδια της ψηφιακής ωριμότητας, με ελάχιστη αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών. Στα προβλήματα υιοθέτησης των ψηφιακών τεχνολογιών οι ΜμΕ αναφέρουν: 5 στις 10 έλλειψη ενημέρωσης, 4 στις 10 έλλειψη χρηματικών πόρων, 4 στις 10 μειωμένες ψηφιακές δεξιότητες και 4 στις 10 ελλιπή υποστήριξη από τους προμηθευτές τεχνολογικών λύσεων.

Αρα είναι αναγκαίο η πολιτεία, οι κλαδικοί φορείς και οι τεχνολογικοί προμηθευτές να εξειδικεύσουν δράσεις υποστήριξης με μαζικούς αποδέκτες τις μικρές επιχειρήσεις, ειδικά με λιγότερο από 10 άτομα προσωπικό όπου εμφανίζονται και τα μικρότερα ποσοστά αξιοποίησης των αναγκαίων τεχνολογιών.

Πέρα από την επιχορήγηση αγοράς ή χρήσης ψηφιακών λύσεων ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην οργανωμένη ενημέρωση και εκπαίδευση αφού ενώ 1 στις 2 ΜμΕ έχουν έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων, μόνο 1 στις 3 παρακολουθούν κάποιο εκπαιδευτικό πρόγραμμα.

 

Ο κ. Γεώργιος Ι. Δουκίδης είναι Καθηγητής, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.