Πριν από λίγες ημέρες βρέθηκα σε μια παρέα φίλων, μεταξύ των οποίων και ένας υψηλόβαθμο τραπεζικό στέλεχος, που κλήθηκε να απαντήσει στο ερώτημα αν είναι διαθέσιμος να αποδεχθεί το «κούρεμα» των δανειακών υποχρεώσεων μιας εταιρείας σε περίπτωση που η επιλογή αυτή είναι μονόδρομος προκειμένου να προχωρήσει μια συμφωνία συγχώνευσης δύο εταιρειών με εξαγορά της μιας από την άλλη. Ο συνομιλητής του επέμενε ιδιαίτερα για το τι μπορεί να συμβεί αν το ποσοστό «κουρέματος» κινείται σε δυσθεώρητα ύψη – της τάξης του 70% ή και του 80%.
Η απάντηση του στελέχους ήταν σχεδόν αφοπλιστική: «Ανεξαρτήτως της αρχικής ζημιάς, τα οφέλη από την ολοκλήρωση της συμφωνίας και τη λειτουργία του νέου επιχειρηματικού σχήματος που έχει περάσει τη βάσανο της εξυγίανσης και του μετασχηματισμού θα είναι πολλαπλάσια και θα αφορούν την πλειονότητα των εμπλεκομένων (τράπεζα, εταιρείες, εργαζόμενοι)».
Το «λουκέτο»
Με λίγα λόγια, η άποψή του ήταν πως αποτρέπεις το «λουκέτο» μιας εταιρείας με ό,τι αυτό συνεπάγεται (απώλεια θέσεων εργασίας, μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό κόστος κ.λπ.) και δίνεις μια αναπτυξιακή προοπτική στο νέο σχήμα.
Την άποψή του προσπάθησα να τη συνδυάσω με μια πραγματική περίπτωση στην αγορά. Εκείνη των δύο ακτοπλοϊκών εταιρειών, της ΑΝΕΚ και της Attica Συμμετοχών, με τις θυγατρικές της, Superfast Ferries, Blue Star Ferries, Hellenic Seaways και AML.
Τα δεδομένα σε αυτή την περίπτωση είναι τα εξής: H ANEK, η πρώτη στην ιστορία της χώρας μας εταιρεία λαϊκής βάσης στον χώρο της ακτοπλοΐας, με παραδοσιακή της έδρα τα Χανιά της Κρήτης, έχει από χρόνια πολλά και σημαντικά οικονομικά προβλήματα. Από την άλλη πλευρά του τραπεζιού κάθεται η Attica Συμμετοχών, η οποία με τη δύναμη των θυγατρικών της αποτελεί τον ισχυρό πόλο ανταγωνισμού απέναντι στον Ομιλο Grimaldi, που κατέχει την εταιρεία Μινωικές Γραμμές από το Ηράκλειο της Κρήτης.
Ταυτόχρονα, άλλα δύο δεδομένα παίζουν καταλυτικό ρόλο στην προοπτική μιας συμφωνίας. Η Τράπεζα Πειραιώς ως μέτοχος αλλά και ως πιστωτής κρατά τα κλειδιά, μέρος των οποίων έχει να κάνει με τις δυνατότητες που παρέχει το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Αν δεν υπήρχαν αυτοί οι νέοι δανειακοί πόροι με το σχεδόν μηδαμινό επιτόκιο, κανένα σχέδιο οικονομικής εξυγίανσης μέσω και του εταιρικού μετασχηματισμού δεν θα μπορούσε να προχωρήσει και να αποδώσει καρπούς που τόσο χρειάζεται και ο κόσμος των επιχειρήσεων αλλά και εκείνος της εργασίας και, πάνω από όλα, η ελληνική οικονομία στο σύνολό της.
Αν δεν υπήρχε το Ταμείο Ανάκαμψης και ειδικά ο πυλώνας – ένας από τους συνολικά πέντε πυλώνες του δανειακού προγράμματος του Ταμείου που λειτουργεί ως υποδοχέας αξιόπιστων προτάσεων που σχετίζονται με επενδυτικά σχέδια ανάπτυξης οικονομιών κλίμακας μέσω συνεργασιών, εξαγορών και συγχωνεύσεων. Μάλιστα, η ποσόστωση δανείου του Ταμείου επί του προϋπολογισμού του επενδυτικού σχεδίου έχει προσδιοριστεί στο 40% για την περίπτωση συγχώνευσης/εξαγοράς.
Οι ακτοπλοϊκές
Στην περίπτωση των ακτοπλοϊκών εταιρειών, το Ταμείο έχει και μπορεί να έχει καταλυτικό ρόλο μέσω των δανειακών του πόρων. Αν τα πράγματα με τη νέα χρονιά προχωρήσουν όπως έχουν σχεδιάσει τα εμπλεκόμενα μέρη, η ΑΝΕΚ θα σωθεί εντασσόμενη σε ένα μεγαλύτερο επιχειρηματικό σχήμα με άλλες προσδοκίες και προοπτικές. Μαζί της θα σωθούν και οι 600 θέσεις απασχόλησης, αλλά και δεν θα κληθεί και η τοπική κοινωνία να σηκώσει ένα υπέρογκο βάρος στις πλάτες της.
Οι τράπεζες – κυρίως οι ελληνικές τράπεζες, οι τέσσερις συστημικές (Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα, Eurobank και Τράπεζα Πειραιώς) αλλά και οι άλλες τράπεζες (Optima Bank, Παγκρήτια Τράπεζα, Συνεταιριστική Τράπεζα Κεντρικής Μακεδονίας, κατά πρώτον, και, στη συνέχεια, η Attica Bank) – έχουν τη δυνατότητα να αξιολογήσουν και να προωθήσουν αξιόπιστα επενδυτικά σχέδια που, αφενός, δίνουν διέξοδο σε εταιρείες με οικονομικά προβλήματα αλλά με δυνατή παρουσία στην αγορά του κλάδου τους και, αφετέρου, στηρίζουν εταιρείες που είναι αποφασισμένες να προχωρήσουν και να μεγαλώσουν μέσω συνεργασιών, συγχωνεύσεων και εξαγορών αποκτώντας πρόσθετο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα αλλά και εκείνες που επενδύουν στην εξωστρέφεια.
Εξυγίανση
Τα πρώτα δείγματα αυτής της νέας παρεμβατικής πολιτικής στην αγορά θα αρχίσουν να εμφανίζονται τέλη Ιανουαρίου – αρχές Φεβρουαρίου, όταν και θα υπάρχουν οι σχετικές ανακοινώσεις από τις τράπεζες.
Κατ’ ουσία πρόκειται για ένα πολύ δύσκολο και απαιτητικό εγχείρημα μέσα σε περιβάλλον απόλυτης διαφάνειας, καθώς η τράπεζα θα είναι υποχρεωμένη «να επιτρέπει στους υπαλλήλους της Ειδικής Υπηρεσίας Συντονισμού Ταμείου Ανάκαμψης, της Επιτροπής Δημοσιονομικού Ελέγχου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ) και, στον βαθμό που αυτή είναι αρμόδια, της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, καθώς και στους εξουσιοδοτημένους εκπροσώπους τους, πρόσβαση σε κάθε έγγραφο και στοιχείο που αφορά στα Δάνεια ΤΑΑ και στις Επιλέξιμες Επενδύσεις».
Με άλλα λόγια, στην περίπτωση του ρόλου του Ταμείου δεν έχουμε επιχειρήσεις διάσωσης με πολιτικούς-κομματικούς όρους του πρόσφατου και του απώτερου παρελθόντος αλλά ένα πλέγμα διαδικασιών που οδηγούν στην οικονομική εξυγίανση και στον εταιρικό μετασχηματισμό εταιρειών που έχουν θέση στην αγορά με δανεικά και «όχι αγύριστα» χρήματα.
Πάντα, σε συνθήκες απόλυτης διαφάνειας, έχοντας την υποχρέωση όλοι οι εμπλεκόμενοι να κρατούν διαρκώς ανοιχτές τις κουρτίνες και τα πάντα να είναι σε δημόσια θέα. Και αυτό γιατί η μεγάλη ευκαιρία, και μαζί και πρόκληση, δεν μπορεί να πάει χαμένη. Δεν το αντέχει η ίδια η χώρα!