«Στίγμα» στη διεθνή διαχείριση της πανδημίας αποτελεί η παγκόσμια ανισοκατανομή εμβολίων. Η παραδοχή της  πρόεδρου στην Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής και Τεχνοηθικής και καθηγήτριας Βιοηθικής στο Eλβετικό Oμοσπονδιακό Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Ζυρίχης, Εφης Βαγενά, έπειτα από δύο και πλέον χρόνια πανδημίας είναι μόνον η αρχή του απολογισμού της για τις βιοηθικές προκλήσεις και τα μέτρα που ήρθαν για να μείνουν. Και υπογραμμίζει την ανάγκη αναθεώρησης και επεξεργασίας ενός «ηθικού κοινωνικού συμβολαίου» υπό τον κίνδυνο νέων πανδημιών.

Το 2020 είχατε πει ότι «ζούμε όλοι σε ένα μεγάλο πείραμα». Δύο χρόνια μετά, πώς αξιολογείτε τα αποτελέσματά του; Κατά τη διεξαγωγή του, τηρήθηκαν οι κανόνες βιοηθικής;   

«Θα έλεγα ότι το πείραμα δεν έχει ολοκληρωθεί. Η πανδημία δεν έχει τελειώσει και, όπως είπε πρόσφατα ο ιστορικός της Ιατρικής Αλαν Μπραντ (Allan Brandt), «Η COVID θα είναι μια εποχή, όχι μια κρίση που ξεθωριάζει». Γι’ αυτό, ακόμα είναι ίσως νωρίς για τελικά συμπεράσματα. Εχουμε όμως ήδη από την πρώτη περίοδο μάθει αρκετά: Οι βιοηθικές προκλήσεις ήταν συνεχείς και κληθήκαμε να περάσουμε βιαστικά από τη θεωρία της βιοηθικής στην πράξη. Νομίζω πως η ύπαρξη της θεωρίας, των αρχών της βιοηθικής και των πλαισίων ειδικότερα για την ηθική της δημόσιας υγείας έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαχείριση της πανδημίας. Πιστεύω πως, σε γενικές γραμμές, οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν ήταν μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο που θέτει η βιοηθική. Αλλά η πίεση και η επιτακτική πραγματικότητα της πανδημίας οδήγησαν σε συνεχείς διαπραγματεύσεις για τα όρια αυτού του πλαισίου, εν μέρει τουλάχιστον και λόγω των επιστημονικών δεδομένων που άλλαζαν ταχύτατα. Διεθνώς, είχαμε αρκετή ποικιλία στην εφαρμογή τέτοιων πλαισίων και υπάρχουν περιπτώσεις που ξεκάθαρα δεν ακολουθήθηκαν οι κανόνες βιοηθικής. Η μεγαλύτερη συλλογική αποτυχία κατά την εφαρμογή ηθικών αξιών, μέχρι στιγμής, αφορούσε δυστυχώς τη δίκαιη διανομή των εμβολίων ανά τον κόσμο. Η πολιτική που ακολουθήθηκε και οι επιλογές που έγιναν άφησαν ένα εξαιρετικά μεγάλο κομμάτι του παγκόσμιου πληθυσμού χωρίς πρόσβαση σε εμβόλια και άρα ανθρώπους ευάλωτους στον ιό και στις μεταλλάξεις του. Ακόμα και σήμερα, μεγάλος αριθμός κρατών στην Αφρικανική ήπειρο δεν μπορεί να διαθέσει εμβόλια στους πολίτες του. Αυτή η παγκόσμια ανισοκατανομή αποτελεί στίγμα στη διεθνή διαχείριση της πανδημίας».

 

Σε περιόδους κρίσης, όπως η πανδημία, πόσο εύπλαστα γίνονται τα όρια;   

«Σε περιόδους κρίσης φθάνουμε στα όρια και, όπως ανέφερα, υπάρχει η τάση να επανεξετάσουμε τη διατύπωσή τους και τι ακριβώς απαιτούν από μας μέσα στις συνθήκες της πραγματικότητας. Ενα όριο που μας απασχόλησε πολύ είναι ο περιορισμός προσωπικών ελευθεριών στο όνομα του συλλογικού οφέλους. Αυτό που κληθήκαμε να επεξεργαστούμε είναι το ποιες προσωπικές επιλογές και επιθυμίες είναι θεμιτό να περιοριστούν εάν απειλείται βλάβη των άλλων και κατ’ επέκταση του κοινωνικού συνόλου. Η αυτονομία, η οποία είναι βασική αρχή της βιοηθικής, εμφανίστηκε παρερμηνευμένη, διότι σε καμία εκδοχή της δεν συμπεριλαμβάνει την ελευθερία επιλογών οι οποίες συγκρούονται και υπονομεύουν τα δικαιώματα των άλλων. Το ζήτημα του πώς ακριβώς ορίζεται η αυτονομία μέσα στην κρίση μιας πανδημίας που προκαλείται από λοιμώδη νόσο ήρθε στο προσκήνιο, ειδικά όσον αφορά συγκεκριμένους περιορισμούς και συνέπειες από τη μη συμμόρφωση με τους υγειονομικούς κανόνες. Ας μην ξεχνάμε ότι, ως δυτικές κοινωνίες, τα τελευταία χρόνια ασχοληθήκαμε ελάχιστα με τα μεταδιδόμενα νοσήματα (τύπου COVID) και μόνο σε επίπεδο επιστημονικό, αλλά ελάχιστα σε επίπεδο κοινωνικό, στο πώς χρειάζεται να δράσουμε ως σύνολο και όχι μόνον ατομικά, ως μονάδες. Νομίζω ότι σε αυτό πρέπει να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας, γι’ αυτό και συμφωνώ απόλυτα με το σχόλιο του φιλοσόφου Τζόναθαν Γουλφ (Jonathan Wolff), που υποστηρίζει ότι χρειαζόμαστε ένα αναθεωρημένο ηθικό κοινωνικό συμβόλαιο που να αφορά τον κίνδυνο των μολυσματικών ασθενειών. Αυτό το κοινωνικό συμβόλαιο πρέπει να επεξεργαστούμε, λοιπόν, με βάση όσα μάθαμε από την πανδημία».

 

Εχετε δηλώσει ότι κάθε επιβαλλόμενο υγειονομικό μέτρο πρέπει να είναι αναλογικό με το πρόβλημα που επιδιώκει να αντιμετωπίσει. Η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού των υγειονομικών συμβαδίζει με την αρχή αυτή; Η ενδεχόμενη απόλυσή τους;  

«Ναι, η υποχρεωτικότητα συμβαδίζει με αυτή την αρχή αλλά, πρώτον, αυτή δεν είναι η μόνη σχετική αρχή και, δεύτερον, η αναλογικότητα εξαρτάται από τη συνεκτίμηση πολλών παραγόντων. Μεταξύ άλλων, την εξέλιξη της πανδημίας, τη διαθεσιμότητα υποδομών υγείας, το ποσοστό ανοσίας, την αποτελεσματικότητα των εμβολίων και οπωσδήποτε τις προσπάθειες πειθούς του πληθυσμού και των εργαζομένων στον χώρο της υγείας για να εμβολιαστούν αυτόβουλα. Αρα η αρχή παραμένει, αλλά η εκτίμησή της διαφοροποιείται ανάλογα με την εξέλιξη των παραγόντων που τη διαμορφώνουν. Το πώς ακριβώς εφαρμόζεται ένα αναλογικό μέτρο εξαρτάται πάλι από πολλούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα το εργασιακό δίκαιο».

 

Η προστασία των προσωπικών δεδομένων μέσα από τα συστήματα ψηφιακής ιχνηλάτησης εκτιμάτε πως είναι ένα στοίχημα που κερδήθηκε;   

«Στην Ευρώπη η γνώμη μου είναι πως ναι. Στην Ελλάδα δεν χρησιμοποιήθηκε ψηφιακή εφαρμογή για την ιχνηλάτηση επαφών, όπως στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Και σχεδόν από την αρχή, η ευρωπαϊκή επιλογή ήταν να χρησιμοποιηθούν συστήματα που προστατεύουν την ιδιωτικότητα (τα λεγόμενα αποκεντρωμένα συστήματα που δεν επιτρέπουν κεντρική αποθήκευση προσωπικών δεδομένων). Το θέμα με τις ψηφιακές εφαρμογές για την ιχνηλάτηση έγκειται στο ότι, παρά τη μεγάλη σημασία που δόθηκε στην προστασία των δεδομένων και την ιδιωτικότητα, αυτές οι εφαρμογές δεν είχαν απήχηση στο ευρύ κοινό και δεν υιοθετήθηκαν στον βαθμό που θα επέτρεπαν καλύτερη αποτελεσματικότητα στον περιορισμό της διασποράς του ιού. Είναι σημαντικό να αναρωτηθούμε γιατί συνέβη αυτό. Τι άλλο ήταν σημαντικό, πέραν της προστασίας δεδομένων, για να επιτευχθεί η αποτελεσματική χρήση των εφαρμογών; Αλλά και η απάντηση στο ερώτημα αυτό αναμοχλεύει το έτερο μεγάλο θέμα της διακυβέρνησης ψηφιακών τεχνολογιών που είναι, μάλιστα, ευρύτερης εμβέλειας από την προστασία δεδομένων, αφού συμπεριλαμβάνει άλλα εξίσου σημαντικά θέματα για μηχανισμούς διαφάνειας, λογοδοσίας κ.λπ.  Ενα από τα σημαντικά μαθήματα της πανδημίας πρέπει να είναι η εξασφάλιση άρτιας διαχείρισης των ψηφιακών εργαλείων της δημόσιας υγείας, γιατί σε μελλοντικές κρίσεις θα μας είναι οπωσδήποτε χρήσιμα».

 

Αναρωτιόμουν, τα θέματα βιοηθικής που προέκυψαν εν μέσω πανδημίας ήταν επεξεργασμένα, έστω σε θεωρητικό επίπεδο; Υπό την έννοια αυτή, διερωτώμαι εάν η επιστημονική κοινότητα είχε εκφραστεί, αρκετά χρόνια πριν, για το ενδεχόμενο μιας πανδημίας.   

«Το ενδεχόμενο μιας  πανδημίας ήταν, γενικά, αναμενόμενο από τον επιστημονικό κόσμο και τους πολιτικούς και φυσικά πολλά θέματα και πολιτικές αποτελεσματικής διαχείρισής της είχαν συζητηθεί και αναλυθεί. Ειδικά στη βιοηθική, τα περισσότερα από τα θέματα που αντιμετωπίσαμε είχαν ήδη ερευνηθεί. Για παράδειγμα, το θέμα κατανομής σπάνιων αγαθών (όπως οι εντατικές μονάδες νοσηλείας ή οι θεραπευτικές αγωγές), η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού, η προστασία δικαιωμάτων και ελευθεριών κ.λπ. Είχαμε αρκετά θεωρητικά και αναλυτικά εργαλεία στη διάθεσή μας. Πρόκληση αποτελεί πάντοτε η εφαρμογή τους σε κάθε επιμέρους πραγματικότητα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Η μετάφραση των αρχών και όλης της θεωρητικής δουλειάς στην πράξη, υπό την πίεση του επείγοντος και με επιστημονικά δεδομένα που εξελίσσονται ταχύτατα, ήταν το μεγάλο τεστ».

«Ενίσχυση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης»

Ποια μέτρα εκτιμάτε πως ήρθαν για να μείνουν, αποτελώντας τη νέα πραγματικότητα;
«Οπως βλέπουμε στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό, τα μέτρα αποσύρονται ήδη με γοργούς ρυθμούς. Μόλις οι επιδημιολογικοί δείκτες αλλάξουν προς το καλύτερο, μόλις βελτιωθεί το ποσοστό εμβολιασμού και η διαθεσιμότητα θεραπειών, τα μέτρα δεν θα μπορούν να δικαιολογηθούν. Αυτό που πιστεύω ότι θα μείνει είναι η ευελιξία ενεργοποίησής τους σε περίπτωση αλλαγής της κατάστασης. Επίσης, για αρκετό διάστημα θα παραμείνει, σίγουρα, η έμφαση στην ανάγκη εμβολιασμού και πιθανόν η πιστοποίηση του εμβολιασμού ή του αρνητικού τεστ. Αυτό που θα παραμείνει σίγουρα είναι η υποδομή που διαμορφώθηκε, για παράδειγμα, για τα πιστοποιητικά εμβολιασμού ή, σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τα συστήματα για την ιχνηλάτηση επαφών».

Στη μετά COVID εποχή ποια εκτιμάτε ότι θα είναι η πιο… ηθική παρέμβαση στον νευραλγικό κλάδο της Υγείας;
«Η πιο ηθική παρέμβαση θα είναι εκείνη που οδηγεί στη βελτίωση της παροχής του αγαθού της υγείας προς όλους μας. Αυτό, γενικά, σημαίνει επάρκεια και ποιότητα προληπτικής ιατρικής και υγειονομικής περίθαλψης όλου του πληθυσμού. Στη δυναμική σχέση μεταξύ πολιτών και φορέων υγείας χρειάζεται κατ’ αρχάς εμπιστοσύνη. Γι’ αυτό, απαιτείται ένας συνδυασμός παρεμβάσεων που θα υποστηρίξει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους φορείς δημόσιας υγείας και θα διατηρήσει τη δίκαιη και ισότιμη πρόσβασή τους στις ανάλογες υπηρεσίες. Δεν υπάρχει μαγική σφαίρα, γι’ αυτό και στην κορυφή της λίστας προτεραιοτήτων μου τοποθετώ την ενίσχυση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης, ειδικά της ψηφιακής, επίσης δε την υποστήριξη της υγειονομικής παιδείας».