Προς αρνητικά επίπεδα για πρώτη φορά στη σύγχρονη οικονομική ιστορία της χώρας οδεύουν τα καταθετικά επιτόκια, υπό την πίεση της νομισματικής πολιτικής που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και της ανάγκης των συστημικών ομίλων για περαιτέρω βελτίωση της οργανικής τους κερδοφορίας. Εάν εφαρμοστεί αυτό το μοντέλο, οι καταθέτες για να τηρούν τη ρευστότητά τους σε τραπεζικό προϊόν θα πρέπει να καταβάλλουν τόκους στα πιστωτικά ιδρύματα.

Σύμφωνα με πληροφορίες, ήδη εξετάζεται από τους μεγάλους του κλάδου το ενδεχόμενο επιβολής φυλάκτρων στις καταθέσεις των επιχειρήσεων που υπερβαίνουν ένα ποσό, το οποίο θα μπορούσε να διαμορφωθεί περί τις 100.000 ευρώ, όπως συμβαίνει ήδη στην Κύπρο. Από την άλλη, για τα νοικοκυριά δεν προβλέπεται καμία τέτοιου είδους επιβάρυνση, χωρίς αυτό να σημαίνει όμως ότι δεν θα φτάσει και σε αυτούς ο λογαριασμός μέσω άλλων προμηθειών.

Πρόκειται για πρακτικές που εφαρμόζονται εδώ και χρόνια στην υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά ακόμη δεν έχουν ενεργοποιηθεί στην ελληνική αγορά, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών μετά τη χρεοκοπία και τα τρία μνημόνια για τη διάσωση της χώρας. Οπως έχει ήδη επισημάνει τόσο το ot.gr όσο και το powegame.gr σε χθεσινή του ανάρτηση, οι τράπεζες στρέφονται προς αυτή την κατεύθυνση λόγω της υπερβάλλουσας ρευστότητας που βρίσκονται στους λογαριασμούς των πελατών της.

Και αυτό διότι για τις καταθέσεις που δεν μετατρέπονται σε δάνεια, θα πρέπει να καταβληθούν τόκοι με επιτόκιο 0,50% στην ΕΚΤ. Μπορεί μέχρι σήμερα το κόστος αυτό να καλύπτεται από την επιδοτούμενη χρηματοδότησή τους με ποσοστό 1% από το Ευρωσύστημα, από την Τράπεζα της Ελλάδος στην προκειμένη περίπτωση, ωστόσο αυτό κάποια στιγμή θα σταματήσει.

Τι γινεται στην Κύπρο

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Κύπρου, η οποία εξήλθε ταχύτερα από το καθεστώς των μνημονίων. Στην τοπική αγορά, πολλές τράπεζες επιβαρύνουν τους πελάτες τους, ιδιώτες και νομικά πρόσωπα, με διάφορους τρόπους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα ακόλουθα:

– Στους ιδιώτες επιβάλλονται χρεώσεις για την τήρηση κάθε λογαριασμού, που μπορεί να φτάνουν ανάλογα με τον τύπο του, έως και 7 ευρώ μηνιαίως.

– Ειδικά στις επιχειρήσεις, εκτός από τα έξοδα τήρησης ενός λογαριασμού (έως 30 ευρώ μηνιαίως), για ποσά άνω των 100.000 ευρώ πληρώνουν επιτόκιο, που μπορεί να φτάνει ακόμη και στα επίπεδα του 0,50%.

– Αυστηρές είναι οι τράπεζες και με λογαριασμούς που βρίσκονται σε ακινησία για κάποιο χρονικό διάστημα. Σε κάποιες η χρέωση ακινησίας διαμορφώνεται στα 15 ευρώ ανά εξάμηνο.

Άλμα μέσα στην πανδημία

Να σημειωθεί πάντως ότι ήδη οι εγχώριες τράπεζες έχουν σχεδόν μηδενίσει από πέρυσι τους τόκους στην πλειονότητα των προγραμμάτων τους. Αυτό όμως δεν μοιάζει να είναι αρκετό. Σύμφωνα με τραπεζική πηγή, «κάθε ευρώ αύξησης των καθαρών εσόδων έχει τη σημασία του πλέον. Μπορεί οι διοικήσεις των συστημικών ομίλων να μην επιβεβαιώνουν ότι η πολιτική των αρνητικών επιτοκίων θα εφαρμοστεί άμεσα, ωστόσο δεν μπορεί να αποκλειστεί αυτό το ενδεχόμενο. Οι σχετικές ασκήσεις για το όφελος που θα προκύψει έχουν ήδη γίνει».

Το 2021 αναμένεται να κλείσει με άνοδο των μεγεθών κατά 15 δισ. ευρώ τουλάχιστον, μέσω καθαρών εισροών τόσο από επιχειρήσεις όσο και από νοικοκυριά σε καταθετικούς λογαριασμούς. Πρόκειται για το πέμπτο συνεχές έτος που κλείνουν με θετικό πρόσημο. Με βάση τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στο 11μηνο Ιανουάριος – Νοέμβριος 2021 τα μεγέθη ενισχύθηκαν κατά 12,50 δισ. ευρώ.