Οι πρόσφατες φυσικές καταστροφές -υπό τη μορφή των πυρκαγιών- ήρθαν για να μας υπενθυμίσουν ότι από εδώ και πέρα η κοινωνική, οικονομική και πολιτική ατζέντα θα τίθεται όλο και λιγότερο από εμάς και όλο και περισσότερο από το φυσικό μας περιβάλλον.

Και για αυτό δεν φταίει κανένας άλλος παρά εμείς οι ίδιοι, καθώς είτε με τα λάθη μας είτε με τις παραλείψεις μας -και παρά τα σποραδικά καμπανάκια που χτυπούσαν- νομίζαμε ότι δεν θα φτάναμε ποτέ μέχρι εδώ. Μέχρι που δηλαδή; Μέχρι του σημείου να τίθενται υπό αμφισβήτηση όλα εκείνα που αυτονόητα απολαμβάναμε μέχρι τώρα. Ένα χαλαρό καλοκαίρι με βουτιές στις κρυστάλλινες ελληνικές θάλασσες και μόνο παραδοσιακό άγχος αν κάναμε περισσότερα μπάνια ή φάγαμε περισσότερα παγωτά και πως θα χάσουμε τα μερικά παραπανίσια κιλά που πήραμε στις θερινές διακοπές. Αντ’ αυτού θα μετράμε παραπανίσιους βαθμούς κελσίου, το ποσοστό του ευτροφισμού στη θάλασσα, τεράστιες πυρκαγιές και χιλιάδες στρέμματα ερημοποίησης, ενώ το ενδεχόμενο άμεσο ή έμμεσο κόστος στην ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη είναι ιδιαίτερα ορατό.

Και αυτό δεν το λέω για να προστεθώ και εγώ στη λίστα όσων κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για το περιβάλλον. Το λέω απλά γιατί από εδώ και πέρα οι επιλογές μας αναφορικά με την ανάπτυξη που οραματιζόμαστε για τη χώρα οφείλουν να επαναπροσδιοριστούν και να στοχοθετηθούν υπηρετώντας αυτή τη νέα ατζέντα. Και αυτό πρέπει να γίνει με ομόνοια, σύμπνοια, συνεννόηση και συναίνεση. Γιατί απλά εάν δε γίνει με αυτό τον τρόπο, υπάρχει ο κίνδυνος να εκτεθούμε όλοι ανεπανόρθωτα σε μία μη προφανή -αλλά εξίσου επικίνδυνη- λαίλαπα. Τη λαίλαπα της συνωμοσιολογίας και του λαϊκισμού. Αλλιώς για μία ακόμα φορά θα χάσουμε την ευκαιρία σε αυτή τη χώρα. Και να είστε βέβαιοι ότι δεν θα μας δοθούν πολλές ακόμα.

Η χώρα μας, αυτή τη στιγμή, μετά την οικονομική κρίση, μέσα από την αποδιοργανωτική δύναμη της πανδημίας και τα εμπράκτως αρνητικά βιώματα της κλιματικής αλλαγής, έχει μία χαραμάδα ελπίδας που έρχεται μέσα από το μεγαλύτερο πλεονέκτημα που απέκτησε η χώρα μας και είναι τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης. Εκεί βασίζουμε την προοπτική της ανάπτυξής μας μέσα από τέσσερις αδρές γραμμές που δεν είναι άλλες από την ψηφιακή μετάβαση του Κράτους και της Οικονομίας, την αύξηση της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής, την πράσινη Οικονομία, και την επένδυση στην παραγωγική δραστηριότητα.

Επειδή σε αυτή τη χώρα έχουμε βιώσει πολλές φορές την ελπίδα της ανασυγκρότησης -αρχής γενομένης από το Σχέδιο Μάρσαλ και στη συνέχεια με τα πακέτα Ντελόρ κλπ. της Ευρωπαϊκής Ένωσης- αλλά στο τέλος καταλήγαμε να μιλάμε για χαμένες ευκαιρίες, θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή με τέσσερις δομικές παραινέσεις.

Η πρώτη έχει να κάνει με το εξής απλό -αλλά τελικά ουτοπικό όπως έχει στο παρελθόν αποδειχθεί: να διοχετευτεί η χρηματοδότηση αποκλειστικά εκεί που έχει σχεδιαστεί και εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση να πάει, καθώς πλείστες όσες φορές βλέπουμε χρήματα να καταλήγουν σε αλλότριους προορισμούς μέσα από την παρουσίαση καινοφανών προσχημάτων.

Η δεύτερη είναι παράλληλη με την πρώτη και έχει να κάνει με το στοίχημα της ολοκλήρωσης του αρχικού σχεδιασμού. Η πρόκληση εδώ έχει να κάνει και πάλι με την παρελθούσα εμπειρία. Ας ολοκληρώσουμε λοιπόν, επιτέλους, σχεδιασμούς που παραμένουν σχέδια επί χάρτου, όπως για παράδειγμα την υπογειοποίηση των καλωδίων της ΔΕΗ.

Η τρίτη είναι η άμεση και αναγκαία προσαρμογή της χώρας μας στους στόχους της ΕΕ 2030 για το κλίμα έτσι ώστε να περιοριστεί η ενεργειακή εξάρτησή μας.

Και η τέταρτη, με αυτό που υπαινίχθηκα πιο πάνω, δηλαδή όλο αυτό να γίνει εφαλτήριο συλλογικής και εθνικής δράσης και όχι αντικείμενο προσπορισμού μικροκομματικών ωφελημάτων. Και επειδή αυτό αφορά ολόκληρο το φάσμα του πολιτικού σκηνικού, η πρόσκληση για συναίνεση οφείλει να είναι κομβική και όχι κυνική ή προσχηματική.

Ας μην ξεχνάμε τις τελευταίες δεκαετίες για τα μεγαλόπνοα σχέδια που εξαγγείλανε πολιτικοί και κόμματα δυστυχώς μείνανε στη λήθη της ανωνυμίας γιατί όπως έχω γράψει πολλές φορές, άλλα σκεφτόμαστε, άλλα λέμε και άλλα κάνουμε.

Επιτέλους, ας αντιληφθούμε σε αυτή τη χώρα ότι η ανάπτυξη δεν είναι ιδιοκτησία καμίας κομματικής ορθότητας αλλά αποτελεί κοινό πεδίο δημιουργίας και όραμα μέλλοντος για το σύνολο του ελληνικού λαού. Και με αυτό το γνώμονα οφείλουμε να πορευόμαστε για να μη μιλάμε για νέες χαμένες ευκαιρίες.   Αλλιώς θα έχουμε πάντα ευκαιρίες να ‘καούμε’ όλοι στη λαίλαπα της μικρόνοιας μας.