Τα ντοκιμαντέρ «Σμύρνη, η καταστροφή μιας κοσμοπολίτικης πόλης, 1900-1922» και «Από τις δυο πλευρές του Αιγαίου. Διωγμός και ανταλλαγή πληθυσμών, 1922-1924» αξιοποιώντας άγνωστο οπτικό υλικό από διεθνή αρχεία και μαρτυρίες έδωσαν μια γλαφυρή εικόνα της ζωής στη Σμύρνη πριν από την Καταστροφή και αποτύπωσαν ζωηρά το τραύμα του εκτοπισμού και της προσφυγιάς.

Η σκηνοθέτρια Μαρία Ηλιού επιστρέφει στη Μικρασία, στην αστική Σμύρνη όπου συνυπάρχουν Ελληνες και Τούρκοι, Αρμένηδες και Εβραίοι, με ένα μυθιστόρημα, το πρώτο της. Το Μια φιλία στη Σμύρνη (εκδ. Μίνωας) παρακολουθεί, σε μια ιστορία ενηλικίωσης, τέσσερις φίλους, την Αννα Βλαστού, τον Ισαάκ Μοδιάνο, τον Ρεσάτ Κασαμπά και τη Ρόζα Μπερμπεριάν, στη Σμύρνη από το 1912 – όταν τα παιδιά είναι οκτώ ετών – έως το 1922. Ο επίλογος της φιλίας τους γράφεται το 1962 στη Νέα Υόρκη. «Το Βήμα» προδημοσιεύει απόσπασμα του μυθιστορήματος, το οποίο κυκλοφορεί την επόμενη εβδομάδα.

***

Ο Δημήτρης Βλαστός βιαζόταν να κλείσει το μαγαζί νωρίτερα για να πάει στο Café de Paris όπου είχε δώσει ραντεβού με την οικογένεια και τους φίλους. Είχε μπει η άνοιξη του 1915 και τα πράγματα, έξι μήνες μετά την κήρυξη του Ευρωπαϊκού πολέμου, ως τώρα δεν ήταν και τόσο άσκημα.

Οι Σμυρνιοί, οι Ελληνες, οι Αρμένιοι και οι Λεβαντίνοι δεν είχαν σταλεί στον πόλεμο. Στα τάγματα εργασίας είχαν πάει μόνο εκατό άτομα από τη Σμύρνη. Σε άλλες πόλεις στα παράλια, είκοσι χιλιάδες άνθρωποι ή και σχεδόν όλος ο ανδρικός πληθυσμός είχε σταλεί στα Αμελέ Ταμπουρού.

Βέβαια οι ξένοι υπήκοοι είχαν χάσει τα προνόμιά τους, όπως και οι Βλαστοί, το εμπόριο κόντευε να σταματήσει εντελώς, ο Δημήτρης είχε πολύ μεγάλα προβλήματα με το μαγαζί – ήταν άσκημα χρεωμένος – αλλά προσπαθούσε να δει την φωτεινή πλευρά της ζωής. Ηταν όλοι τους ζωντανοί, στην πόλη τους, στα σπίτια τους και τώρα χαιρόταν την βόλτα του από το μαγαζί στο Quai, μ’ έναν υπέροχο λεβάντε να τον δροσίζει.

Τις τελευταίες μέρες είχαν τρομάξει. Το βρετανικό αντιτορπιλικό Evryalos είχε μπει στον κόλπο της Σμύρνης με διαταγή να καταστρέψει τα οχυρωματικά έργα στους λόφους, μπαίνοντας στον κόλπο δεξιά. Οι Αγγλοι φοβόντουσαν ότι ο κόλπος της Σμύρνης θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για βάση των Γερμανικών υποβρύχιων στην μάχη της Καλλίπολης και για αυτό είχαν στείλει τον ναύαρχο Πιρς να καταστρέψει τα οχυρωματικά έργα. Οι Αγγλοι πυροβολητές είχαν ξεκινήσει να κανονιοβολούν πριν λίγες μέρες, ακριβώς πριν το δειλινό και εξακολουθούσαν κάθε απόγευμα. Είχαν γίνει όλα τόσο γρήγορα και ξαφνικά που οι Σμυρνιοί την πρώτη μέρα είχαν κλειστεί στα σπίτια και στα καταφύγια όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Οι κανονιές ήταν τόσο δυνατές που τα παράθυρα των σπιτιών τραντάζονταν από έναν ήχο υπόκωφο και όλη η πόλη αντιλαλούσε. Αλλά την άλλη μέρα οι Αγγλοι τούς πληροφόρησαν πως ήθελαν να καταστρέψουν μόνο τα οχυρωματικά έργα και όχι την Σμύρνη. Γνώριζαν πως ήταν μια πόλη με μεγάλο χριστιανικό πληθυσμό, με πολλούς Αγγλους και Γάλλους υπηκόους, συμμάχους, και δεν ήταν μια παραδοσιακή μουσουλμανική πόλη.

Από τότε οι Σμυρνιοί αντικατέστησαν την απογευματινή περαντζάδα στο Quai, για όσες μέρες θα διαρκούσε ο βομβαρδισμός των οχυρών, με ραντεβού με φίλους στα καφενεία της προκυμαίας για να παρακολουθούν τους απογευματινούς κανονιοβολισμούς που έφτιαχναν ένα θέαμα απόκοσμο αλλά και εντυπωσιακό: Κόκκινες γλώσσες από φωτιά ξεχυνόντουσαν από τα πολυβόλα και όταν οι οβίδες έπεφταν κατά λάθος στην θάλασσα, πανύψηλες στήλες νερού εκτοξεύονταν στον αέρα.

***

Ο Δημήτρης Βλαστός έριξε μια ματιά στο ρολόι του. Ηταν πέντε παρά τέταρτο. Είχε παρατηρήσει ότι πέντε με πεντέμισι ο ναύαρχος Πιρς σταματούσε τους κανονιοβολισμούς για να πιει το τσάι του. Οπότε η καλύτερη ώρα για ένα τραπέζι στο Café de Paris ήταν λίγο πριν τις πέντε. Προλάβαινες να μιλήσεις με τους φίλους, να πιεις ένα ποτό ήσυχα και στις πέντε και μισή άρχιζε το θέαμα.

Εφτασε ακριβώς στις πέντε και τους βρήκε όλους εκεί. Είχαν καθίσει σ’ ένα από τα μπροστινά τραπέζια του Café de Paris. Είχε πάρα πολύ κόσμο. Ολοι συζητούσαν και ακουγόντουσαν τα ντιντινίσματα από τα πιατικά, γέλια και φωνές. Ο Δημήτρης χαιρέτησε φίλους και γνωστούς ενώ η Καλλιόπη προσπαθούσε να βάλει μια τάξη: τα παιδιά παίζαν κυνηγητό στην προκυμαία και όλο τα έχανε. Ο Δημήτρης στάθηκε λίγο πιο κει και χαιρέτησε την Μαρί-Κριστίν Λιακόπουλος που ήταν καθισμένη με μια παρέα λίγο πιο πίσω. Στο τραπέζι των δικών του, η Μυρσίνη μιλούσε με τον Mουφίτ πίνοντας ούζο, η Aνιές με την Eστέρ είχαν πάρει τζιν με ζάχαρη και λεμόνι, ο Mαρκ και ο Αράμ συζητούσαν πίνοντας Aρμανιάκ. Ο Δημήτρης παράγγειλε ένα Καλβαντός και βοήθησε την Καλλιόπη να μαζέψουν τις κόρες τους και τα άλλα παιδιά και να καθίσουν όλοι γύρω απ’ το τραπέζι. Ο Iσαάκ όμως ξανασηκώθηκε αμέσως για να τους τραβήξει μια φωτογραφία και η Ρόζα έτρεξε δίπλα του. Ηθελε να είναι βοηθός του.

Η Αννα ζήτησε από την γιαγιά της χαρτί και χρώματα – πάντα είχε η Μυρσίνη ένα μπλοκάκι και ξυλομπογιές στην τσάντα της – και ζωγράφισε την θάλασσα με τους γλάρους και το αγγλικό πολεμικό πλοίο στο βάθος του κόλπου. Ο Ρεσάτ στάθηκε πίσω της και κοιτούσε με θαυμασμό. Τον μάγευε πως η Αννα με λίγες μολυβιές μπορούσε να διηγηθεί ιστορίες και του θύμιζε την μητέρα του που ζωγράφιζε πολύ όμορφα όταν την είχε ακόμη κοντά του.

«Ως τώρα όλα έχουν πάει αρκετά καλά. Είμαστε τυχεροί. Αντί το Evryalos να χτυπάει τα οχυρά θα μπορούσε να χτυπάει την πόλη» είπε ο Αράμ.

«Mε στεναχωρεί να βλέπω να καταστρέφουν τα οχυρά, αλλά ναι, τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι πολύ χειρότερα», συμφώνησε ο Mουφίτ.

Εκείνη την ώρα πέρασε ο Ραχμί Μπέης από το Quai και μόλις είδε την Μυρσίνη Βλαστού, πλησίασε και την χαιρέτησε.

«Ολα καλά, κυρία Βλαστού; Σωστά;»

«Ναι, σας ευχαριστώ πολύ!», είπε η Μυρσίνη που απέφυγε το εξεταστικό βλέμμα του γιου της που αναρωτιόταν τι μυστικά είχε η μητέρα του με τον διοικητή της πόλης.

Ο Mουφίτ πρότεινε στον Ραχμί Μπέη να καθίσει μαζί τους.

«Θα το ήθελα πολύ αλλά έχω ραντεβού με τον Τζορτζ Χόρτον στο καφενείο του Κωστή για να παρακολουθήσουμε τους κανονιοβολισμούς στις πεντέμισι. Μια άλλη φορά ευχαρίστως. Καλό απόγευμα!»

Και μόλις απομακρύνθηκε ο Ραχμί Μπέης, ο Mαρκ έσκυψε και είπε στους φίλους:

«Ακούγεται πως ο Ραχμί προσπαθεί να κλείσει μια συμφωνία με τον ναύαρχο Πιρς, κάποιου είδους ειρήνη που θα αφορά μόνο τη Σμύρνη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία».

«Αυτό θα είναι πολύ δύσκολο», απάντησε ο Mουφίτ. «Δεν θα συμφωνήσει η κεντρική διοίκηση στην Κωνσταντινούπολη».

«Πάντως ακόμη και τώρα το λιμάνι έχει δυο-τρία εμπορικά πλοία. Χτες κατάφερα να στείλω μ’ ένα πλοίο με σημαία Παναμά ένα φορτίο σταφίδας στη Μασσαλία», είπε ο Δημήτρης.

«Νομίζω ότι είναι θέμα ημερών οι Αγγλοι να καταλάβουν το Μακρονήσι και τότε ο αποκλεισμός της πόλης θα είναι ολοκληρωτικός», είπε σκεφτικός ο Μαρκ.

«Προετοιμάζονται για την μεγάλη μάχη της Καλλίπολης», συμπλήρωσε η Εστέρ. «Ολες οι εφημερίδες σήμερα γράφουν μόνο για αυτό με μεγάλους τίτλους».

«Πάντως ό,τι και αν συμβεί, αν συνεχιστεί ο πόλεμος για καιρό – που δεν το νομίζω – υπάρχει σιτάρι στην περιοχή και όλοι μας έχουμε έναν λαχανόκηπο ή εύκολη πρόσβαση σε κηπευτικά, ψάρια και κρέας, τίποτε από αυτά δεν είναι εισαγωγής, η γη είναι εύφορη εδώ και ευλογημένη», είπε η Μυρσίνη και όλοι συμφώνησαν. […]

***

Στο από πίσω τραπέζι η Μαρί-Κριστίν Λιακόπουλος σηκώθηκε για να φύγει και έριξε μια ματιά όλο οικειότητα στον Δημήτρη Βλαστό που η Μυρσίνη πρόσεξε. Ο Δημήτρης σηκώθηκε και έβγαλε το καπέλο του. Οταν διαισθάνθηκε το βλέμμα της μητέρας του, κοκκίνισε. Εριξε μια ματιά στην Καλλιόπη που δεν παρατήρησε τίποτε. Ηταν απορροφημένη στην συζήτησή της με την Ανιές. Κουβέντιαζαν για την εγκυμοσύνη της. Η κοιλιά της Aνιές είχε μεγαλώσει πολύ, σε λίγο θα γεννούσε, αλλά σκεφτόταν και την Ρόζα.

«Καλλιόπη, τι θα έλεγες η Αννα και η Ρόζα να έκαναν μαζί μάθημα χορού στο χοροδιδασκαλείο της κυρίας Κολλάρου. Τα έντεκα χρόνια είναι μια καλή ηλικία για μάθημα χορού», είπε η Aνιές.

«Aν θέλει. Αννα, σου αρέσει η ιδέα;», ρώτησε η Καλλιόπη την κόρη της.

Η Αννα, απορροφημένη από αυτό που ζωγράφιζε, δεν πρόσεχε.

«Αννα;»

Καμμιά απάντηση.

«Πες ναι!», της είπε η Ρόζα.

«Ναι», είπε μηχανικά η Αννα συνεχίζοντας να ζωγραφίζει χωρίς να ξέρει γιατί έλεγε «Ναι» και όλοι βάλαν τα γέλια.

«Και εγώ θέλω να κάνω μαθήματα χορού», είπε η Ελένη και η Καλλιόπη επικρότησε.

Και τότε άρχισαν οι κανονιοβολισμοί. Ηταν ακριβώς πέντε και μισή. Ο πλοίαρχος Πιρς είχε ήδη πιει το τσάι του. Στο φως του απογεύματος οι πύρινες φλόγες που έβγαιναν απ’ τα κανόνια του πλοίου και στόχευαν ψηλά στα οχυρωματικά έργα του κόλπου έβαφαν την καταγάλανη θάλασσα -μια θάλασσα τεντωμένο πανί – με κόκκινα χρώματα. Οι οβίδες, όσες δεν έβρισκαν τον στόχο τους, έπεφταν στην θάλασσα σηκώνοντας πίδακες αφρού, πανύψηλους. Και έτσι όπως σουρούπωνε και άναψαν οι φανοστάτες του γκαζιού στην προκυμαία, οι κόκκινες φλόγες φαινόντουσαν όλο και πιο καθαρά και οι πίδακες χρύσιζαν. Μια χρυσή βροχή έβγαινε και τιναζόταν ψηλά απ’ τη θάλασσα, φωτίζοντας τον ουρανό.

Μαρία Ηλιού

Μια φιλία στη Σμύρνη

Εκδόσεις Μίνωας, 2022, σελ. 532,

τιμή 19,90 ευρώ

Το βιβλίο της Μαρίας Ηλιού «Μια φιλία στη Σμύρνη» παρουσιάστηκε προχθές, Τρίτη, στο Μουσείο Μπενάκη. Μίλησαν  ο Ρόντρικ Μπίτον, ο  Νίκος Καραπιδάκης και η συγγραφέας.