του Αστέριου Κεχαγιά

«Μην κουνηθεί κανείς, θα φύγετε μόνο όταν σας πούμε εμείς». «Αν μιλήσεις σε κανέναν γι’ αυτό, θα σε σκοτώσουμε». «Ξέρουμε πού μένεις».

Και οι τρεις παραπάνω φράσεις δεν ακούστηκαν ούτε σε κάποια ταινία ούτε σε κάποιο αστυνομικό τμήμα ούτε σε κάποια κακόφημη γειτονιά. Και οι τρεις μαζί ακούστηκαν εντός μιας πανεπιστημιακής σχολής απευθυνόμενες σε φοιτητές. Ποιοι τις ξεστόμισαν; Αγνωστο. Ή ακριβέστερα, σχεδόν άγνωστο. Κάποιοι απ’ αυτούς ήταν μικροί, δεν ξεπερνούσαν τα 22 και άρα μάλλον ήταν φοιτητές και φοιτήτριες. Κάποιοι άλλοι ήταν μεγαλύτεροι. Ολοι ντυμένοι στο ίδιο περίπου στυλ, με καλυμμένα ή ημικαλυμμένα τα πρόσωπα και με γάντια στα χέρια. Σκηνικό βγαλμένο από ταινία με κακοποιούς αλλά δυστυχώς προτίμησαν να τη γυρίσουν με πολύ ρεαλιστικό τρόπο.

Κάποιος θα πει: «Φταίει η έλλειψη παιδείας» ή «φταίει η κακούργα κοινωνία». Μπορεί να είναι κι έτσι, όμως τέτοιες φράσεις δεν προσφέρουν τίποτε πέρα από μια μασκοφορεμένη παραίτηση. Αντί να προτείνεις μια ρεαλιστική και άμεση λύση, ρίχνεις την ευθύνη σε δομές που για να αλλάξουν απαιτείται πολύς χρόνος. Επειδή είμαι πιο πραγματιστής, με ανάγκασαν, άλλωστε, λόγω της πρόσφατης βίας που υπέστην να γίνω ακόμη περισσότερο, θεωρώ ότι η ευθύνη είναι πολύ πιο συγκεκριμένη και απτή.

Τις πταίει; Κάποιος θα σπεύσει να απαντήσει: «Φταίει η κυβέρνηση που δεν εφαρμόζει τον ψηφισμένο νόμο για την πανεπιστημιακή αστυνομία» ή «φταίει ο πρύτανης που δεν καλεί την αστυνομία» ή «φταίει η αστυνομία που δεν επεμβαίνει στα πανεπιστήμια». Μπορεί να υπάρχει ευθύνη και στους παραπάνω, αλλά όλο αυτό είναι περισσότερο μια αλυσίδα. Πολύ σπάνια φταίει κάποιος συγκεκριμένα. Υπάρχουν φορές που η κυβέρνηση προχώρησε σε σημαντικές κινήσεις για να μπορέσει να εγκαταστήσει την πανεπιστημιακή αστυνομία. Υπάρχουν φορές που ο πρύτανης κάλεσε την αστυνομία. Και υπάρχουν φορές που η αστυνομία μπήκε μέσα στο πανεπιστήμιο.

Η απόγνωση που μας δημιουργείται από ένα δυσάρεστο γεγονός δεν θα πρέπει να μας κάνει να παραγνωρίσουμε ή να αδικήσουμε όσους στο παρελθόν προσπάθησαν να πράξουν όπως το απαιτούσαν οι περιστάσεις.

Αδυναμία συνεργασίας

Τις πταίει λοιπόν; Η ανικανότητα ή αδυναμία όλων των παραπάνω να συνεννοηθούν και να συνεργαστούν μεταξύ τους παρότι έχουν τον ίδιο βασικό στόχο. Σε όλα τα περιστατικά βίας που έχουν σημειωθεί στο πανεπιστήμιο, και πολύ περισσότερο στο τελευταίο, το οποίο το βίωσα στο πετσί μου, παρατηρείται διαρκώς το ίδιο φαινόμενο. Ενώ κυβέρνηση, πρύτανης και αστυνομία θέλουν να δώσουν λύση και παρότι συμφωνούν εν πολλοίς στη λύση της πανεπιστημιακής αστυνομίας (ειδικά ο πρύτανης του ΑΠΘ), παρ’ όλα αυτά για διάφορους λόγους δεν το καταφέρνουν.

Πολύ συχνά η κυβέρνηση κατηγορεί τους πρυτάνεις, και το αντίστροφο. Πολύ συχνά οι πρυτάνεις κατηγορούν την αστυνομία, και το αντίστροφο. Και έτσι, ενώ ξεκινούν μαζί για την επίτευξη του ίδιου στόχου, λόγω παρεξηγήσεων ή περισσότερης σκέψης απ’ όσο θα έπρεπε, χάνονται στην αλληλοκατηγορία και αδυνατούν να φτιάξουν από κοινού ένα αποτελεσματικό σχέδιο δράσης. Είναι πολύ κοντά σε αυτό που ο γερμανός φιλόσοφος Βίλχελμ Βουντ αποκάλεσε «ετερογονία των σκοπών» (Heterogonie der Zwecke).

Το να βλέπεις άτομα που έχουν τον ίδιο στόχο, στη συγκεκριμένη περίπτωση την καταπολέμηση της ενδοπανεπιστημιακής εγκληματικότητας, να προβαίνουν σε πράξεις που οι συνέπειες τους οδηγούν σε αποτελέσματα πολύ μακριά από τον στόχο που είχαν θέσει. Ολοι θέλουν το ίδιο αλλά για κάποιον λόγο δεν βλέπουμε να είναι αρκετή αυτή η ομοθυμία.

Υπάρχει λύση; Ναι. Και αυτή είναι ο τέταρτος παράγοντας: το θύμα. Η κυβέρνηση, η πρυτανεία, η αστυνομία, αν το καλοσκεφτούμε, χρειάζονται τη βοήθεια των θυμάτων. Χρειάζονται θύματα πρόθυμα να σπάσουν τη σιωπή τους και να δείξουν στον κόσμο τι πραγματικά συμβαίνει μέσα στα ελληνικά πανεπιστήμια. Ο κόσμος δεν ξέρει. Πολύ συχνά υποτιμάει τα όσα γίνονται στο πανεπιστήμιο. Είναι επίσης επιφυλακτικός απέναντι σε οτιδήποτε θεσμικό: στην κυβέρνηση (σε οποιαδήποτε κυβέρνηση), στον πρύτανη, στην αστυνομία.

Το θύμα όμως μιλάει πιο εύκολα τη γλώσσα της κοινωνίας και μπορεί να συμβάλει στην απαραίτητη ευαισθητοποίηση που θα δώσει περισσότερα κίνητρα στους πιο υψηλά ιστάμενους.

Ως θύμα, λοιπόν, μιας τέτοιας βίας, θα καταπιώ τον εκνευρισμό και τον πληγωμένο μου εγωισμό και δεν θα κατηγορήσω ούτε την κυβέρνηση ούτε την πρυτανεία ούτε την αστυνομία, όπως συνηθίζεται. Θα τους καλέσω να συνεργαστούμε για να βοηθήσουμε στην οικοδόμηση ενός καλύτερου και ασφαλέστερου πανεπιστημίου. Και θα τους παρακαλέσω να σταματήσουν να κατηγορούν ο ένας τον άλλο. Υπάρχει πολλή δουλειά που πρέπει να γίνει και αυτή τη φορά τα θύματα επιλέγουν να μιλήσουν.

* Ο Αστέριος Κεχαγιάς είναι υποψήφιος διδάκτορας του Τμήματος Θεολογίας στο ΑΠΘ και υποψήφιος διδάκτορας του Ινστιτούτου Αρχαιολογίας στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο των Ιεροσολύμων