Νέα σημαντική αύξηση της τάξης του 13% παρουσιάζουν οι εντολές για άγνωστες κρατικές υποκλοπές «χωρίς αιτιολογία» τον τελευταίο χρόνο. Αυτό προκύπτει από την τελευταία έκθεση της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) που αποκαλύπτει «Το Βήμα της Κυριακής» και στην οποία προσδιορίζεται η ανάγκη μεγαλύτερης προσοχής στις σχετικές διαδικασίες, ενώ επισημαίνεται ότι η αύξηση των αιτημάτων για τέτοιου είδους τηλεφωνικές παρακολουθήσεις ήταν της τάξης του 33% την τελευταία διετία. Εντυπωσιάζει ακόμη το γεγονός ότι σύμφωνα με την έκθεση της ΑΔΑΕ, το ίδιο υπό έλεγχο χρονικό διάστημα υπήρξαν 91 «χωρικές» άρσεις απορρήτου, δηλαδή σαρώσεις μεγάλων περιοχών εντός κι εκτός Αττικής, με καταγραφές τηλεφωνικών κλήσεων και στιγμάτων προκειμένου να βρεθούν επίμαχες επικοινωνίες. Την ίδια ώρα πληθαίνουν τα ερωτήματα για την προέλευση της παρακολούθησης με το ειδικό λογισμικό Predator (υπάρχουν για αυτό και αναφορές στην έκθεση της ΑΔΑΕ) του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, ύστερα και από αναφορές ότι η εταιρεία που διαχειρίζεται αυτό το σύστημα έχει έδρα στην Ελλάδα με υπευθύνους που έχουν σχέση και με την πώληση του νέου συστήματος υποκλοπών της ΕΥΠ αλλά και με νέο δίκτυο επικοινωνιών της ΕΛ.ΑΣ. Με τους συγκεκριμένους ιδιώτες να μνημονεύουν ωστόσο ότι δεν έχουν καμιά σχέση με την παρακολούθηση του δημοσιογράφου και ότι ίσως αυτό συμβαίνει από χώρα της Κεντρικής Ευρώπης που και αυτή διαχειρίζεται τέτοιου είδους λογισμικό.

Πολλαπλάσια αιτήματα και ερωτήματα

Σύμφωνα λοιπόν με τη τελευταία έκθεση της ΑΔΑΕ, το 2021 εκδόθηκαν 15.475 εισαγγελικές διατάξεις που αφορούσαν άρση απορρήτου για λόγους εθνικής ασφαλείας έναντι 13.751 το 2020. Ο αριθμός αυτός το 2019 ήταν 11.680 αιτήματα για «αόρατες» άρσεις. Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται στην έκθεση «οι αριθμοί που αναφέρονται αφορούν το πλήθος των διατάξεων που εκδίδονται από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές και κοινοποιούνται στην ΑΔΑΕ και όχι τον αριθμό των συνδέσεων/ατόμων για τα οποία διατάσσεται η άρση του απορρήτου. Και οι οποίοι προφανώς είναι πολλαπλάσιοι. Κύριο ζητούμενο είναι αν, με επίκληση την «εθνική ασφάλεια», υπάρχουν παράτυπες παρακολουθήσεις ιδιωτών για την εξυπηρέτηση διαφόρων συμφερόντων. Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται στη νέα έκθεση, «ειδικότερα, η παράλειψη αιτιολογίας αποκλείει τον δικαστικό έλεγχο ως προς την τήρηση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας και της αρχής της αναλογικότητας – γεγονός που θέτει αυτοτελή ζητήματα σε σχέση με τις αρχές και τα minima του κράτους δικαίου».

Πιο λίγα τα βουλεύματα δικαστικών συμβουλίων

Ενδεικτικό είναι ακόμη ότι σύμφωνα με την ίδια έκθεση το 2021 εκδόθηκαν 3.097 βουλεύματα δικαστικών συμβουλίων έναντι 3.190 το έτος 2020 (δηλαδή αυτά μειώθηκαν) τα οποία με πλήρες αναλυτικό σκεπτικό εξηγούν γιατί πρέπει να γίνουν τηλεφωνικές συνακροάσεις κυρίως για ποινικές υποθέσεις.

Από τη συνολική επισκόπηση και την ποιοτική επεξεργασία των βουλευμάτων προέκυψε ότι το 42% συνδέονται με τη διακρίβωση εγκληματικής οργάνωσης (κατηγορία που συνδυάζεται και με αλλά επί μέρους αδικήματα), το 17% αφορούσαν ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, το 15,5% υποθέσεις ναρκωτικών, το 10% τους νόμους περί όπλων, το 9% ληστείες, το 4% εκβιάσεις και 4% εκρήξεις, το 4% εμπρησμούς, το 2% «αρπαγές» κ.λπ. Επιπλέον ελέγχθηκαν 36 βουλεύματα που εκδόθηκαν το τελευταίο τετράμηνο του 2021 για διαφθορά δημοσίων υπαλλήλων και ανάμεσα σε αυτά ήταν 24 περιπτώσεις δωροδοκίας υπαλλήλου, τέσσερις περιπτώσεις δωροδοκίας αλλά και τρεις περιπτώσεις παραβίασης μέτρων για την πρόληψη των ασθενειών.

Αιτήματα και για τα social media

Ακόμη στην έκθεση υπάρχουν αναφορές για αιτήματα που υποβλήθηκαν από τις ελληνικές διωκτικές αρχές και στις εταιρείες διαχειρίστριες του Instagram, του Facebook κ.λπ. για την ανάλυση πληροφοριών για τους πραγματικούς χρήστες πίσω από διάφορα ύποπτα προφίλ. Τέλος, επισημαίνεται ότι οι εταιρείες τηλεφωνίας ασχολήθηκαν πέρυσι αθροιστικά με 273 αιτήσεις για τον εντοπισμό κακόβουλων ή ενοχλητικών κλήσεων.

Το λογισμικό Predator, οι έλληνες εκπρόσωποι και η πώληση σε έξι χώρες

Νέα δεδομένα προκύπτουν και για την παρακολούθηση του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη που συνεργάζεται με ελληνικά και διεθνή ΜΜΕ και έχει προχωρήσει σε έρευνες για σκανδαλώδη τραπεζικά δάνεια, για υποθέσεις πλαστών και εικονικών τιμολογίων και την αλλαγή του νόμου για την αυτεπάγγελτη δίωξη των εγκλημάτων φοροδιαφυγής. Ο δημοσιογράφος ενημερώθηκε στις 28 Μαρτίου 2022 για την εγκατάσταση του παράνομου λογισμικού Predator («αρπακτικό») στο κινητό του που του υπέκλεπτε δεδομένα τουλάχιστον κατά το διάστημα 12 Ιουλίου με 24 Σεπτεμβρίου 2021.
Είναι χαρακτηριστικό ότι για τέτοιου είδους συστήματα παρακολούθησης υπάρχουν αναφορές στην έκθεση της ΑΔΑΕ όπου γίνεται λόγος για «τα νέα εφιαλτικά πειρατικά λογισμικά προγράμματα τύπου Pegasus ή Predator. Προγράμματα, τα οποία επιτρέπουν την πλήρη και από μακριά “άλωση” του κινητού μας smartphone, με δυνατότητες να καταγράφεται κάθε μας συνδιάλεξη, κάθε μήνυμα που στέλνουμε μέσω αυτού ή μέσω των εφαρμογών που αυτό φιλοξενεί, να καταγράφονται οι ομιλίες μας από το μικρόφωνο της συσκευής μας ακόμη και όταν δεν επικοινωνούμε με κάποιον άλλον και, τέλος, με τη δυνατότητα η κάμερά της να βιντεοσκοπεί τις κινήσεις μας στο σπίτι μας»! Κι αυτό χωρίς να υπάρχει ενημέρωση των παρόχων κινητής τηλεφωνίας.
Με το Predator, όπως και άλλα πολυεθνικά παρόμοια λογισμικά όπως το Pegasus (και τα δύο έχουν αντιπροσώπους ή διαχειριστές στην Ελλάδα) έχουν παρακολουθηθεί δεκάδες πολιτικοί, δημοσιογράφοι, επιχειρηματίες σε πολλές χώρες του κόσμου.

Και «νόμιμη υποκλοπή»

Ο έλληνας δημοσιογράφος διαπίστωσε ακόμη ότι σε προγενέστερο χρόνο είχε γίνει στόχος παρακολούθησης του κινητού του από το σύστημα «νόμιμων υποκλοπών» της ΕΥΠ με επίκληση αδιευκρίνιστων λόγων «εθνικής ασφαλείας». Με κρατικούς λειτουργούς να υποστηρίζουν ότι η έγκριση της παρακολούθησης του τηλεφώνου του δημοσιογράφου υπήρξε από την αρμόδια δικαστική λειτουργό που εποπτεύσει την ΕΥΠ. Χωρίς ωστόσο καμιά άλλη αποσαφήνιση.
Σύμφωνα με νεότερα στοιχεία (δημοσίευμα από διαδικτυακό τόπο «Inside Story») η κατασκευάστρια-διαχειρίστρια εταιρεία του Predator με έδρα στα Σκόπια έχει διάδοχο και συνεργάτη στην Ελλάδα εταιρεία με έδρα τη Γλυφάδα, που φέρεται να ανήκει σε ιδιώτη που έχει προμηθεύσει με συστήματα επικοινωνίας τις ελληνικές υπηρεσίες ή είναι συνεργάτης εταιρειών που πωλούν συστήματα νομίμων συνακροάσεων σε κρατικές αρχές όπως η ΕΥΠ. Ακόμη φαίνεται να υπάρχουν συνεργάτες στην Αρμενία, στην Αίγυπτο, στην Ινδονησία, στη Μαδαγασκάρη, στο Ομάν, στη Σαουδική Αραβία, στη Σερβία και αλλού. Εντυπωσιάζει η διαπίστωση ότι οι διαχειριστές του Predator πλαστογράφησαν 50 νόμιμες ειδησεογραφικές «οντότητες» (site ΜΜΕ κ.λπ.) στην Ελλάδα μέσω συνεργατών από την Τσεχία, προκειμένου μέσω εισόδου σε αυτούς τους εικονικούς ειδησεογραφικούς τόπους να μολύνεται το κινητό. Δείγμα ίσως ευρύτερων στοχεύσεων. Σύμφωνα με ορισμένες αναφορές στο «Βήμα» ατόμων που δηλώνουν ότι γνωρίζουν το παρασκήνιο με την προώθηση του εν λόγω λογισμικού «υπάρχει επίσημη πώλησή του σε έξι ευρωπαϊκές χώρες με την τήρηση πλήρως σχετικών παραστατικών και με κόστος πολλών εκατομμυρίων ευρώ, ανάλογο του εύρους των παρακολουθήσεων».