Η Ευρώπη και ευρύτερα ο κόσμος βρίσκεται ήδη σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο, πολύ πιο απρόβλεπτο από τον κλασικό Ψυχρό Πόλεμο της περιόδου 1945-1989. Αυτή είναι η άποψη της Μέρι-Ελίζ Σαρότε, η οποία είναι σήμερα, λόγω των γεγονότων, ίσως η διασημότερη ιστορικός ανά τον κόσμο. Ο λόγος είναι απλός.

Η καθηγήτρια Ιστορίας στο School of Advanced International Studies (SAIS) του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, με την οποία συνομίλησε αποκλειστικά «Το Βήμα», είναι η συγγραφέας του πιο πολυσυζητημένου βιβλίου της εποχής μας γύρω από όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία και στις σχέσεις ΔύσηςΜόσχας μετά τη ρωσική εισβολή στη χώρα.

Ο τίτλος του, «Not One Inch: America, Russia, and the Making of Post-Cold War Stalemate» (Yale University Press, 2021), αντλείται από την περίφημη αποστροφή του αμερικανού πρώην υπουργού Εξωτερικών Τζέιμς Μπέικερ προς τον τελευταίο σοβιετικό ηγέτη Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στο πλαίσιο των πυρετωδών διπλωματικών συνομιλιών μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και πριν από την επανένωση της Γερμανίας, με την οποία φέρεται να τον διαβεβαίωνε ότι το ΝΑΤΟ δεν θα επεκτεινόταν προς Ανατολάς. Ωστόσο η πραγματικότητα αποδείχθηκε πολύ πιο περίπλοκη, με αποτέλεσμα να έχουμε φθάσει σήμερα σε αυτό που η κυρία Σαρότε ονομάζει «νέο Ψυχρό Πόλεμο».

Το αίσθημα της αδικίας και η πανδημία

Ρωτάμε τη συνομιλήτριά μας σχετικά με την κοσμοθεωρία που καθοδηγεί τον Βλαντίμιρ Πούτιν, αλλά και για τους πολιτικούς στόχους που εξυπηρετεί η εισβολή του στην Ουκρανία. «Θέτοντας αρχικά τον περιορισμό ότι δεν γνωρίζω τι πραγματικά έχει ο Πούτιν μέσα στο κεφάλι του, πρέπει να κρίνω βάση όσα γνωρίζω από τη βιογραφία του και τις πράξεις του. Η αίσθησή μου είναι – και δεν είμαι η μόνη που το πιστεύω αυτό – ότι το κίνητρό του είναι ένα αίσθημα αδικίας και παραπόνου. Πιστεύω επίσης ότι μία από τις πιο χρόνιες συνέπειες της πανδημίας ίσως είναι ότι αυτό το αίσθημα ενισχύθηκε, ότι έγινε πιο φοβικός, με αποτέλεσμα να συνομιλεί μόνο σε έναν πολύ μικρό αριθμό ανθρώπων επειδή δεν θέλει να κολλήσει την COVID-19» σημειώνει η κυρία Σαρότε. Αυτό είναι άλλωστε «κάτι που είδαμε και σε εκείνες τις συναντήσεις, στο μακρύ τραπέζι, με τον Εμανουέλ Μακρόν και τον Ολαφ Σολτς. Είναι πολύ επικίνδυνο όταν ένας ηγέτης είναι μόνος, με την αίσθηση του παραπόνου και παράλληλα δεν λαμβάνει συμβουλές. Ισως επίσης να μην είναι καλά πληροφορημένος για την τροπή του πολέμου στην Ουκρανία. Από τη στιγμή λοιπόν που ήταν σχετικά απομονωμένος, έχει καλλιεργήσει αυτά τα αισθήματα που είχε εδώ και πολλά χρόνια σχετικά με τον τρόπο που εξελίχθηκε η μεταψυχροπολεμική τάξη πραγμάτων στην Ευρώπη – έναν τρόπο που ο ίδιος θεωρεί άδικο για τη Μόσχα» προσθέτει.

Συνομιλίες σε απόσταση ασφαλείας του Βλαντίμιρ Πούτιν με τον Εμανουέλ Μακρόν στο Κρεμλίνο στις αρχές Φεβρουαρίου. Σύμφωνα με την Μέρι-Ελίζ Σαρότε, η φοβία του ρώσου προέδρου για την COVID ήταν από τους παράγοντες που «διευκόλυναν» την απόφασή του για εισβολή στην Ουκρανία

«Θεωρεί την Ουκρανία κομμάτι της Ρωσίας»

Υπάρχουν φυσικά πολλά διαφορετικά στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη στο σημείο αυτό. «Ενα από αυτά», υπογραμμίζει η αμερικανίδα ιστορικός, «είναι ότι η Ουκρανία ανεξαρτητοποιήθηκε από τη Σοβιετική Ενωση και ο ίδιος θεωρεί την Ουκρανία ως ένα πολύ σημαντικό, αν όχι αναπόσπαστο, κομμάτι της Ρωσίας. Αυτό το έχει διατυπώσει και δημοσίως, λέγοντας ότι η Ουκρανία δεν είναι ξεχωριστή χώρα. Ενα άλλο στοιχείο αφορά τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη – ένα σημείο το οποίο και γνωρίζω καλύτερα και έχω περιγράψει στο βιβλίο μου «Not One Inch»». Σύμφωνα με αυτό, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν δώσει διαβεβαιώσεις διά του Τζέιμς Μπέικερ ότι δεν θα επεκταθεί η «νατοϊκή επικράτεια» προς Ανατολάς, μία δέσμευση όμως που δεν δόθηκε ποτέ γραπτώς. Παράλληλα, στα μέσα της δεκαετίας του ’90 η κυβέρνηση Κλίντον επεδίωξε αρχικά μία χαλαρή σύνδεση των πρώην μελών του Συμφώνου της Βαρσοβίας αλλά και της ίδιας της Ρωσίας με το ΝΑΤΟ μέσω του Συνεταιρισμού για την Ειρήνη (Partnership for Peace – PfP), πριν ανακρούσει πρύμναν και στραφεί στην πλήρη ένταξη αυτών των κρατών (αλλά και πρώην σοβιετικών δημοκρατιών όπως οι χώρες της Βαλτικής) στη Συμμαχία.

«Είναι πολύ επικίνδυνο όταν ένας ηγέτης είναι μόνος, με την αίσθηση του παραπόνου και παράλληλα δεν λαμβάνει συμβουλές» τονίζει για τον Βλαντίμιρ Πούτιν η Μέρι-Ελίζ Σαρότε, συγγραφέας του βιβλίου «Not Οne Inch»  για την υπόσχεση που φέρεται να έδωσε ο Τζέιμς Μπέικερ στον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ

Η αίσθηση της «ευκαιρίας»

Eνα επιπλέον στοιχείο είναι ότι «η μεταχείριση της Ρωσίας δεν υπήρξε ισότιμη με εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών, ακόμη και αν περίπου 30 χρόνια μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου η Ουάσιγκτον και η Μόσχα ελέγχουν περίπου το 90% του παγκοσμίου πυρηνικού οπλοστασίου. Ο συνδυασμός των προαναφερθέντων στοιχείων», προσθέτει η κυρία Σαρότε, «μαζί με τη συμπλήρωση, τον περασμένο Δεκέμβριο, 30 ετών από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης αλλά και η διαίσθησή του ότι είχε μία ευκαιρία λόγω όσων συμβαίνουν στη Δύση – με τις Ηνωμένες Πολιτείες να είναι διχασμένες λόγω εσωτερικών ζητημάτων, με το Ηνωμένο Βασίλειο να είναι απασχολημένο με θέματα που απορρέουν από το Brexit αλλά και με τα σκάνδαλα του Μπόρις Τζόνσον, με τη Γαλλία σε προεκλογική περίοδο και με μία Γερμανία στην οποία δεν υπάρχει πια η Aνγκελα Μέρκελ – τον οδήγησαν στην απόφαση να ανατρέψει αυτές που ο ίδιος θεωρεί ως άδικες εξελίξεις».

Επιστρέφει η απειλή του πυρηνικού πολέμου

Αυτό που διερωτώνται οι περισσότεροι είναι ποια θα είναι η έκβαση της ρωσικής εισβολής. Θα μπορούσε άραγε να μετατραπεί η Ουκρανία σε μία «δεύτερη Γερμανία» – χωρισμένη στα δύο – ως όριο μεταξύ δύο αντίπαλων συνασπισμών; Θα οδηγηθούμε μήπως οριστικά σε μία επανάληψη του Ψυχρού Πολέμου;

«Πρόκειται κατά την άποψή μου για δύο διακριτά ερωτήματα. Ανεξάρτητα από όσα συμβαίνουν ήδη στην Ουκρανία, βρισκόμαστε ήδη σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο. Ο Ψυχρός Πόλεμος χαρακτηριζόταν από την απειλή πυρηνικού πολέμου μεταξύ της Δύσης και της Σοβιετικής Ενωσης και κατά κάποιον τρόπο έχουμε επιστρέψει σε αυτό. Φυσικά και θα υπάρξουν διαφορές και ήδη έγραψα περί αυτού (σ.σ.: σε πρόσφατο κείμενό της στους «New York Times»), ότι σήμερα δεν έχουμε τις δικλίδες ασφαλείας που είχαμε στον προηγούμενο Ψυχρό Πόλεμο» λέει η κυρία Σαρότε. «Αυτό όμως είναι κάτι διακριτό από το μέλλον της Ουκρανίας» υπογραμμίζει.

Οπως μας εξηγεί, «σε αυτό το ζήτημα, δεν νομίζω ότι ο κατάλληλος παραλληλισμός είναι με το καθεστώς της μεταπολεμικής Γερμανίας. Εκείνη ήταν υπό την κατοχή των δυτικών δυνάμεων και της Σοβιετικής Ενωσης. Αυτές οι δυνάμεις είχαν πολεμήσει μαζί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά διαφώνησαν. Σήμερα, η Δύση δεν θα καταλάβει τη Δυτική Ουκρανία. Παρά τα όσα λέει ο Βλαντίμιρ Πούτιν, η Ουκρανία δεν κυβερνάται από ναζιστές. Μπορώ όμως», προσθέτει, «να δω μία κατάσταση στην οποία η Ρωσία καταλαμβάνει την Ουκρανία μέχρι το όριο του ποταμού Δνείπερου, το Κίεβο και ίσως μία περιοχή ελαφρώς δυτικά αυτού. Είναι φυσικά πιθανό ότι θα μπορούσε να καταλάβει ολόκληρη τη χώρα. Πραγματικά, σε αυτή την έκτακτη κατάσταση, δεν είναι εύκολο να πούμε με ακρίβεια τι θα συμβεί».

Η ανησυχία για τα κράτη της Βαλτικής

Ακόμη ένας κίνδυνος είναι τι θα συμβεί με τη Λιθουανία, τη Λετονία και την Εσθονία. «Ανησυχώ πολύ για τα κράτη της Βαλτικής, που κατά την άποψή μου θα έχουν στον νέο Ψυχρό Πόλεμο τον ρόλο που είχε το Δυτικό Βερολίνο στον πρώτο Ψυχρό Πόλεμο – ειδικότερα από τη στιγμή που η Λευκορωσία έχει μετατραπεί, de facto, σε κομμάτι της Ρωσίας. Τουλάχιστον οι βαλτικές χώρες θα έχουν έναν χερσαίο διάδρομο που θα τις συνδέει με τη Δύση, ενώ το Δυτικό Βερολίνο ήταν πλήρως αποκομμένο, αλλά και πάλι αυτός ο διάδρομος είναι στενός» λέει η κυρία Σαρότε. Κατά την ίδια, η Ρωσία έχει ουσιαστικά ήδη προσαρτήσει τη Λευκορωσία. «Δεν ξέρω πώς θα ονομαστεί νομικά αυτό, αλλά τα ρωσικά στρατεύματα πήγαν, όπως είδατε, δήθεν για ασκήσεις στη Λευκορωσία και επιτέθηκαν από εκεί, μαζί με λευκορωσικά στρατεύματα, στην Ουκρανία. Δεν νομίζω ότι ο Λουκασένκο κυβερνά πια αυτή τη χώρα» σημειώνει.

«Ηταν σαφές ότι ετοίμαζε μια σημαντική επίθεση»

Τι σημαίνουν όλα αυτά για την Ευρώπη; Πόσο ενισχυμένο θα εξέλθει το ΝΑΤΟ από τις τελευταίες εξελίξεις και πόσο κομβικός μπορεί να είναι ένας επανεξοπλισμός της Γερμανίας; Πρόκειται για τρία ερωτήματα που κυριαρχούν τις τελευταίες 15 ημέρες.

«Ηδη βλέπουμε μία δραματική στροφή, μία βαθιά αλλαγή στις προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Eνωσης αναφορικά με την άμυνα. Είναι επίσης εντυπωσιακό πόσο γρήγορα άλλαξαν τα μυαλά πολλών στην Ευρώπη. Αυτό που κάπως με εκπλήσσει είναι που πολλοί άνθρωποι στην Ευρώπη… εκπλήσσονται που όλα αυτά συμβαίνουν» μας λέει, «προκαλώντας» μας να τη ρωτήσουμε να μας διευκρινίσει τι εννοεί. «Iσως επειδή είμαι ένας ιστορικός που μελετά την ιστορία του πολέμου στην Ευρώπη, γνωρίζω το πρότυπο με βάση το οποίο μείζονες χερσαίοι πόλεμοι (major land wars) μπορούν να συμβούν στην Ευρώπη. Μπορεί να μην έχουν συμβεί πρόσφατα, αλλά μπορούν να συμβούν. Hταν σαφέστατο από τη συγκέντρωση στρατευμάτων στην οποία είχε προχωρήσει ο Πούτιν ότι προετοίμαζε μία πολύ σοβαρή επίθεση. Οι ενδείξεις ήταν όλες εκεί. Είχε διατυπώσει τις ανησυχίες του, όσο παράλογες και αν ήταν αυτές, όπως ότι ναζιστές κυβερνούν την Ουκρανία. Eχουμε πια να κάνουμε με μία αφύπνιση των Ευρωπαίων που έλεγαν στον εαυτό τους ότι ο Πούτιν δεν θα το κάνει. Από αυτή την άποψη, μιλάμε για μία πολύ μεγάλη αλλαγή» τονίζει.

Στενή συνεργασία ΗΠΑ και Ευρώπης

Και βέβαια υπάρχει ακόμη ένα φωτεινό σημείο μέσα σε τούτη την τραγωδία, «ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη συνεργάζονται πολύ στενά. Και αυτό δεν πρέπει να υποτιμάται δεδομένων των εντάσεων που υπήρξαν κατά τη διάρκεια της προεδρίας Τραμπ αλλά και επί της προεδρίας του Τζορτζ Μπους του νεότερου. Οι διατλαντικοί δεσμοί ισχυροποιούνται ξανά. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό» επισημαίνει.

«Θα ήταν ελπιδοφόρο να προχωρούσαμε στη μετά Πούτιν εποχή»

Για τη Μέρι-Ελίζ Σαρότε, «αυτό που έχει σημασία τώρα είναι να βρεθεί ένας τρόπος να υποχωρήσει η Ρωσία. Δεν ξέρω αν αυτό μπορεί να το κάνει ο Πούτιν, αλλά πρέπει να καταστήσουμε σαφές σε ανθρώπους στο περιβάλλον του Πούτιν ότι με τις πράξεις του μετατρέπει τη Ρωσία σε Βόρεια Κορέα και οι ίδιοι πρέπει να αποφασίσουν αν θέλουν να μένουν στη Βόρεια Κορέα για το υπόλοιπο της ζωής τους ή αν θέλουν να κάνουν κάτι για αυτό, άρα να βρουν την αποφασιστικότητα να παραμερίσουν τον Πούτιν. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ρωσία θα γίνει ξανά μία δημοκρατία, αλλά αν μπορέσει να υπάρξει ένας τρόπος να προχωρήσουμε στη μετά Πούτιν εποχή, αυτό θα ήταν ελπιδοφόρο». Στις πρώτες σελίδες του βιβλίου της, η κυρία Σαρότε αναφέρει μία φράση από τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή: «Εννους τα καινά τοις πάλαι τεκμαίρεται». Η φράση, στα νέα ελληνικά, σημαίνει: «Ενας λογικός άνθρωπος κρίνει τα νέα γεγονότα με βάση το παρελθόν». Σε εμάς, σταχυολογεί μία ρήση του διάσημου κινέζου στρατηγού και θεωρητικού της στρατηγικής, συγγραφέα της «Τέχνης του Πολέμου», Σουν Τσου. «Ο Σουν Τσου είχε πει στη συμβουλή του για τη διεξαγωγή του πολέμου: “Χτίσε μία χρυσή γέφυρα και επίτρεψε στον εχθρό σου να υποχωρήσει απέναντι”. Νομίζω», καταλήγει η αμερικανίδα ιστορικός, «ότι πρέπει να βρούμε τρόπους, κάποια “χρυσή γέφυρα”, ώστε άνθρωποι γύρω από τον Πούτιν να μπορέσουν να υποχωρήσουν από αυτό που κάνει ο Πούτιν, το οποίο είναι όχι μόνο ότι καταστρέφει την ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων. αλλά και την ίδια τη Ρωσία».

«Το λάθος δεν ήταν η διεύρυνση αλλά το πώς έγινε»

Hταν τελικά ιστορικό λάθος η επιλογή της διεύρυνσης της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας προς την Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη; Θα μπορούσαμε να έχουμε αποφύγει τα σημερινά γεγονότα;

«Προσωπικά και όπως προκύπτει από το βιβλίο μου δεν θεωρώ ότι η διεύρυνση του ΝΑΤΟ ήταν λάθος. Ούτε ήταν χωρίς προηγούμενο ούτε ήταν παράλογη. Το πρόβλημα με τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ ήταν στον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιήθηκε. Τώρα όμως βρισκόμαστε σε έναν διαφορετικό κόσμο» υπογραμμίζει η κυρία Σαρότε. Μήπως υπάρχει κίνδυνος να οξυνθεί ακόμη περισσότερο η κατάσταση αν η ΕΕ αποφασίσει να προχωρήσει στην εξέταση των αιτημάτων Ουκρανίας, Γεωργίας και Μολδαβίας για ένταξη, είναι το επόμενο ζήτημα που της θέτουμε. «Εκτιμώ ότι οι πιθανότητες η Ουκρανία και η Γεωργία να γίνουν μέλη της ΕΕ είναι πολύ χαμηλές. Είναι μάλλον μία κίνηση δημοσιότητας που αναμφίβολα είναι ηρωική από την πλευρά της Ουκρανίας, ιδιαίτερα από τη στιγμή που μπορεί να μην υπάρχει μία Ουκρανία για να ενταχθεί στην ΕΕ. Μιλάμε επομένως για κάτι εντελώς διαφορετικό» μας απαντά.